Οδεύει προς τη Μεγάλη Εβδομάδα η κοινωνία του Ρεθύμνου με το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων του νομού να επιμένουν να ακολουθούν το πνεύμα αλλά και την παράδοση σχετικά με τα ήθη και τα έθιμα της περιόδου του Πάσχα.

Οι σύγχρονοι ρυθμοί καταλαγιάζουν στην πόλη όσο και στην ενδοχώρα εν αναμονή της Μεγάλης Δευτέρας, αφετηρία μιας εβδομάδας όπου το αντάμωμα των οικογενειών αλλά και η φιλοξενία των επισκεπτών στο ιστορικό και βαθύτατα πνευματικό Ρέθυμνο, είναι όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι Ρεθεμνιώτες, από τα πιο δυνατά και ενισχυτικά μιας κοινωνίας, στοιχεία.

Χαρακτηριστικό στοιχείο της κοινωνίας μας η κατάνυξη αναφέρει ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ.κ. Ευγένιος, μία κατάνυξη την οποία εύκολα διακρίνει κάποιος τόσο στο πλαίσιο των προετοιμασιών για την Εβδομάδα των Παθών και την Ανάσταση όσο και στους ήχους του αστικού κέντρου.

Συμπορευτής στο κλίμα της ορθοδοξίας και το περιβάλλον, η Άνοιξη, η γη, που συνδράμει με την εμφάνιση ανθών και καρπών στην ελπίδα, την αισιοδοξία, την ειρήνη, μηνύματα κυρίαρχα της Αναστάσιμης δοξασίας. Λέει η μαντινάδα: «Η φλόγα της Ανάστασης να ανάψει στην καρδιά σου, για να κρατήσει ζωντανά όλα τα όνειρά σου / Και φέτος την Ανάσταση ευχή καρδιάς θα κάνω, η μοίρα να σκορπά χαρές να πορπατείς απάνω / Όταν το φως τσ’ ανάστασης ανάψει το κερί σου, κάθε ακτίνα μιαν χαρά ας είναι στη ζωή σου / Πάνω στον επιτάφιο θώρρουνα την καρδιά μου μα στο κερί που κράτουνα εστάζαν τα δάκρυά μου». Η νηστεία μπορεί να μην κυριαρχεί στο σύνολο του πληθυσμού στο Ρέθυμνο μα είναι γεγονός πως όλοι είναι πιο συγκρατημένοι στην κατανάλωση κρέατος επιλέγοντας τα νηστίσιμα για τις ημέρες αυτές σαν να υπάρχει μία σιωπηρή συμφωνία όχι για την παράδοση αλλά για τα Ιερά Πάθη με τη συμμετοχή σχεδόν όλων.

Εκεί, στα ορεινά του Ψηλορείτη, στα Ανώγεια που παραμένουν οι Ανωγειανές και Μυλοποταμίτικες Μαδάρες, Πλαγιές χιονισμένες, όλα παίρνουν χρώμα και φως, μέχρι και την Μεγάλη Δευτέρα, οπότε και όλος ο ορεινός τόπος κι ορεσίβιοι κρητικοί μπαίνουν με σκέψη και ταπεινότητα μέσα στις εκκλησιές για τις λειτουργίες του Νυμφίου.

Η αναμονή γυναικών και παιδιών όμως εντοπίζεται στη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ, οπότε μετά την ακολουθία του νυμφίου όλες οι νέες κοπέλες και οι μεγάλες γυναίκες σε όλες τις ενορίες μένουν στην εκκλησία και αρχίζει το στόλισμα του επιταφίου αλλά και του Σταυρού. Στα Ανώγεια δίνουν τη μεγαλύτερη έμφαση στο στόλισμα του Σταυρού και στις τέσσερις ενορίες συναγωνίζονται με ευγενικά αισθήματα και συναισθήματα, για το ποια θα κάνει τον ωραιότερο Σταυρό. Μία διαδικασία, που κρατάει έως και 5 ώρες. Τότε, οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας αλλά και νέες μένουν στην εκκλησία όλη νύχτα για να ξενυχτήσουν τον κεκοιμημένο Ιησού.

Την επόμενη μέρα Μεγάλη Παρασκευή, μετά την Ακολουθία των Παθών που γίνεται η περιφορά του επιταφίου, στο χωριό, μπροστά πηγαίνει ο Σταυρός πίσω ο Επιτάφιος και ο κόσμος που ακολουθεί. Μαζί τους, τα νέα ζευγάρια που έχουν παντρευτεί την προηγούμενη χρονιά με σκοπό, μαζί με τις οικογένειες που έχουν τάξιμο και προετοιμάζονται όλη την Σαρακοστή, να βάλουν στο σπίτι τους μέσα το Σταυρό. Τον υψηλό μουσαφίρη όπως τον λένε… Έχουν όλα τα φώτα αναμμένα και τα πορτοπαράθυρα ορθάνοιχτα. Η πομπή σταματάει έξω από τα σπιτικά κι ο παπάς μαζί με τον νεαρό που σηκώνει το Σταυρό, που είναι πάντα φαντάρος, εισέρχονται στο σπίτι και εκεί γίνεται η δέηση υπέρ υγείας του σπιτιού και των μελών της οικογένειας. Οι πιστοί προσκυνάνε το Σταυρό και η γυναίκα κρεμάει ένα προικιό πάνω στο Σταυρό ο οποίος στη συνέχεια βγαίνει από το παράθυρο. Μιλώντας στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο πατήρ Ανδρέας Κεφαλογιάννης αναφέρει πως δεν είναι γνωστός ο λόγος που συμβαίνει η συγκεκριμένη έξοδος από το παράθυρο.

