Γράφει ο Αρχιμ.
Αρσένιος Κωτσόπουλος
Οὐαί τῇ ψυχῇ αὐτῶν, διότι βεβούλευνται βουλήν…
πονηράν καθ’ ἑαυτῶν εἰπόντες. Δήσωμεν τόν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστί. Τοίνυν τά γεννήματα τῶν ἔργων αὐτῶν φάγονται (Ἡσ. Γ΄ 10).
Ὅταν οἱ λίγοι παράνομοι «δένουν τόν δίκαιο» καί οἱ πολλοί ἀδιαφοροῦν, τότε ὅλο τό ἔθνος τους ὁδηγεῖται μέ μαθηματική ἀκρίβεια στήν ὁλική καταστροφή. Ἄς δοῦμε πρωτίστως τόν παλαιό Ἰσραήλ.
Τά ἕντεκα παιδιά τοῦ Ἰακώβ δίωξαν τόν ἀδελφό τους Ἰωσήφ, τόν ἀγαπημένο τοῦ πατέρα τους, καί αὐτό εἶχε δραματικές συνέπειες γιά ὅλο τόν κόσμο.
Μεγάλος λιμός ἔπεσε στή γῆ, καί στά χρόνια τῶν ἰσχνῶν ἀγελάδων τά ἀδέλφια του κατέληξαν νά τόν προσκυνοῦν, μέ φόβο καί τρόμο, γιά νά τούς προμηθεύσει σιτάρι προκειμένου νά ἐπιβιώσουν.
Κι ὁ Ἰωσήφ ὡς ἄκακος πού ἦταν δέν τούς τιμώρησε ἀλλά ἡ ἴδια ἡ κακία τους.
Οἱ ἄδικοι Ἑβραῖοι, πού κυνήγησαν τόν δίκαιο, ἔμειναν 400 χρόνια σκλάβοι στούς Αἰγυπτίους. Στήν Παλαιά Διαθήκη διαβάζουμε πώς ἡ ἁμαρτία ἑνός ἀνθρώπου μπορεί νά διαιωνιστεῖ ἕως τήν ἕβδομη γενιά. Ἀλλά οἱ Ἑβραῖοι,ὅπως κι οἱ Βυζαντινοί, ταλαιπωρήθηκαν ἀπό τίς ἁμαρτίες ἐπί δεκατέσσερις γενιές.
Ἄς δοῦμε καί τόν νεότερο Ἰσραήλ. Οἱ παράνομοι Ἑβραῖοι, αὐτοί δηλαδή πού ἦσαν «κοντά» στόν Θεό, σκότωσαν ἀτιμωτικά τόν δίκαιο Ἰησοῦ, τόν Χριστό μας.
Ἡ φιλαργυρία τοῦ μαθητῆ Ἰούδα καί ὁ φθόνος τῶν «ἐκπροσώπων» τοῦ Θεοῦ ἀνέβασαν τόν Θεό στό Σταυρό. Αὐτό ὅμως εἶχε δραματικές συνέπειες γιά ὅλο τό ἔθνος τοῦ Ἰσραήλ.
Ὁλάκερο ἐξοβελίστηκε ἀνά τόν κόσμο καί γιά 1.900 περίπου χρόνια, μακριά ἀπό τήν πατρίδα, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν σκορπισμένοι καί περιπλανώμενοι στά ἔθνη.
Ἄς δοῦμε ὅμως καί τό Βυζάντιο. Οἱ ἁμαρτίες τῶν Βυζαντινῶν καί ἡ ἔλλειψη δικαίων, ἤ μᾶλλον ὁ παραγκωνισμός αὐτῶν, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά μείνουν καί αὐτοί, ὅπως ὁ παλαιός Ἰσραήλ, 400 χρόνια σκλάβοι στούς Τούρκους.
Δέν εἶναι τυχαῖο πού οἱ Ἁγιορεῖτες μοναχοί στούς νεότερους χρόνους ἀποκαλοῦσαν τόν Καποδίστρια νέο Μωυσή τοῦ καταδυναστευομένου νέου Ἰσραήλ, ἅμα τῇ ἀφίξει του στήν Ἑλλάδα.
Ἄς ἔρθουμε λοιπόν στή νεότερη ἐποχή. Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πρίν ἀκόμη γίνουμε κράτος, βγαλμένοι ἀπό τή μακροχρόνια τουρκική αἰχμαλωσία, καλέσαμε τόν δίκαιο Ἰωάννη Καποδίστρια νά μᾶς δομήσει, νά μᾶς ὀργανώσει, νά μᾶς χτίσει τό ἔθνος.
