1. Στό σημερινό μου κήρυγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, θά σᾶς πῶ λίγα λόγια γιά τήν συγκαλουμένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο, ὅπως τήν ἔχουν ὀνομάσει. Καί ἄλλοτε σᾶς μίλησα γι᾽αὐτό τό θέμα, γιατί εἶναι θέμα σοβαρό γιά τήν ἐκκλησιαστική καί πνευματική μας ζωή, καί σάν χριστιανοί σεῖς, μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πρέπει νά εἶστε γνῶστες τῶν ὅσων συμβαίνουν στήν ἱερή μας οἰκογένεια.
Κάθε ἐπίσκοπος ὑποχρεοῦται νά καταθέσει τήν κατά τήν συνείδησή του θέση γιά τό σοβαρό αὐτό γενονός, τῆς σύγκλησης τῆς Μεγάλης Συνόδου, καί πρέπει νά ἐκφράζει ἐλεύθερα τήν γνώμη του, χωρίς νά φοβᾶται κάποια περιφρόνηση ἤ καί ἐπίπληξη γι᾽αὐτά πού θά πεῖ. Ἄφοβα, λοιπόν καί ἐγώ, ἀλλά μέ φόβο πρός τόν Θεό καί σεβασμό πρός τούς Σεβασμιωτάτους Ἱεράρχες καί ἀκόμα ἐντροπή πρός τό λαό τοῦ Θεοῦ, θέλω νά ἐκφράσω στό κήρυγμά μου αὐτό ὅ,τι λέγει ἡ ἀρχιερατική μου συνείδηση γιά τήν συγκαλουμένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο τῶν Ὀρθοδόξων.
2. Κατά πρῶτον λέγω, ὅτι γιά νά γίνει δεκτή ἀπό τούς Ὀρθοδόξους ἡ Σύνοδος αὐτή και νά ἰσχύσουν ὡς δόγματα οἱ ἀποφάσεις της, πρέπει νά βαίνει στήν ἴδια γραμμή ὅλων τῶν προηγουμένων Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας «Ἐπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσι»! Εἶναι τό πρῶτο αὐτό πού πρέπει νά εἰπωθεῖ στήν Μεγάλη Σύνοδο. Ὅτι δηλαδή ἡ συνερχομένη Σύνοδος δέχεται ὅλες τίς μέχρι τώρα Οἰκουμενικές καί Τοπικές Συνόδους τῆς Ὀρθοδόδου Ἐκκλησίας μας.Ἐπομένως πρέπει νά δεχθεῖ καί τίς δύο Συνόδους, τήν μία τό 879 ἐπί Ἱεροῦ Φωτίου καί τήν ἄλλη τό 1351 ἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, οἱ ὁποῖες καταδικάζουν τίς πλᾶνες τοῦ Παπισμοῦ.
Μία Σύνοδος, χριστιανοί μου, συγκαλεῖται γιά νά καταδικάσει τίς αἱρέσεις καί νά ρυθμίσει τήν εὐταξία τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν σωτηρία τῶν πιστῶν. Μαζί μέ τήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ, μιά ἄλλη μεγάλη αἵρεση, πού ἀπό χρόνια κάνει μεγάλη ζημιά, εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός. Ἐμεῖς οἱ Ἱερεῖς καί οἱ Ἀρχιερεῖς εἴμαστε φοβερά ἔνοχοι ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι δέν μιλᾶμε σέ σᾶς τούς χριστιανούς γιά τήν μεγάλη αὐτή αἵρεση, γιά νά σᾶς προφυλάξουμε ἀπό τόν κίνδυνο. Ξέρετε, χριστιανοί μου, τί σημαίνει Οἰκουμενισμός; Εἶναι ἕνα ἀνακάτωμα ὅλων τῶν αἱρέσεων καί τῶν ψεύτικων θρησκειῶν, γιά μιά ἑνότητα τάχα τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἄγαλμα ἐκεῖνο πού ἔστησε ὁ Ναβουχοδονόσορας καί ἐκάλεσε τούς ἄρχοντες καί τούς ἀξιωματούχους ὅλων τῶν λαῶν νά τό προσκυνήσουν, γιά νά ἑνωθοῦν ὅλοι σέ μία θρησκεία (βλ. Δαν.κεφ.3). Πολύ μεγάλη ἡ αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅσο δέν μποροῦμε νά τό καταλάβουμε. Καί εἶναι μαζί μέ τόν Παπισμό οἱ δύο μεγάλες αἱρέσεις τοῦ αἰῶνος μας. Θέλουμε, λοιπόν, ἀφοῦ ὁ σκοπός τῶν Συνόδων γενικά εἶναι ἡ καταδίκη τῶν αἱρέσεων, θέλουμε καί ἀπαιτοῦμε ἡ συγκαλουμένη Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος νά καταδικάσει ὡς αἱρέσεις καί τόν Παπισμό καί τόν Οἰκουμενισμό.
