Του Νίκου Τσούλια
Ποιο ονομάζω όμορφο ερώτημα και ποια όμορφη απάντηση; Όταν είναι ερώτημα πολύ απλό και δεν το σκεπτόμαστε εύκολα αλλά έχει όμως νόημα και αξία, όταν η απάντηση αποκαλύπτει μια σοφία είτε της φύσης είτε του ανθρώπου.
Σκεφτείτε το ερώτημα του Νεύτωνα: “Γιατί τα σώματα πέφτουν προς τα κάτω”; Φαίνεται ερώτημα ανόητο, αφού και το ρήμα πέφτω επινοήθηκε για κάτι φυσιολογικό – που δεν επιδέχεται ερώτηση. Σκεφτείτε και την απάντησή του, τη δύναμη της βαρύτητας που συνδεσμώνει όλα τα σώματα, που συνέχει όλο το σύμπαν – την απάντηση που άλλαξε όλο τον πολιτισμό του ανθρώπου, μέχρι και την εποχή του Αϊνστάιν, που ξανά άλλαξε τον κόσμο, χωρίς βέβαια να αναιρεθεί η ιδέα του Νεύτωνα.
Πιάνει φωτιά σε ένα πευκόδασος μεγάλης ηλικίας. Η φωτιά σαρώνει τα πάντα. Να λοιπόν η ερώτηση, που είναι και επίκαιρη μετά τα όσα συνέβησαν στην Εύβοια, στην Ηλεία κλπ. Πώς γίνεται και ξαναφυτρώνουν τα πεύκα μετά τη φωτιά όταν τα μεν δέντρα ως ρητινούχα μάλιστα δεν μπορούν να ξαναβλαστήσουν και οι κουκουνάρες έχουν γίνει παρανάλωμα;
Και να η σοφή απάντηση από τη φύση, από τη ζωή. Να σημειώσω εδώ παρενθετικά κάτι. Η σοφία του ανθρώπου δεν προέκυψε από το πουθενά. Είναι εξελικτική συνέχεια (και θεαματική μετεξέλιξη) της σοφίας της ζωής, της ζωής που είναι πάντα επινοητική, πάντα δημιουργική! Την απάντηση λοιπόν την αντιγράφω από ένα εκπληκτικό επιστημονικό (και φοβερά γλαφυρό) βιβλίο. Είναι το “Περί φυτών αφηγήματα” του καθηγητή Γ. Μανέτα.
“Το πεύκο έχει δύο ειδών κώνους (κουκουνάρες). Οι κανονικές ανοίγουν για να διασκορπιστούν τα σπέρματα, όταν τα τελευταία ωριμάσουν. Οι πυροενεργοποιούμενες κουκουνάρες όμως παραμένουν κλειστές για πολλά χρόνια, ακόμη και όταν τα σπέρματα στο εσωτερικό τους είναι εντελώς ώριμα… Είναι μια παρακαταθήκη σπερμάτων στις ερμητικά κλειστές κουκουνάρες της δεύτερης κατηγορίας που θα ανοίξουν μόνο μετά από φωτιά. Τότε, στις βραδυφλεγείς αυτές κουκουνάρες του τσουρουφλισμένου και ενδεχομένως νεκρού γίγαντα, τα λέπια θα ανοίξουν. Τότε θα ξεπηδήσουν τα ελαφρά σπέρματα με το πτερό τους, που – χορεύοντας στο ρυθμό του ανέμου – θα προσγειωθούν για να φυτρώσουν μαζικά στο καθαρισμένο από τη φωτιά έδαφος…
Στις πυροενεργοποιούμενες κουκουνάρες η φωτιά δίνει απλώς το σύνθημα για να ξεκλειδώσει η βαριά πύλη και να τεθεί στη συνέχεια ένας αργός ωρολογιακός μηχανισμός που θα εξασφαλίσει ότι η έξοδος των σπόρων δεν θα γίνει βιαστικά. Στο εσωτερικό αυτών των κώνων η θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους 44ο C – αρκεί έξω η θερμοκρασία του περιβάλλοντος (με τη φωτιά) να μην ξεπερνά τους 400ο C και το θερμικό κύμα να μη διαρκεί πάνω από 3 λεπτά”. Εντυπωσιακή πυροπροστασία λοιπόν με άνοιγμα χρονοκαθυστέρησης για να έχει περάσει η φωτιά!
Και έτσι το πευκόδασος μπορεί να ταξιδεύει στο χρόνο με την εκπληκτική στρατηγική επιβίωσης που έχει διαμορφώσει. Θα αντιμετωπίσει πρόβλημα ύπαρξης μόνο στην περίπτωση που τα πεύκα δεν είναι πολύ ώριμα και δεν έχουν ακόμα βγάλει τις κουκουνάρες τους.
Και μια προσωπική αναφορά. Μικρός είχα ένα σχετικό ερώτημα. Γιατί κάποιες κουκουνάρες δεν ανοίγουν και μένουν μόνιμα κλειστές, για ποιο λόγο υπάρχουν; Αλλά δεν τολμούσα να ρωτήσω, γιατί εκτιμούσα ότι οι μεγάλοι θα το ήξεραν και θα γελούσαν με την ερώτησή μου. Τελικά, μαθαίνω τώρα – τυχαία διαβάζοντας το προανεφερθέν βιβλίο – ότι υπήρχε λόγος ύπαρξης για τις κλειστές κουκουνάρες! Και τι λόγος…
Και εγώ νιώθω μια περίεργη ικανοποίηση τόσο για το ότι το ερώτημά μου έχει νόημα όσο και για την εκπληκτική “απάντηση” των πεύκων.
Γνώση πάντα και παντού…