Καί ἀφοῦ μᾶς ἔφτιαξε τό ἑλλαδικό «σπίτι», ἐμεῖς ἀπ’ τό φθόνο καί τή φιλαργυρία τῶν μεγαλοκαπετανέων καί τῶν ξένων συμφερόντων τόν δολοφονήσαμε. Καί ἔτσι δέν καταφέραμε νά δοῦμε τήν πρωτεύουσά μας Κωνσταντινουπολη ἀπελευθερωμένη.
Γι’ αὐτό καί εἶπε τότε ὁ μεγάλος φιλέλλην Ἐυνάρδος στό ἄκουσμα τῆς δολοφονίας του τό παροιμιῶδες: «Ὅστις ἐδολοφόνησε τόν Καποδίστρια ἐδολοφόνησε τήν πατρίδα του». Καί ἔτσι μέχρι σήμερα ἡ πατρίδα μας δέν κατάφερε νά πατήσει στά πόδια της. Ζεῖ συνεχῶς μέ ξένα δεκανίκια, τά ὁποῖα μᾶς ἔφτασαν στήν οἰκονομική, ἠθική καί ψυχική χρεοκοπία.
Δίσταζα νά γράψω τά ἀνωτέρω ὅταν μιά θαυμαστή ἔκπληξη καί συγκυρία μέ ὤθησαν. Ἕνα βράδυ δέχτηκα τηλεφώνημα ἀπό φίλο Καυσοκαλυβίτη ἱερομόναχο, τόν π. Γεώργιο. Μοῦ μίλησε γιά τόν δίκαιο Ἰωσήφ τόν πάγκαλο, τόν διωγμένο ἀλλά τελικά εὐλογημένο τοῦ Θεοῦ, καί γιά τήν αἰγυπτιακή αἰχμαλωσία τῶν ἀδίκων.
Μοῦ μίλησε καί γιά τούς δίκαιους μοναχούς πού διώκονται. Γιά ὅλους αὐτούς πού ἀδικοῦνται καί οἱ ἄλλοι ἀδιαφοροῦν.
Μοῦ εἶπε μέ πόνο μεταξύ ἄλλων: «Πάτερ μου, ὅσοι πολεμοῦν τούς δικαίους μοναχούς καί ὅσοι ἀδιαφοροῦν στίς ραδιουργίες ἐναντίον τους ἔχουν ἄσχημα ξεμπερδέματα στή ζωή τους. Χτυπιοῦνται σκληρά ἀπό τόν πειρασμό, ἐνῶ ὁρισμένοι πεθαίνουν ἔχοντας χάσει τά λογικά τους».
Μέ προβλημάτισε. Εἶπα μέσα μου «σκληρός ὁ λόγος του». Ὅμως εἶχε δίκιο, ὅπως θά φανεῖ στή συνέχεια. Τήν ἑπομένη, 21 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα Παρασκευή, ἐκτάκτως λειτούργησα στόν Προφήτη Ἠλία Παγκρατίου γιά μιά ἀσθενούσα κοπέλα καί γιά τά ἑξάμηνα τῆς μητέρας μου. Τήν ὥρα πού διάβαζα τό Εὐαγγέλιο, παραλίγο νά χάσω τά λόγια μου.
Ἦταν τά σκληρά λόγια τοῦ Χριστοῦ στό κατά Λουκάν, πού ἦρθαν νά ἐπικυρώσουν τίς σκέψεις τοῦ π. Γεωργίου, τά ὁποῖα ὁ Ἰησοῦς ἀπευθύνει στούς ἑβδομήκοντα μαθητές Του ὅταν τούς καλεῖ στό ἀποστολικό ἀξίωμα.
Μεταξύ ἄλλων τούς λέγει πώς ἄν κάποια πόλη δέν σᾶς ἀποδεχθεῖ καί ἀπορρίψει τόν θεῖο λόγο σας, ἐξέλθετε αὐτῆς ἀλλά νά ξέρετε πώς τά Σόδομα καί τά Γόμορρα θά εἶναι ἀνεκτότερα τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἀπό αὐτή τήν πόλη.
