Ο Φιντέλ Κάστρο, ο πατέρας της κουβανέζικης επανάστασης έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 90 ετών. Το νησί βρίσκεται τώρα στα χέρια του αδελφού του Ραούλ, ο οποίος αναγκάζεται να πάρει μέτρα για να αποφύγει την πτώχευση…


Ο Φιντέλ Κάστρο είχε παραχωρήσει τα ηνία της Κούβας στον αδελφό του Ραούλ από το 2006, μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας.
Εδώ και 10 χρόνια, υπό την ηγεσία του Ραούλ Κάστρο, η Κούβα ξεκίνησε μια αργή διαδικασία «από-Φιντελοποίησης», η οποία καθορίστηκε τον Απρίλιο του 2011 με την υιοθέτηση, σε ένα ιστορικό συνέδριο του κομμουνιστικού κόμματος της Κούβας, μιας σειράς οικονομικών μέτρων για να αποφευχθεί η πτώχευση. Ο Ραούλ Κάστρο οικοδόμησε, ταυτόχρονα, μια ιστορική προσέγγιση με τις ΗΠΑ, αποκαλύπτοντας έναν πραγματισμό που κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση με τον τυφλό αντι-αμερικανισμό του αδελφού του. Παράλληλα, εδώ και 2 χρόνια, οι δυτικές χώρες προσπαθούν να κυριαρχήσουν στην κουβανέζικη αγορά, η οποία θεωρείται ένα μελλοντικό Ελντοράντο.

Η οικονομία σε κρίση
Αλλά η υιοθέτηση ενός νέου σοσιαλισμού της αγοράς, τον οποίο επιχειρεί ο Ραούλ Κάστρο από το 2010 είναι δύσκολο να επιτευχθεί και η κουβανέζικη οικονομία βρίσκεται σε κρίση. Η ανάπτυξη είναι σε συνεχή πτώση και το ΑΕΠ της χώρας ανέρχεται μόνο σε 70 δις δολάρια. Οι αρχές εκτιμούσαν την ανάπτυξη σε 2% για το 2016 αλλά οι προβλέψεις δεν δίνουν πάνω από 1%. Η οικονομική κρίση της Βενεζουέλας, του βασικού εμπορικού εταίρου της Κούβας, είναι η βασική αιτία των κακών οικονομικών μεγεθών του νησιού.

21 ευρώ ο μηνιαίος μισθός στην Κούβα
Η καθημερινότητα των Κουβανών είναι δύσκολη. Ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι 584 CUP (pesos cubanos, δηλαδή 21 ευρώ). Σε αυτά προστίθενται τα 3 δις δολάρια των remesas, τα χρήματα δηλαδή που στέλνουν στο νησί οι εκατοντάδες χιλιάδες εξόριστοι Κουβανοί. Η κατανάλωση είναι εξαιρετικά αναιμική.
«Υπάρχουν σχέδια στον τομέα των υποδομών και στα ξενοδοχεία αλλά τίποτα δεν προχωράει. Τα πράγματα είναι πολύ γραφειοκρατικά και εξαρτώνται από την κεντρική διοίκηση», δηλώνει ένας δυτικός οικονομολόγος ο οποίος εργάζεται στην Αβάνα, στην εφημερίδα Le Figaro. «Δεν υπάρχουν κεφάλαια. Είναι ένα άλυτο πρόβλημα, εκτός κι αν οι Αμερικανοί κάνουν δωρεά στην Κούβα», δηλώνει, απογοητευμένος.
Πράγματι, αντί να πέσουν 2,5 δις δολάρια ξένες επενδύσεις, όπως ήλπιζαν, τα δύο τελευταία χρόνια (μετά την απόφαση του Ραούλ Κάστρο να ανοίξει τη χώρα σε ξένες επενδύσεις), το Υπουργείο Εμπορίου αναγνώρισε στις αρχές Νοεμβρίου 2016 όταν μπήκαν στην Κούβα μόνο 1,3 δις δολάρια. Κι αυτό εξαιτίας της μεγάλης γραφειοκρατίας, η οποία κληρονομήθηκε από την σοβιετική εποχή.

Ετσι, οι διαδικασίες πληρωμής είναι πολύ αργές και το κάνει κάποιος επιχειρήσεις στο νησί είναι πολύ δύσκολο. Μια ξένη επιχείρηση μπορεί να αποκλειστεί από τη μία μέρα στην άλλη, χωρίς δικαιολογία.
Παράλληλα, όπως υπενθύμισε ο Rodrigo Malmierca, υπουργός Εμπορίου της Κούβας, ορισμένοι επενδυτές φοβούνται να επενδύσουν εξαιτίας του εμπάργκο των ΗΠΑ. Ορισμένοι αμερικανοί επενδυτές επιχείρησαν τα τελευταία χρόνια να ρίξουν χρήματα στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να δώσουν ένα καπιταλιστικό πνεύμα στην οικονομία. Αποτέλεσμα, οι αρχές της Κούβας μπλόκαραν τις τελευταίες εβδομάδες την αδειοδότηση των paladares (ιδιωτικά εστιατόρια), στα οποία ήθελαν να επενδύσουν επιχειρηματίες από το Μαϊάμι.
Ετσι, τα τελευταία χρόνια, οι cuentapropistas (μικροί ιδιώτες επιχειρηματίες), που υποτίθεται ότι θα ήταν μπροστάρηδες της νέας πολιτικής, μειώθηκαν στο δεύτερο τρίμηνο του 2015: πέρασαν από τους 504.000 σε 496.000.
Και τώρα, στην Κούβα, σε αυτό το νέο πείραμα του σοσιαλιστικού καπιταλισμού, ανθεί ένα νέο είδος επιχειρηματία: οι «καπιταλιστές του γκαράζ», οι cuentapropistas, οι οποίοι άνοιξαν επιχείρηση μέσα στα γκαράζ του, άλλος μια μικρή βιοτεχνία, άλλος μια καφετέρια.

Η Le Fifaro συνάντησε τον Esteban, ένας από αυτούς τους cuentapropistas. Εζησε πολλά χρόνια στην Ισπανία και όταν ήρθε στην Κούβα αγόρασε δύο almendrones, αυτά τα παλιά αμερικανικά αυτοκίνητα που οι Κουβανοί μεταμόρφωσαν σε ταξί, και τα οποία νοικιάζει σε τοπικούς σωφέρ. «Ο κάθε οδηγός με πληρώνει 800 CUP την ημέρα (29 ευρώ), αλλά πρέπει να πληρώνω φόρους και να συντηρώ τα αυτοκίνητα», δηλώνει ο Esteban. «Χωρίς βέβαια να μιλήσουμε για τα απρόοπτα. Σε ένα βενζινάδικο της Αβάνας η βενζίνη είναι τόσο νερωμένη που παραλίγο να χάσω τη μηχανή του ταξί. Πρέπει να πάω στο εξωτερικό να δουλέψω για να μπορέσω να αγοράσω ένα τρίτο ταξί».