Ισχυρίζομαι ότι τρία είναι τα βασικά πεδία αναφοράς για το όλο στερέωμα των, για να γευθούμε τη μοναδική ομορφιά αυτής της Γιορτής, της Γιορτής που ενώνει το σύνολο του χριστιανικού κόσμου χωρίς διαφοροποιήσεις στο χρόνο τέλεσης και στις παραδόσεις.

Του

Να λοιπόν το βασικό τριμερές των Χριστουγέννων. α) Θρησκευτικότητα (πίστη, εκκλησιασμός, στοχασμός, αξίες, φιλοσοφία κλπ), β) Παραδόσεις (Χριστουγεννιάτικο δέντρο, φωτισμοί, γαλοπούλα, γλυκά, τζάκι, οικογενειακή μάζωξη) και γ) Σύμβολα του πνεύματος (Παπαδιαμάντης και Ντίκενς).

Και οι δύο κορυφές των Γραμμάτων χαρακτηρίζονταν από κοινά βιώματα και κυρίως από τη φτώχεια, την ανέχεια, τις δυσκολίες της ζωής και είχαν κοινές αξίες και αγωνίες. Η τέχνη τους είναι αφιερωμένη στον κόσμο των φτωχών και των κατατρεγμένων, των ταπεινών και των απόκληρων της ζωής. Αναδεικνύουν το πιο όμορφο νόημα της ύπαρξής μας: τον Ανθρωπισμό. Στηλιτεύουν τη συσσώρευση των υλικών αγαθών και τον πλούτο, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την αλλοτρίωση.

Ο Παπαδιαμάντης είχε ακόμα πιο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Μαζί με τη φτώχεια και τη ζωή των απλών ανθρώπων φώτισε την ψυχή του ανθρώπου με τη χριστιανοσύνη και τη μεταφυσική, τον ελληνισμό και τη φύση. Ας δούμε πως περιγράφει ο ίδιος τη ζωή του σε ένα μικρό απόσπασμα.

“Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον εἰς τὰ 1863, ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄ τάξιν. Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν πατρίδα. Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπῆγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα ὀλίγους μῆνας. Τῷ 1873 ἦλθα εἰς Ἀθήνας καὶ ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου. Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ’ ἐκλογὴν ὀλίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰς ξένας γλώσσας.

Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἶτα ἔγραφα στίχους, καὶ ἐδοκίμαζα νὰ συντάξω κωμῳδίας. Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη Ἡ Μετανάστις ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸνΣωτῆρα. Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν εἰς τὸ Μη χάνεσαι. Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδας… Το έπ’ έμοι, ενόσω ζω, και αναπνέω καί σωφρονώ, δεν θα παύσω να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν, καί να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη».

Ο Ντίκενς έζησε μέσα στην φτώχεια. Από μικρό παιδί δούλευε στα εργοστάσια σε συνθήκες μεσαίωνα. Να ένα δείγμα της δικής του αφήγησης. “Αντικείμενο εργασίας μου ήταν να καλύπτω τα δοχεία με το βερνίκι: Πρώτα, με ένα φύλλο λαδόχαρτου και μετά με ένα κομμάτι μπλε χαρτιού. Μετά τα έδενα με σπάγγο και στο τέλος έκοβα κοντά και ταιριαστά το χαρτί, γύρω από το στόμιο, έτσι που έμοιαζε με δοχείο αλοιφής, που έβρισκε κανείς σε φαρμακείο. Όταν ολοκλήρωνα ένα συγκεκριμένο αριθμό πακεταρισμένων δοχείων, κολλούσα στο καθένα μια τυπωμένη ετικέτα και ξανάρχιζα από την αρχή.

Δύο ή τρία άλλα αγόρια είχαν ανάλογα καθήκοντα στο ισόγειο με παρόμοιο μισθό. Ένα από αυτά, φορώντας μια κουρελιασμένη ποδιά και ένα χάρτινο καπέλο, ήρθε το πρωί της πρώτης μου Δευτέρας στην αποθήκη και μου έδειξε το κόλπο, με το οποίο έσφιγγε το σπάγγο και έδενε τον κόμπο. Ονομαζόταν Μπομπ Φάγκιν και πολύ αργότερα, λογοτεχνική αδεία, δανείστηκα το όνομά του στο μυθιστόρημα Όλιβερ Τουίστ…”.

Διάβαζε και έγραφε ασταμάτητα. Είναι ο πιο διαβασμένος συγγραφέας της αγγλόφωνης λογοτεχνίας. “Έγραψε 15 μυθιστορήματα, 5 νουβέλες, εκατοντάδες διηγήματα και μη λογοτεχνικά άρθρα. Έδωσε έναν εκτεταμένο αριθμό διαλέξεων και ήταν στρατευμένος υπέρ των δικαιωμάτων των παιδιών, της εκπαίδευσης και άλλων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων”. Ανάμεσα στα βιβλία του ξεχωρίζουν: Όλιβερ Τουίστ, Ιστορία των δύο πόλεων, Μεγάλες προσδοκίες, Χριστουγεννιάτικη ιστορία (A Christmas Carol), Δαβίδ Κόπερφιλντ.

Είναι δυνατόν να μη διαβάσουμε και Παπαδιαμάντη και Ντίκενς, ιδιαίτερα φέτος που τα Χριστούγεννα θέλουν περισσότερο φως;