Ἄς ἀκούσουμε τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ: «Εἰς ἥν δ’ ἄν πόλιν εἰσέρχησθε καί μή δέχωνται ὑμᾶς, ἐξελθόντες εἰς τάς πλατείας αὐτῆς εἴπατε• καί τόν κονιορτόν τόν κολληθέντα ἡμῖν ἀπό τῆς πόλεως ὑμῶς εἰς τούς πόδας ἡμῶν ἀπομασσόμεθα ὑμῖν• πλήν τοῦτο γινώσκετε, ὅτι ἤγγικεν ἐφ’ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. λέγω δέ ὑμῖν ὅτι Σοδόμοις ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀνεκτότερον ἔσται ἤ τῇ πόλει ἐκείνῃ» (Λουκ. ι΄ 10-12).
Ἕναν μαθητή καί μάλιστα ἀπό τόν εὐρύ κύκλο μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ θά ἀπέρριπταν καί ὁλόκληρο τό ἔθνος θά καιγόταν περισσότερο ἀπό τά Σόδομα καί τά Γόμορρα.
Ὁ μεγάλος διορατικός τῆς ἐποχῆς μας ἅγιος Πορφύριος πρίν φύγει ἀπό αὐτόν τόν κόσμο φώναζε ἐμπόνως κι ἔλεγε: «Διαβάστε μωρέ τό τρίτο κεφάλαιο τοῦ Ἠσαΐα! Μιλᾶ καί γιά τήν ἐποχή μας».
Καί εἶναι πολύ ἀφυπνιστικό αὐτό τό κείμενο. Ἀκτινογραφεῖ μέ φοβερή ἀκρίβεια τήν κρίση τῆς ἐποχῆς μας. Ὅποιος τό διαβάσει θά καταλάβει.
Γιατί αὐτή ἡ παρακμή; Μία ἡ αἰτία. Τό δέσιμο τοῦ δικαίου. Ὅπως τότε στόν παλαιό Ἰσραήλ καί σήμερα στό ἔθνος μας: «Οὐαί τῇ ψυχῇ αὐτῶν, διότι βεβούλευνται βουλήν πονηράν καθ’ ἑαυτῶν εἰπόντες. Δήσωμεν τόν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστί. Τοίνυν τά γεννήματα τῶν ἔργων αὐτῶν φάγονται» (Ἡσ. Γ΄ 10).
Ἄς ἐπανέλθουμε στόν δίκαιο Καποδίστρια. Δυστυχῶς δέν σκοτώσαμε μόνο τό σῶμα του, πρίν ἀπό 185 χρόνια, ἀλλά δολοφονοῦμε συνεχῶς μέχρι καί σήμερα τήν ἔνθεη μνήμη του. Κάθε χρόνο γιορτάζουμε τήν 25η Μαρτίου, ἡμέρα ἐθνεγερσίας ἀπό τόν τουρκικό ζυγό. Δηλαδή τό σκάμμα πού ἄνοιξαν κάποιοι ἥρωες στόν τόπο μας.
Καί τήν 27η Σεπτεμβρίου τήν προσπερνοῦμε ἀβρόχοις ποσί. Καί ἔτσι γιορτάζουμε τό σκάμμα καί ὄχι τήν οἰκοδομή. Γιορτάζουμε τό λάκκο καί ὄχι τό σπίτι.
Αὐτόν πού βρῆκε μηδέν μαθητές στά ἀνύπαρκτα ἑλληνικά σχολεῖα καί ἄφησε 14.000 μέχρι τή δολοφονία του, τόν πατέρα τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ, τόν πρῶτο μεταβυζαντινό κυβερνήτη τοῦ ἔθνους καί ἐνορχηστρωτή τῆς εὐρωπαϊκῆς ἑνότητας τόν ἀγνοοῦμε παντελῶς. Δέν γιορτάζουν τά σχολεῖα, δέν ἔχουμε σχετικές τιμητικές ἐκδηλώσεις.
Πρίν ἀπό δώδεκα χρόνια μιά εὐλογημένη ὁμάδα ἀνθρώπων, ἀποφάσισαν νά ἐπανεκδώσουν τίς 930 ἐπιστολές τοῦ Καποδίστρια, οἱ ὁποῖες 180 χρόνια πρίν ἦσαν χαμένες κάτω ἀπό τίς στάχτες τῆς ἑλλαδικῆς λησμονιᾶς.
Ὅμως καμία κρατική καί ἰδιωτική «πόρτα» δέν ἄνοιξε τότε πού ἔρρεε ἄπληστα ἀκόμα τό χρῆμα στήν Ἑλλάδα, γιά νά ἀγκαλιάσει αὐτή τήν προσπάθεια.
