Η συντηρητική κοινωνία στα μέσα της δεκαετίας του ‘50, συγκλονίστηκε στο άκουσμα της είδησης πως ένα 12χρονο κορίτσι, η Σπυριδούλα, βασανίστηκε βάναυσα όταν το ζευγάρι για το οποίο εργαζόταν, ως υπηρέτρια, την έκαψε σε όλο της σώμα χρησιμοποιώντας ένα ηλεκτρικό σίδερο.
Της Μαρίας Ζαχαροπούλου NEWSBEAST
Η ιστορίας της μικρής ψυχοκόρης από τη Λαμία ήρθε να αναδείξει, με τον πιο τραγικό τρόπο, τις άθλιες συνθήκες που ζούσαν πολλά παιδιά εκείνη την εποχή δουλεύοντας ως σκλάβοι σε πλουσιόσπιτα. Η Σπυριδούλα έμελλε να γίνει το σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς αλλάζοντας, μάλιστα, τα δεδομένα της εποχής.
Η ιστορία της Σπυριδούλας Ράπτη ήταν συνηθισμένη για εκείνα τα χρόνια. Ήταν παιδί μιας πολύτεκνης και φτωχής οικογένειας από το χωριό Ματαράγκα, Αγρινίου και οι γονείς της θεώρησαν μεγάλη τύχη για τη μικρή την άφιξη του ζεύγους Βεϊζαδέ στο σπίτι τους και την υπόσχεση που τους έδωσαν ότι θα την φροντίσουν σαν παιδί τους.
Σε αντάλλαγμα της φιλοξενίας, η Σπυριδούλα θα βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού και την ανατροφή του μωρού της ευκατάστατης οικογένειας των τραπεζικών υπαλλήλων, όπως είχαν συστηθεί, από τον Πειραιά. Το καλοκαίρι του 1953, η 10χρονη τότε Σπυριδούλα, άφησε πίσω της τους γονείς, τα επτά αδέλφια της και το χωριό για μια νέα ζωή στην Αθήνα.
Τα μαρτυρικά 24ωρα
Οι προσδοκίες της, όμως, πολύ σύντομα διαψεύστηκαν καθώς τα αφεντικά της ήταν πολύ σκληρά. Η μικρή έμενε περιορισμένη στο σπίτι του ζευγαριού, έκανε δουλειές από το πρωί μέχρι το βράδυ, κυκλοφορούσε ξυπόλυτη φορώντας κουρέλια και σηκωνόταν πάντα πεινασμένη από το τραπέζι, καθώς ποτέ δεν της επέτρεπαν να φάει όσο ήθελε. «Με είχαν σαν πραγματική σκλάβα. Έκανα υπομονή και δεν μιλούσα», εξομολογήθηκε, πολλά χρόνια αργότερα.
Στα γράμματα που έστελναν στους γονείς της Σπυριδούλας, ο Γιώργος και η Αντιγόνη Βεϊζαδέ, έλεγαν πως το παιδί είναι καλά αλλά χρειάζεται λίγο χρόνο για να προσαρμοστεί. Η Σπυριδούλα είδε τον πατέρα της ένα χρόνο αργότερα, όταν την επισκέφθηκε στον Πειραιά και όταν εκείνος ρώτησε γιατί η μικρή μοιάζει αδύναμη, οι Βεϊζαδέ του απάντησαν, πως φταίει η αλλαγή του κλίματος, συμπληρώνοντας, πως δεν τρώει όσο πρέπει παρά τις προσπάθειες τους. «Ποτέ δεν με άφηναν να δω μόνο του το παιδί μου. Κάθε φορά το έβλεπα πιο κουρασμένο και αδύνατο», είχε πει ο πατέρας της μικρής.
Το βράδυ της 31ης Ιουλίου του 1955, ο Γιώργος Βεϊζαδές διαπίστωσε πως του έλειπαν 50 δολάρια. Ήταν χρήματα που προέρχονταν από τις εισπράξεις του μπαρ που διατηρούσε, μαζί με το συνεταίρο του, στην Τρούμπα. Ο ίδιος είχε πει ψέματα στην οικογένεια της Σπυριδούλας πως εργαζόταν σε τράπεζα, ενώ στη συνέχεια αποκαλύφθηκε πως είχε καταδικαστεί και για τοκογλυφία.