3. Ὡς διαχωριστική γραμμή μας μέ τίς αἱρέσεις καί πολεμική πρός τόν Οἰκουμενισμό, εἶναι νά τονισθεῖ ἀπό τήν Σύνοδο ὅτι ΜΙΑ εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη. Πολύ λυπᾶμαι, ὅταν καί ὑψηλοί στό βαθμό ρασοφόροι χρησιμοποιοῦν τόν ἱερό καί βαθύ ὅρο «Ἐκκλησία» καί γιά τούς αἱρετικούς καί ὁμιλοῦν γιά «Ρωμαϊκή Ἐκκλησία», γιά «Ἀγγλικανική Ἐκκλησία», κτλ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι χρησιμοποιούσαμε παλαιότερα καταχρηστικῶς τίς ἐκφράσεις αὐτές, κακῶς βέβαια, ἀλλά σήμερα μέ τόν κίνδυνο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ δέν πρέπει νά χρησιμοποιοῦνται. Ἀκοῦστε, χριστιανοί μου, γιά νά καταλάβετε ὅτι ἡ ἔκφραση «Ἐκκλησία» μόνο γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους πρέπει νά λέγεται. Τό τί εἶναι «Ἐκκλησία» δέν μποροῦμε νά τό νοήσουμε, γιατί εἶναι μυστήριο. Γι᾽αὐτό καί δέν ἔχουμε ὁρισμό τό τί σημαίνει «Ἐκκλησία». Ἀλλά ἔχουμε ἕνα ὡραῖο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου περί Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι «Ἐκκλησία ἐστί τό θυσιαστήριον», ἡ Ἁγία Τράπεζα, δηλαδή (βλ. Ἐφεσ.5,2. Τραλ.7,2. Φιλ.4).
«Ἐκκλησία», λοιπόν, εἶναι αὐτό πού γίνεται πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία. Μόνο στήν Θεία Λειτουργία λαμβάνουμε νόημα τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία. Ἀκοῦστε τώρα: Ἀφοῦ μέ τούς Παπικούς καί τούς Ἀγγλικανούς καί τούς ἄλλους αἱρετικούς δέν μποροῦμε νά τελέσουμε μαζί τήν Θεία Λειτουργία στό Ἱερό Θυσιαστήριο, ἅρα αὐτοί δέν εἶναι Ἐκκλησία. Γιατί «Ἐκκλησία εἶναι τό Θυσιαστήριον», μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος. ΜΙΑ, λοιπόν, εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ΜΙΑ καί ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΣ, καί αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ ἀλήθεια θέλουμε νά τονισθεῖ ἀπό τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο.