Καί μετά ἦρθε ἡ βαθιά οἰκονομική κρίση πού δέν ἔχει τελειωμό. Τά λόγια τοῦ προφήτη Ἠσαΐα ἀντηχοῦν στά αὐτιά μου: «Θέλησαν νά δέσουν τόν δίκαιο, ὅμως θά πληρώσουν ἀκριβά ὅλες αὐτές τίς παρανομίες τους. Θά γευτοῦν τούς καρπούς τῶν βρόμικων ἔργων τους». Καί μιλᾶ γιά ἀκαταστασία. Γιά πείνα, γιά δίψα, γιά στέρηση βασικῶν ἀγαθῶν.
Συζητοῦσα πρίν ἀπό λίγους μῆνες μέ δύο φίλους μου ἱερομονάχους, τόν π. Ἀναστάσιο καί τόν π. Λεόντιο.
Δύο λεβέντες δίδυμους Κρητικούς μοναχούς, πού ἀπό μικρά παιδιά ἔδωσαν τή ζωή τους στόν Χριστό, τήν ἀφιέρωσαν στήν Παναγιά μας, στό Ἅγιον Ὄρος. Μοῦ εἶπαν μεταξύ ἄλλων: «Πατέρ μου, ἀπό μικρά παιδιά δώσαμε τή ζωή μας στόν Χριστό.
Ὅσοι μᾶς πολέμησαν μέ ὕπουλους καί ἰδιοτελεῖς τρόπους, ἔπαθαν μεγάλη ζημιά στή ζωή τους. Τούς ξεφτίλισε ὁ Θεός. Δέν τό λέμε μέ κακία, ἀλλά μέ πόνο. Ἐμεῖς δέν ἔχουμε κανέναν ἄλλο νά μᾶς προστατέψει παρά μόνο τόν Χριστό, πού ἀπό μικρά Τοῦ ἀφιερωθήκαμε».
Δέν ἔχουμε ἄλλο μονοπάτι. Ἄν δέν προστατεύουμε τόν ἀδικημένο, ἐκθέτουμε τόν ἑαυτό μας σέ μεγάλους πειρασμούς.
Ὁ Θεός μέ τό στόμα τοῦ Ἠσαΐα βροντοφωνεῖ καί στό πρῶτο κεφάλαιο: «Ρύσασθαι ἀδικούμενον».
Προστατέψτε τόν ἀδικημένο δηλαδή. «Είδάλλως δέν θέλω οὔτε τίς προσευχές σας, οὔτε τίς νηστεῖες σας, οὔτε τίς ἀργίες σας, οὔτε τίς θυσίες σας» (βλ. Ἠσ. Α΄ 13-14).
Αὐτόν τόν καιρό διαβάζω μιά φοβερή μελέτη τοῦ βαθυστόχαστου ἔνθεου ἁγίου τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, μέ τόν τίτλο Πόλεμος καί Βίβλος.
Μιλᾶ γιά τούς πολέμους τῆς Βίβλου ἀλλά καί γιά ὅλους τούς ἄλλους τῆς παγκόσμιας ἱστορίας.
Τό συμπέρασμά του πολύ σημαντικό. Ἡ ἁμαρτία ἑνός στρατιώτη τόν καιρό τοῦ πολέμου μπορεῖ νά παρασύρει ὅλο τόν λαό σέ ἥττα.
Ἔτσι ἐνῶ οἱ Ἑβραῖοι νίκησαν πολύ εὔκολα στήν Ἰεριχώ τούς πολυπληθεῖς κατοίκους της, μέσα στήν πόλη Γαί ἔχασαν ἀπό ἕναν ἀσήμαντο καί ἀριθμητικά μικρό λαό. Ἡ αἰτία ἦταν ἡ ἁμαρτία ἑνός στρατιώτη πού ἔκλεψε τιμαλφή, εἰδωλικά νομίσματα, ἀπό τήν Ἰεριχώ (βλ. Ἰ. Ναυή Ζ΄ 5).
Ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἁγιότητα τοῦ νεαροῦ στρατιώτη Ἀρσενίου καί κατοπινοῦ ἁγίου Παΐσίου προστάτευε ὅλο τόν λόχο τους ἀπό τίς ἐνέδρες τῶν ἀνταρτῶν τήν περίοδο τοῦ ἐμφυλίου σπαραγμοῦ στό ἔθνος μας.
Εἴμαστε λοιπόν ὅλοι συνυπεύθυνοι γιά τίς αἰχμαλωσίες τῶν ἐθνῶν. Οἱ ἁμαρτίες μας καί οἱ ἀρετές μας ἀκτινοβολοῦν στό σύμπαν.
Πηγή