Στον ορεινό Μυλοπόταμο, κυρίαρχο έθιμο είναι ο Αρφανός. Όλη την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής τα παιδιά της κάθε ενορίας μαζεύουν τα άνω ξύλα, κόβουν ασπάλαθους ή αχινοπόδους ώστε τη Μεγάλη Εβδομάδα, τα συγκεντρώνουν σε ένα χώρο στην ενορία και το Μεγάλο Σάββατο το πρωί όλα τα παιδιά, αγόρια κορίτσια τα πηγαίνουν στο χώρο που θα ανάψουν τις τεράστιες φωτιές. Τους Αρφανούς, οι οποίοι γιγαντώνονται, γίνονται τεράστιοι όταν πει ο παπάς το Χριστός Ανέστη. Μαρτυρίες κάνουν λόγο για φλόγες που διακρίνονται από όλη την επαρχία. Όπως λένε οι γερόντοι των Ανωγείων και του Γαράζου, το έθιμο αυτό είχε το νόημα επί τουρκοκρατίας αυτές να δηλώνουν οι μεγάλες φωτιές στους Τούρκους ότι εδώ υπάρχει Ορθοδοξία και Ελληνισμός καθώς επίσης, οι βοσκοί που μένουνε στο βουνό να παίρνουν και αυτοί το μήνυμα της Ανάστασης.

Έθιμο από τα πολύ παλιά χρόνια είναι επίσης τα καλά καμώματα των νονών. Οι πράξεις δηλαδή αγάπης και εκτίμησης προς τους συντέκνους τους και προς τα βαφτιστήρια τους, τα πνευματικά τους παιδιά. Το δώρο της λαμπάδας, για τον εκκλησιασμό την Μεγάλη Πέμπτη αλλά και τις ευχές από τη μία οικογένεια στην άλλη. Έθιμο, που συνοδεύεται και από την εξομολόγηση των νονών ώστε να μεταλάβουν μαζί με τα βαφτιστήρια τους την Μεγάλη Πέμπτη το πρωί.

Οι νέοι και οι νέες που λείπουν από τα χωριά τους στο Ρέθυμνο επιμένουν πως το έθιμο που τους τραβάει περισσότερο ώστε να βρεθούν και πάλι κοντά στους δικούς τους και τους συγχωριανούς είναι η ζωή εν γένει των ημερών αυτών μέσα στα χωριά. Στα περισσότερα σπίτια οι άνδρες μαζεύουν τα ξύλα και βοηθούν στο ασβέστωμα και οι γυναίκες ζυμώνουν τα λαμπριάτικα εδέσματα και τα τσουρέκια με τις κουλούρες. Τα τυριά όπως η μυζήθρα, το ανθότυρο, η ξυνομυζήθρα, το κατσοχείρι και άλλα που ποικίλουν από τόπο σε τόπο, έχουν τον πρώτο λόγο στις προετοιμασίες από Μεγάλη Δευτέρα έως και Μεγάλη Πέμπτη, οπότε στα τραπέζια και στις κουζίνες ξεκινάει το βάψιμο των αυγών, το στόλισμα τους με αναστάσιμους Χριστούληδες, αποξηραμένα λουλουδάκια και φύλλα που βράζονται με τα αυγά.

«Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μαχαίρα. Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρύφτη. Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθει. Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός εβρέθη. Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί. Μεγάλο Σαββάτο, ο Χριστός στον Τάφο. Κυριακή και Πασχαλιά να ΄μαστε όλοι καλά κι ας τα τσουγκρίσουμε και πάλι τα κόκκινα αυγά».

Οι πιο παλιές νοικοκυρές που προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν τη γνώση στις νεότερες, ετοιμάζουν τα Λαμπροκούλουρα, τα καλλιτσούνια τα λαμπριάτικα και μαζεύουν το τυρί, τα αυγά και όλα όσα πρέπει μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα να προετοιμαστούν, ώστε να πρωταγωνιστήσουν στο πασχαλινό τραπέζι.

