Για ποιο λόγο έκλεισαν τα βιβλιοπωλεία σε αυτή τη φάση του lock down; Με ποιο σκεπτικό κρίθηκε ότι τα βιβλιοπωλεία συμβάλλουν στην εξάπλωση του κορωνοϊού; Από ποια ανάλυση προκύπτει ότι διαμορφώνουν συνθήκες συνωστισμού ή μη τήρησης των μέτρων;
Του Νίκου Τσούλια
Θεωρώ ότι είναι λάθος αυτή η αντιμετώπιση των βιβλιοπωλείων και ουσιαστικά του βιβλίου. Μπορούμε να δεχτούμε ότι το βιβλίο δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης; Σε μια τέτοια εκδοχή υιοθετούμε και επίσημα μια άκρως αντιδραστική αντίληψη, που θεωρεί κάθε έννοια προόδου μόνο ως οικονομική μεγέθυνση και ως συσσώρευση υλικών αγαθών – και ως καινοτομία ό,τι νέο φέρνουν οι νέες τεχνολογίες.
Αποδεχόμαστε δηλαδή ότι η πνευματική καλλιέργεια, η μόρφωση και η παιδεία μπορούν να βρίσκονται σε αναμονή ή σε κάποιου είδους νάρκωση μέχρι να επανέλθουμε σε κανονικές συνθήκες. Υιοθετούμε και ως πολιτεία την υποβάθμιση της καλλιέργειας της σκέψης και του στοχασμού του ανθρώπου ή θεωρούμε ότι μπορεί το βιβλίο να υποκατασταθεί από τη χρήση της τηλεόρασης και του διαδικτύου!
Μια τέτοια ενέργεια – που παίρνει και μορφή έστω προσωρινής θεσμικής υπονόμευσης του βιβλίου – πλήττει και την έννοια και τη λειτουργία της εκπαίδευσης, την έννοιά της γιατί η εκπαίδευση γεννήθηκε και πορεύεται δια μέσω των αιώνων μαζί με το βιβλίο και τη λειτουργία της, γιατί αφενός μεν τα Δημοτικά σχολεία είναι ανοιχτά και επομένως χρειάζονται βιβλία και χαρτικά και αφετέρου οι μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων πάντα προσφεύγουν σε εναλλακτικές πηγές για τη σχολική μάθηση.
Η μονόδρομη επιλογή για αγορά βιβλίων μέσω του διαδικτυακού εμπορίου δημιουργεί άλλα προβλήματα. Πρώτον, αφαιρεί την απαραίτητη λειτουργία μαθητών, βιβλιόφιλων κλπ να βρεθούν σε έναν χώρο που γι’ αυτούς είναι κομμάτι της ζωής τους και που αποτελεί την ξεχωριστή δυνατότητα να δουν το σύνολο των βιβλίων, να τα περιδιαβούν και να επιλέξουν.
Δεύτερον, τα μικρά βιβλιοπωλεία, τα βιβλιοπωλεία της γειτονιάς δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα – και χάνουν ακόμα και την παραδοσιακή εξυπηρέτηση για παραγγελία βιβλίων που δεν έχουν μια δεδομένη στιγμή. Την ίδια στιγμή υπερλειτουργούν οι μεγάλες αλυσίδες των βιβλιοπωλείων, που βλέπουν τα κέρδη τους να τραβούν την ανηφόρα και το lock down να είναι γι’ αυτές η κότα με τα χρυσά αυγά. Αλλά όλο αυτό το ετεροβαρές και απόλυτα προνομιακό για τα μεγάλα βιβλιοπωλεία σκηνικό έχει καμιά σχέση με τον ελεύθερο ανταγωνισμό, που αποτελεί και την πεμπτουσία της αγοράς; Και το πιο σημαντικό, τα μικρά και μεσαία βιβλιοπωλεία δεν οδηγούνται σε συρρίκνωση;
Θεωρώ ως ιδιαίτερα σημαντική την ερώτηση που έκανε στη Βουλή ο βουλευτής Κέρκυρας του Κινήματος Αλλαγής Δ. Μπιάγκης. Ανάμεσα σε άλλα στοιχεία της ερώτησής του αναφέρει. “Την ίδια ώρα σε ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία και το Βέλγιο που επιβλήθηκαν ανάλογοι
καθολικοί περιορισμοί στους πληθυσμούς τους, τα βιβλιοπωλεία δεν συμπεριλήφθηκαν στα νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας… Είναι αναμφισβήτητο, πως για μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού της χώρας, το βιβλίο υπήρξε ο κύριος συμπαραστάτης στην περίοδο της πρώτης φάσης της πανδημίας… Η πολιτεία οφείλει να στηρίξει με πολλούς και διαφόρους τρόπους το βιβλίο και την ανάγνωση ειδικά σε μια τέτοια κρίσιμη περίοδο που μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμος σύμμαχος για την εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας”.
Το κλείσιμο των βιβλιοπωλείων έχει και ιδιαίτερης σημασίας αρνητικό συμβολισμό, ότι το βιβλιοπωλείο δεν είναι ο φυσικός χώρος του βιβλίου, ότι το βιβλίο δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης, ότι η πνευματική καλλιέργεια δεν είναι του ίδιου επιπέδου με την απόκτηση και την κατανάλωση των υλικών αγαθών. Αλλά αυτή η μορφή υποκουλτούρας δεν συνιστά στοιχείο πολιτείας παρακμής, δεν στέλνει ένα μονοσήμαντο μήνυμα στην κοινωνία ότι γι’ αυτή τη δύσκολη περίοδο αρκεί μόνο να βγούμε βιολογικά / σωματικά ακέραιοι;
Και οι αναζητήσεις του πνεύματός μας και οι άπειρες πτυχές του ψυχοσυναισθηματικού μας κόσμου δεν υπάρχουν ούτε έχουν νόημα για τη ζωή μας;