Τόσο εκτός ψυγείου όσο και στην κατάψυξη –δεν συνιστάται να το διατηρούμε στο ψυγείο– μπορούμε να το κρατήσουμε για όσο καιρό θέλουμε χωρίς να ανησυχούμε για πιθανές επιπλοκές στην υγεία μας.
Σύμφωνα με το αμερικανικό Ινστιτούτο Σμιθσόνιαν, η οξύτητά του, η απουσία νερού και το υπεροξείδιο του υδρογόνου που περιέχει είναι μερικοί από τους παράγοντες που εξηγούν την αντίσταση του μελιού στο πέρασμα του χρόνου.
Αρχικά, το μέλι αποτελείται από σάκχαρα. Τα σάκχαρα είναι υγροσκοπικά, το οποίο σημαίνει ότι περιέχουν ελάχιστες ποσότητες νερού στη φυσική τους μορφή, όμως απορροφούν την υγρασία εάν δεν βρίσκονται σε σφραγισμένη συσκευασία. Ελάχιστοι μικροοργανισμοί μπορούν να επιβιώσουν σε περιβάλλον πλήρους απώλειας εργασίας κι έτσι δεν μπορούν να αλλοιώσουν τη σύσταση του μελιού.
Επίσης, το pH του μελιού είναι πολύ όξινο (3-4,5). Τα οξέα του μπορούν λοιπόν να εξουδετερώσουν σχεδόν οποιοδήποτε μικροοργανισμό προσπαθήσει να αναπτυχθεί μέσα σε αυτό.
Οι μέλισσες παίζουν επίσης καίριο ρόλο στη μοναδική σύσταση του μελιού. Το νέκταρ, η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούν οι μέλισσες για να φτιάξουν το μέλι, περιέχει αρκετό νερό (περίπου 60-80%), κατά την παραγωγή του μελιού όμως αφαιρούν την υγρασία καθώς ξηραίνουν το νέκταρ όσο κινούν τα φτερά τους. Επίσης, στο στομάχι της μέλισσας υπάρχει ένα ένζυμο που ονομάζεται γλυκοζοξειδάση. Όταν οι μέλισσες αναμασούν το νέκταρ, αναμειγνύεται με το ένζυμο και αυτό διασπάται σε δύο υποπροϊόντα, το γλυκονικό οξύ και το και το υπεροξείδιο του υδρογόνου. Το υπεροξείδιο του υδρογόνου επίσης βοηθά να εξουδετερώνονται οι μικροοργανισμοί.
Μην ξεχνάτε να κρατάτε το μέλι σφραγισμένο σε βάζο και να μην το αναμειγνύετε σε νερό, ώστε να το διατηρήσετε για πάντα!