Στις κουβέντες που κυριαρχούν τη Μεγάλη Εβδομάδα κυρίως στα χωριά της ενδοχώρας του Ρεθύμνου επικρατεί το έθιμο του καψίματος του Ιούδα με τη βοήθεια από τις φλόγες των Αρφανών ή Όρφανών όπως λέγεται σε άλλα χωριά, που στόχο έχει, από τη μια να κάψουν την προδοσία, την ατιμία, το ύπουλο, από την άλλη, όμως, να διαγωνιστούν οι γειτονιές μεταξύ τους για το ποια φλόγα Αρφανού ή όρφανου θα φτάσει πιο ψηλά στον ουρανό, για να μεταφέρει το μήνυμα της Ανάστασης, της νίκης του καλού του δικαίου επί του θανάτου.

Τα φαγητά που συναντάμε στο Ρέθυμνο κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας αφορούν κυρίως σε χοχλιούς, αγριόχορτα μαγειρεμένα με διάφορους τρόπους που καταλήγουν σε εύγευστα αποτελέσματα, όπως τα τσιγαριαστά και τα λεμονάτα, διάφορες πίτες, με πράσα, αγριόχορτα, ξυνόχονδρο, σταμναγκάθι με κολοκυθάκια, λουκουμάδες, διάφορους νηστίσιμους κεφτέδες, διαφόρων τύπων ελιές, μακαρόνια με βούτυρο από τα Ρεθεμνιώτικα βουνά και τον Ψηλορείτη.

Σημαντική επίσης ημέρα, η Μεγάλη Παρασκευή, που μετά τη λειτουργία της αποκαθήλωσης ξεκινούν οι κυρίαρχες δουλειές για το πρώτο αναστάσιμο τραπέζι τις μεταμεσονύχτιες ώρες από το Μεγάλο Σάββατο προς την Κυριακή του Πάσχα αλλά και του μεγάλου Πασχαλιάτικου Τραπεζιού. Μέρες αγάπης, συγχώρεσης, αλλά και μέρες όλες της Μεγάλης Εβδομάδας που πολλές παρεξηγήσεις λύνονται. Από τα παλιά χρόνια θυμούνται αρκετοί ότι όταν κάποιοι δεν μπορούσαν να τα βρουν σχετικά με μία παρεξήγηση ή τσακωμό έλεγαν: «Καλά θα τα πούμε το Πάσχα», με την έννοια ότι εκείνες τις μέρες αν δεν είχαν βρει λύση ο ένας θα ξαναμιλούσε με τον άλλον και θα έπαυε η παρεξήγηση.

Σημαντικό θεωρεί ο κλήρος του Ρεθύμνου πως τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ότι σε πολλές εκκλησίες οι πιστοί μετά το Χριστός Ανέστη οπότε ξεκινάει και η Λειτουργία του Αγίου Βασιλείου, παραμένουν μέχρι την ολοκλήρωση της, οπότε και μεταλαμβάνουν δεχόμενοι παράλληλα μαζί με το αντίδωρο και το πρώτο τους Πασχαλινό Αυγό το οποίο και τσουγκρίζουν μέσα στην εκκλησία μαζί με τους άλλους πιστούς.

 

Και ξημερώνει η Αγία Κυριακή της Λαμπρής… Και τα τραπέζια, από νωρίς ετοιμάζονται για τις πρωινές παρέες που ετοιμάζουν τα πρώτα όπως για παράδειγμα οι συκωταριές στο τηγάνι, οι γραβιέρες και τα καλλιτσούνια ψημένα είτε στην πέτρα είτε στο φούρνο. Στα δεύτερα, φυσικά δε λείπει το αρνί, τα κοιλιδάκια σούπα, οι γαρδούμπες αυγολέμονο, το ριφάκι, το οφτό, το αυγολέμονο χοιρινό, το κυνήγι, οι πέρδικες, ο λαγός και το κουνέλι, οι πατάτες και τα μακαρόνια με το τυρί, το κοκκινιστό κρέας, τα χειροποίητα λουκάνικα, το απάκι, χοιρινές μπουκιές καπνισμένες και φυλαγμένες στο λίπος τους και κάθε λογής τσουρέκια, κουλούρες και κόκκινα αυγά που βοηθούν όχι τόσο στη χόρταση αλλά κυρίως στη δημιουργία ενός ξέγνοιαστου και χαρμόσυνου κλίματος μεταξύ των συνδαιτυμόνων.

Φυσικά το καλό τυρί, η γραβιέρα με το μέλι και το γιαούρτι με τα καρύδια και το μέλι έρχονται να προσθέσουν στη γεύση της τσικουδιάς, της ρακής όπως λένε, μα και του καλού κρασιού που συγκεράζεται το φετινό με το παλιό, σε έναν ταπεινό αλλά χαρούμενο διαγωνισμό για το ποιος έφερε το καλύτερο πιώμα στο τραπέζι.

«Σήμερα είναι Πασχαλιά κι αν η ευχή μου πιάνει το τέλος κάθε Γολγοθά εύχομαι να σημάνει. Σαν ξημερώσει η Ανάσταση κι ο ήλιος ανατείλει δέξου ευχές αμέτρητες απ΄ τα δικά μου χείλη. Πέμπω τη σκέψη να σε βρει, μαζί σου να τσουγκρίσει Χριστός Ανέστη να σου πει κι οπίσω να γυρίσει».