Οι υποψίες στράφηκαν στην Σπυριδούλα η οποία, όμως, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι πήρε τα χρήματα. Οι Βεϊζαδέ άρχισαν να την χτυπούν με ένα ξυλοκόπανο, ενώ η μικρή επέμενε πως δεν πήρε τα χρήματα. Για να τη φοβίσουν την έκλεισαν όλη τη νύχτα στο φωταγωγό του σπιτιού. Το άλλο πρωί, το σατανικό ζευγάρι σκέφτηκε έναν άλλον τρόπο για να την κάνει να… ομολογήσει. Της έβγαλαν τα ρούχα, την έδεσαν ανάσκελα πάνω στο τραπέζι του σαλονιού και άρχισαν να την καίνε με το σίδερο. Η Σπυριδούλα ούρλιαζε από τους πόνους και η Αντιγόνη Βεϊζαδέ της έβαλε ένα πανί στο στόμα και άνοιξε δυνατά τη μουσική για να μην ακούγεται στη γειτονιά. Ο Γιώργος Βεϊζαδές την έκαψε ακόμη και στο πρόσωπο «για να σε κάνω όμορφη και να με θυμάσαι», της είχε πει.
Το μαρτύριο του παιδιού κράτησε 36 ολόκληρες ώρες, με μικρές διακοπές, όταν λιποθυμούσε από τους πόνους. Το μαρτύριο της ανήλικης παραδουλεύτρας, δεν άφησε ασυγκίνητο και το μικρό κοριτσάκι της οικογένειας, που κάποια στιγμή πήρε μια παντόφλα και άρχισε να χτυπά τους γονείς του για να σταματήσουν να βασανίζουν τη Σπυριδούλα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Όταν τα πράγματα βγήκαν εκτός ορίων το ζευγάρι κλείδωσε την Σπυριδούλα στο δωμάτιο της χωρίς φαγητό και νερό αλλά, λίγες ώρες αργότερα, διαπίστωσε πως το παιδί ψηνόταν στον πυρετό και όταν φοβήθηκε πως κινδύνευε να πεθάνει στο σπίτι του, αποφάσισε να το πάει στο νοσοκομείο. Η Αντιγόνη Βεϊζαδέ έντυσε την Σπυριδούλα, τη σκέπασε με μια μπλε κουβέρτα και την πήγε στο Τζάνειο, λέγοντας στους γιατρούς, πως η μικρή κάηκε με καυτό νερό. «Προτιμότερο να με πήγαινε γυμνή. Όλα τα ρούχα που μου φόρεσε κόλλησαν πάνω μου. Κάλτσες, μαντήλι πάνω στις πληγές. Στο τέλος,μαζί με τις σάρκες μου έβγαινε και το ρούχο», θα έλεγε η Σπυριδούλα με δάκρυα στα μάτια, πολλά χρόνια αργότερα, σε συνέντευξη της στον Φρέντυ Γερμανό.
Τις επόμενες δυο ημέρες, η Αντιγόνη Βεϊζαδέ φρόντιζε την Σπυριδούλα στο νοσοκομείο και όταν το παιδί συνήλθε, επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς της ότι για τις πληγές στο κορμί του ευθύνεται το καυτό νερό το οποίο έπεσε πάνω της. Άλλωστε, την είχαν απειλήσει πως θα την έκαιγαν ζωντανή, αν έλεγε την αλήθεια. Λίγες μέρες αργότερα, όμως, η μικρή αποφάσισε να μιλήσει αποκαλύπτοντας το μαρτύριο που έζησε στα χέρια του ζευγαριού το οποίο και συνελήφθη.
Οι απολογίες
Αμέσως μετά τη σύλληψη της η Αντιγόνη Βεϊζαδέ έκανε λόγο για ατύχημα και επιχείρησε την απεμπλοκή του συζύγου της από την υπόθεση. Στην απολογία της, επέμεινε πως ήταν μόνη στο σπίτι και σιδέρωνε, όταν εκνευρισμένη ζήτησε από την Σπυριδούλα να της αποκαλύψει που είχε κρύψει το χαρτονόμισμα των 50 δολαρίων. «Μέσα στον εκνευρισμό μου την έπιασα από το χέρι, την τράβηξα κοντά μου, σήκωσα το ηλεκτρικό σίδερο επάνω της και τη φοβέρισα… Αυτή έβαλε τα κλάματα και τις φωνές και χύθηκε πάνω μου για να μου πάρει το σίδερο… Ακολούθησε πάλη και για μια στιγμή η μικρή έπεσε κάτω και το σίδερο επάνω της. Εγώ δεν της ακούμπησα το σίδερο. Και εγώ και ο άνδρας μου πάντοτε την κοιτάζαμε. Δεν της έλειπε τίποτα και φροντίζαμε να μην την κουράζουμε με πολλές δουλειές. Η Σπυριδούλα είναι ένα ευφάνταστο κορίτσι. Αυτά που λέει είναι ψέματα, φανταστικά», είπε η γυναίκα.