4. Τό κυριώτερο ὅμως, ἀδελφοί χριστιανοί, σέ μία Σύνοδο εἶναι ἡ Σύναξη τῶν Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι τήν συγκροτοῦν, εἶναι ἡ πνευματική κατάσταση τῶν Ἐπισκόπων πού συνέρχονται. Γιατί, γιά νά εἶναι θεόπνευστες οἱ ἀποφάσεις μιᾶς Συνόδου, πρέπει νά εἶναι καί φωτισμένοι οἱ Πατέρες πού τήν συγκροτοῦν. Ἤ, τουλάχιστον, νά εἶναι μερικοί ἀπό αὐτούς φωτισμένοι καί οἱ ἄλλοι νά ἀκολουθοῦν τήν γνώμη, πού διατυπώνουν αὐτοί. Ἔτσι ἀπό μία Σύνοδο θά μπορεῖ νά εἰπωθεῖ αὐτό πού ἔγραψαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι γιά τήν δική τους Ἀποστολική Σύνοδο, «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν» (Πραξ.15,28). Ἄς μήν νομίζουμε δέ ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα στίς Συνόδους ἐνεργεῖ μηχανικά. Ὅτι, δηλαδή, ἄν ποῦν στήν ἀρχή οἱ Ἱεράρχες μιά προσευχή, ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα σ᾽αὐτούς καί γίνονται αὐτομάτως φωτισμένοι καί παίρνουν λοιπόν φωτισμένες ἀποφάσεις. Ὄχι! Δέν εἶναι ἐδῶ ὅπως στά Ἱερά Μυστήρια, πού καί ἀνάξιος νά εἶναι ὁ λειτουργός τελεῖται τό Μυστήριο. Ἐδῶ πρόκειται γιά ἁγιότητα καί γιά θεολογία τῶν μελῶν τῆς Συνόδου. Γιά νά γίνουμε φωτισμένοι πρέπει νά ζοῦμε ἀσκητικά καί καθαρά, νά ἔχει κλίνει ὁ νοῦς μας σταθερά πρός τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τοιοῦτοι ἦταν οἱ Πατέρες τῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως τό γνωρίζουμε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοσή μας καί ὅπως τό βλέπουμε στά ἱερά εἰκονίσματά τους μέ φωτοστέφανα στήν κεφαλή τους.
Ὁ πατερικός θεολόγος τῶν τελευταίων ἐτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, μακαριστός πατήρ Ἰωάννης Ρωμανίδης, μᾶς λέγει τά ἑξῆς σπουδαῖα: «Βασική προϋπόθεση ὄχι μόνο τῶν Οἰκουμενικῶν, ἀλλά καί τῶν Τοπικῶν, εἶναι ὅτι, ἐκεῖνοι πού συνεδριάζουν σ᾽αὐτές εἶναι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον βρίσκονται στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Ἀλλά ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ δέν ἀρχίζει ὅταν ποῦν τήν ἐναρκτήριο προσευχή μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου…». Καί λέγει μέ πόνο στήν συνέχεια ὁ μακαριστός Καθηγητής: «Σήμερα πού σπανίζει ἡ νοερά προσευχή στούς Ἐπισκόπους καί δέν ἔχουν συναντήσει ποτέ ἕναν πνευματικό πατέρα σέ πνευματική κατάσταση, εἶναι δυνατόν αὐτοί νά βγάλουν Ὀρθόδοξες ἀποφάσεις;». Καί ὅταν –λέγουμε ἐμεῖς- οἱ συνερχόμενοι σέ μιά Σύνοδο Ἱεράρχες εἶναι παραβάτες τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ὅπως οἱ συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικούς γιά παράδειγμα, εἶναι δυνατόν νά βγάλουν Ὀρθόδοξες ἀποφάσεις;
5. Ἀλλά ἐλπίζουμε στούς ἁγίους Ἱεράρχες τῆς Συνόδου, πού σάν ἅγιοι θά εἶναι καί φωτισμένοι. Στούς ἐναρέτους, τέλος πάντων Ἱεράρχες, οἱ ὁποῖοι ὅμως, καί ἄν δέν εἶναι ἅγιοι μελετοῦν τήν πατερική καί ὄχι τήν μεταπατερική θεολογία καί θά θεολογήσουν ὡς στόματα τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὑπέρ τούτου ἡμεῖς «τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».
Ἀλλά, παρά τήν καλή μας ἐλπίδα, καί παρά τίς πολλές δεήσεις τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ, ἄν οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου δέν εἶναι σύμφωνες μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, τότε ἐμεῖς, ἁπλούστατα, δέν θά δεχθοῦμε τίς ἀποφάσεις αὐτές, ἀλλά θά τίς ἀπορρίψουμε. Γιατί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία μας μᾶς διδάσκει ὅτι πάνω ἀπό τίς Συνόδους εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Καί ὅταν λέγουμε Ἐκκλησία ἐννοοῦμε ὄχι μόνο τούς Πατριάρχες καί Ἱεράρχες καί ὅλο τόν κλῆρο, ἀλλά καί τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος, κατά τήν Πατριαρχική Ἐγκύκλιο τοῦ 1848, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ εἶναι «ὁ φύλαξ τῆς Ὀρθοδοξίας, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας».
Μέ πολλές εὐχές Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἱερεμίας