Αυτός και το άπλετο τοπίο. Μέσα στους πάγους και…συντροφιά με την ανάσα του.
Ο Βιάτσεσλαβ Κορότκι είναι εξ αντικειμένου ο πιο μοναχικός άνθρωπος του πλανήτη. Κι αυτό διότι το επάγγελμα που κάνει τον έχει… καταδικάσει σε έναν μονήρη βίο – δίχως συνεργάτες και περισπάσεις από ανθρώπους.
Το να είναι κανείς μετεωρολόγος δεν τον καθιστά αυτομάτως μοναχικό, όμως η περίπτωση του Κορότκι είναι τελείως διαφορετική.
Πριν από 30 χρόνια το ρωσικό κράτος τον διόρισε στη θέση του μετεωρολόγου σε ρωσικά πλοία και εν συνεχεία στη Χοντοβαρίκα – ένα από τα πλέον απομακρυσμένα σημεία της Αρκτικής. Δουλειά του είναι να μετράει καθημερινά τη θερμοκρασία, τους ανέμους, το χιόνι και τα λοιπά μετεωρολογικά δεδομέναΓια τους συμπατριώτες του Ρώσους θεωρείται ένας «polyamiki», δηλαδή «άνθρωπος-εξερευνητής των πόλων», ένας από τους τελευταίους που έχουν μείνει πλέον στη χώρα. Το αξιοσημείωτο με τον Κορότκι είναι ότι στην κανονική του ζωή δεν είναι μοναχικός. Δεν είναι εργένης, δεν αποδέχθηκε αυτή τη θέση διότι έτσι και αλλιώς θεωρούσε τον εαυτό του αποσυνάγωγο της κοινωνίας. Αντιθέτως, μπορεί να μην κατάφερε να κάνει παιδιά, αλλά είναι παντρεμένος. Μόνο που για να δει τη γυναίκα του περνάει μια ολόκληρη περιπέτεια. Η σύζυγός του ζει στον Αρχάγγελο, μια πόλη που βρίσκεται μια ώρα απόσταση από εκεί που είναι ο Κορότκι. Όχι όμως με το αυτοκίνητο ή με τρένο, αλλά με ελικόπτερο.
Το ζευγάρι δεν έκανε ποτέ παιδιά. Μάλιστα, όπως παραδέχεται ο Κορότκι, κάθε φορά που επισκέπεται τον Αρχάγγελο νιώθει τρόμο, καθώς έχει να αντιμετωπίσει τη βουή της πόλης: τους δρόμους, τα φανάρια, τα οχήματα, τους ανθρώπους. Ό,τι δηλαδή δεν βλέπει καθημερινά στην αχανή στέπα που ζει.
Ο 63χρονος Κορότκι αποτέλεσε το θέμα της φωτογράφου Ευγενίας Αρβουγκάγιεβα, που για τις ανάγκες του φωτογραφικού project που ετοίμαζε χρειάστηκε να περάσει πολλές μέρες μαζί του και να ζήσει από κοντά την απόκοσμη μοναξιά της Αρκτικής. Ο New Yorker φιλοξένησε κάποιες από τις φωτογραφίες της σειράς, που αποτυπώνουν με ιμπρεσιονιστικά χρώματα την εύγλωττη μοναξιά του ανθρώπου μπρος στο γιγάντιο σκηνικό της φύσης.
«Οι πόλεις τού είναι κάτι ξένο – δεν μπορεί να το αποδεχτεί», λέει η Αρβουγκάγιεβα για τον Κορότκι. «Πίστευα ότι θα γνωρίσω έναν μοναχικό άνθρωπο που έτρεξε να ξεφύγει από τον κόσμο εξαιτίας κάποιας βαριάς τραγωδίας που τον βρήκε. Δεν είναι αλήθεια όμως. Δεν νιώθει ποτέ μόνος. Χάνεται μέσα στην τούνδρα, μέσα στις χιονοθύελλες. Δεν έχει την αίσθηση του εαυτού που έχουμε οι περισσότεροι άνθρωποι. Είναι σαν να είναι ο ίδιος ο άνεμος… Είναι σαν να είναι ο ίδιος ο καιρός», λέει η ίδια.