Ο Γιώργος Βεϊζαδές ισχυρίστηκε πως έλειπε από το σπίτι και όταν επέστρεψε και είδε σε τι κατάσταση βρισκόταν η μικρή την μετέφερε στο νοσοκομείο. Όπως είπε, ενοχλήθηκε τόσο πολύ που χαστούκισε τη γυναίκα του. «Αν είχα κακό σκοπό θα την πήγαινα στην κλινική ή θα την νοσήλευα στο σπίτι;», υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ενώπιον του ανακριτή.
Ωστόσο, η ιατροδικαστική έκθεση ήταν καταπέλτης, καθώς σε αυτή, γινόταν λόγος για εγκαύματα που κάλυπταν το 60-65% του σώματος του παιδιού που για να προκληθούν «το θύμα καθηλώθη υπό δύο αλληλοβοηθουμένων προσώπων». Το ζευγάρι προφυλακίστηκε με την κατηγορία της πρόκλησης βαριών σωματικών βλαβών. Ήταν τέτοιο το σοκ και η οργή του κόσμου που οι εφημερίδες της εποχής γράφουν, ότι όταν έγινε γνωστό πως η αστυνομία θα πήγαινε το ζευγάρι στο σπίτι του για αναπαράσταση, όλα τα παιδιά της γειτονιάς στον Πειραιά γέμισαν τις τσέπες τους με πέτρες και οι γείτονες άρπαξαν ξύλα στα χέρια τους και τους περίμεναν. Τελικά, η αυτοψία αναβλήθηκε.
Η δίκη των Βεϊζαδέ ξεκίνησε στις 30 Ιανουαρίου 1956 στο Κακουργιοδικείο Λαμίας. Οι αρχές υποχρεώθηκαν να λάβουν αυξημένα μέτρα για την προστασία των κατηγορουμένων οι οποίοι απειλήθηκαν με λιντσάρισμα από το πλήθος κόσμου που είχε συγκεντρωθεί, έξω από το δικαστήριο.
Η μαρτυρία της Σπυριδούλας, ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν συγκλονιστική, καθώς περιέγραψε κλαίγοντας, με κάθε λεπτομέρεια, τις στιγμές φρίκης που έζησε στα χέρια του Γιώργου και της Αντιγόνης Βεϊζαδέ. Οι γείτονες του ζευγαριού, οι γιατροί και οι νοσοκόμες του Τζανείου, ο ιατροδικαστής που συνέταξε την έκθεση, κατέθεσαν για την 12χρονη.
«Εκύλησε στα σκαλοπάτια, μπερδεύτηκε με το σίδερο και εκάη», είπε η Αντιγόνη Βεϊζαδέ στην απολογία της, επιμένοντας τόσο η ίδια, όσο και ο σύζυγος της στο σενάριο του ατυχήματος.
Μετά από ακροαματική διαδικασία δυο ημερών η Αντιγόνη Βεϊζαδέ καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 5 ετών και ο Γιώργος Βεϊζαδές σε 4,5 χρόνια, αφού το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και της ειλικρινούς μεταμέλειας. Επιπλέον, τους επιβλήθηκε και χρηματικό πρόστιμο 20.000 δραχμών για ψυχική οδύνη. Το Δικαστήριο έκρινε πως οι κατηγορούμενοι «έθεσαν εις προφανή κίνδυνον τη ζωήν του θύματος των, αλλά δεν εσκόπευον να επιφέρουν το αποτέλεσμα», όπως γράφει η εφημερίδα «Ακρόπολις».
Από πολλούς η ποινή που επιβλήθηκε στο ζευγάρι χαρακτηρίστηκε «ποινή χάδι», ενώ οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν σε μια άλλη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η Αντιγόνη Βεϊζαδέ, μια γυναίκα θεοσεβούμενη, όπως την παρουσίαζαν, αν και γνώριζε πως η μικρή δεν είχε κλέψει τα χρήματα την έκαψε για να την εξαγνίσει (!) από τις αμαρτίες της.
Ο Γιώργος και η Αντιγόνη Βεϊζαδέ πέθαναν μερικά χρόνια αργότερα, ενώ είναι άγνωστη η τύχη της κόρης τους. Η Σπυριδούλα υποβλήθηκε σε σειρά εγχειρήσεων και όταν ενηλικιώθηκε παντρεύτηκε και απέκτησε δυο παιδιά.
Η Σπυριδούλα, «το κορίτσι σύμβολο της βιοπάλης» και οι «Σπυριδούλα»
Η σοκαριστική ιστορία της Σπυριδούλας έγινε πρωτοσέλιδο προκαλώντας πανελλήνια συγκίνηση. Οι γονείς της Σπυριδούλας ήρθαν στην Αθήνα και την περίοδο που νοσηλευόταν, πολύ κόσμος συγκεντρωνόταν έξω από το νοσοκομείο, για να της συμπαρασταθεί και να τη βοηθήσει με κάθε τρόπο. Της πρόσφεραν δώρα, γλυκά και καλλυντικά. Την επισκέφθηκαν πολιτικοί, καλλιτέχνες, Μητροπολίτες και εκπρόσωποι φιλανθρωπικών Οργανώσεων. Γιατροί προσφέρθηκαν να τη χειρουργήσουν δωρεάν, ενώ ο γιατρός της βασιλικής οικογένειας της μετέφερε το ενδιαφέρον του βασιλιά και της υποσχέθηκε να της παρασχεθεί πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Ο τότε γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ ζήτησε από οικοδόμους και τεχνίτες να εργαστούν δωρεάν για να χτίσουν ένα σπίτι για την Σπυριδούλα «το κορίτσι σύμβολο της βιοπάλης». Στο όνομα της Σπυριδούλας έγιναν έρανοι, ακόμη και από τους ναύτες του 6ουΑμερικανικού Στόλου, που ήταν τακτικοί πελάτες του αφεντικού της, στο μπαρ που διατηρούσε στην Τρούμπα. Χρήματα για την «προίκα της Σπυριδούλας», έδωσε ακόμη και ο συνέταιρος του Γιώργου Βεϊζαδέ.
Η Σπυριδούλα δέχτηκε πρόταση να παίξει στον κινηματογράφο, κυκλοφόρησαν σπιρτόκουτα με την φωτογραφία της, γράφτηκε ποίημα για εκείνη, ενώ δέχτηκε ακόμη και πρόταση γάμου, μέσω δημοσιεύματος της εποχής, από έναν 17χρονο με τις ευλογίες των γονιών του.
Χρόνια αργότερα, το 1977, με το όνομα της Σπυριδούλας βαφτίστηκε το θρυλικό συγκρότημα του Παύλου Σιδηρόπουλου. Οι «Σπυριδούλα» πήραν το όνομα τους μετά από πρόταση του συνεργάτη τους Γιώργου Γαϊτάνου ο οποίος εμπνεύστηκε από την ιστορία της Σπυριδούλας Ράπτη. Ο κιθαρίστας του συγκροτήματος Βασίλης Σπυρόπουλος, μιλώντας για την επιλογή του ονόματος, έχει πει, πως θεώρησαν «ανατρεπτικό πέντε μαντράχαλοι να έχουν ένα γυναικείο όνομα που δεν έχει σχέση με τη ροκ κουλτούρα. Σκεφτήκαμε ότι με αυτό τον τρόπο θα φέρναμε την ροκ κουλτούρα στους δικούς μας μύθους. Γιατί για εμάς η Σπυριδούλα ήταν ένας αστικός μύθος».
Μάλιστα, λέγεται πως το όνομα ήταν και ένας από τους κύριους λόγους που η ΕΜΙ υπέγραψε συμβόλαιο με το συγκρότημα. Οι υπεύθυνοι της δισκογραφικής εταιρίας θεώρησαν πολύ καλή ιδέα να ονομάζεται «Σπυριδούλα» ένα ροκ συγκρότημα, καθώς θα του έδινε μεγάλη εμπορική δυναμική. Η συγκεκριμένη επιλογή είχε ότι χρειαζόταν από άποψη μάρκετινγκ, ήταν έξυπνο και δεν προϊδέαζε, ήταν τελείως άσχετο με το αντικείμενο της μπάντας.