Δεν ήταν μόνο μια τολμηρή εξερευνήτρια, αλλά και μια πρωτοποριακή βοτανολόγος
Η Jeanne Baré (ή Barret) έκανε τον γύρο του κόσμου συμμετέχοντας στον πρώτο γαλλικό περίπλου του πλανήτη, με επικεφαλής τον ναύαρχο Louis-Antoine de Bougainville από το 1766 έως το 1769.
Το ταξίδι της δεν το λέει κανείς ομαλό. Επειδή στο γαλλικό ναυτικό δεν επιτρέπονταν γυναίκες στα πλοία, η Barret έδεσε το στήθος της με επιδέσμους και επιβιβάστηκαν στο Etoile ντυμένη σαν άντρας. Η Jeanne έγινε Jean και πήρε τη θέση της στην Ιστορία.
Γεννημένη στις 27 Ιουλίου του 1740, κόρη ενός μεροκαματιάρη στην περιοχή της Βουργουνδίας, η Barret είχε μεγάλο ενδιαφέρον για τα φυτά. Εκπαιδεύτηκε από την οικογένειά της στην ταυτοποίησή των φυτών και των φαρμακευτικών χρήσεων τους και κέρδισε τη φήμη της “γυναίκας των βοτάνων”. Αυτό τράβηξε την προσοχή του νεαρού χήρου ευγενή και επίσης βοτανολόγου, Dr. Philibert Commerçon.
Οι δυο τους έγιναν συνεργάτες και εραστές, αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Έχοντας περάσει δύο χρόνια στη σχέση τους, ο Commerçon κατάφερε να είναι ο βοτανολόγος για το γαλλικό γύρο του κόσμου. Τότε σκέφτηκε να βρει έναν τρόπο να πάρει μαζί και την Barret ως βοηθό του. Λόγω του απαγορευτικού κανόνα, το ζευγάρι σκέφτηκε ότι θα πρέπει η Barret να ζει και να μοιάζει με άνδρα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Το τέχνασμα έγινε ευκολότερο όταν τους επιτράπηκε να μοιράζονται την ίδια καμπίνα, χωρίς το υπόλοιπο πλήρωμα. Αλλά και πάλι, οι υπόλοιποι παρατηρούσαν κάποια περίεργα πράγματα στον “Jean”.
Για παράδειγμα, ο Jean ποτέ δεν ουρούσε μπροστά στους άλλους. Και κανείς δεν θυμόταν να τον έχει δει να γδύνεται μπροστά σε άλλον. Όταν όλες αυτές οι απορίες άρχισαν να γίνονται πιο έντονες, η Barret έφτιαξε μια ιστορία ότι τον είχαν ευνουχίσει κάποιοι Οθωμανοί. Έτσι, καθησύχασε κάποιους για λίγο. Αλλά η αληθινή ταυτότητά της θα ανακαλύπτονταν όταν θα έφταναν στον Νότιο Ειρηνικό.
Οι λεπτομέρειες για το πώς ανακαλύφθηκε η Jeanne διαφέρουν. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι ήταν οι κάτοικοι της Ταϊτής που ανακάλυψαν την Barret. Μια εκδοχή της ιστορίας αναφέρει και σεξουαλική επίθεση από κάποιον του πληρώματος, η οποία προκάλεσε τη δεύτερη τεκμηριωμένη εγκυμοσύνη της (η πρώτη φορά ήταν πριν το ταξίδι και το παιδί είχε δοθεί για υιοθεσία). Όλοι όμως συμφωνούν σε ένα πράγμα: η έκθεσή της σηματοδότησε το τέλος του ταξιδιού για την ίδια και τον Commerçon. Το ζευγάρι αφέθηκε στα ανοικτά της γαλλικής αποικίας του Μαυρικίου λίγο αργότερα. Μέσα στο διάστημα των επτά χρόνων που έμειναν εκεί, η Barret έκανε ακόμη ένα μωρό που δόθηκε και αυτό για υιοθεσία. Ο Commerçon πέθανε και η Barret τελικά παντρεύτηκε έναν Γάλλο στρατιώτη ο οποίος την γύρισε στην πατρίδα.
Όταν γύρισε γύρω στο 1775, η Barret ήταν μια εντελώς διαφορετική γυναίκα από εκείνη την κοπέλα που ντυμένη σαν αγόρι είχε αναχωρήσει σχεδόν μια δεκαετία πριν. Είχε δει τον κόσμο, είχε σπάσει τα όρια, έκανε ανακαλύψεις, έχασε έναν εραστή και βρήκε έναν σύζυγο. Αν και δεν υπήρχαν τυμπανοκρουσίες για να την υποδεχτούν, η γαλλική κυβέρνηση της έδωσε μια σύνταξη 200 λιβρών για ένα χρόνο επειδή είχε συλλέξει πολλά δείγματα. Επίσης κατέγραψαν ότι ήταν μια “εξαιρετική γυναίκα”. Τα επιτεύγματά της όμως διερευνήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Στο ταξίδι του 1766 συγκεντρώθηκαν πάνω από 70 φυτά και όλα πήραν το όνομα του βοτανολόγου του ταξιδιού, το Commerçon. Ο ίδιος είχε σκοπό να δώσει το όνομα της συντρόφου του σε ένα όμορφο γένος φυτών της Μαδαγασκάρης, αλλά πέθανε πριν προλάβει να δημοσιεύσει τη μελέτη του. Περισσότερα από 230 χρόνια αργότερα, ο ιστορικός Glynis Ridley έριξε φως σε αυτή την αδικία με το βιβλίο του The Discovery of Jeanne Baret.
Σε μια συνέντευξή του παραδέχτηκε ότι, “δε νομίζω ότι περίμενε ποτέ την αναγνώριση ενώ ζούσε, μόνο και μόνο επειδή τις γυναίκες που συμμετείχαν στην επιστήμη τις θεωρούσαν, στην καλύτερη περίπτωση, ως κάτι το ιδιόρρυθμο και, στη χειρότερη, μια αποστροφή”.