: Ο 30χρονος, ο οποίος χθες μετά την απολογία του κρίθηκε προφυλακιστέος και σήμερα οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, περιγράφοντας στον ανακριτή, την σχέση του με την 26χρονη κοπέλα φτάνει στο σημείο να την κατηγορεί για εμπαιγμό αλλά και για έλλειψη σεβασμού προς εκείνον!

«Μόνο μια ένταση θυμάμαι, νομίζω ότι την έριξα στα βράχια» λέει για τις στιγμές του εγκλήματος της 26χρονης Γαρυφαλλιάς, την οποία ομολόγησε ότι δολοφόνησε στη Φολέγανδρο, την περασμένη Παρασκευή, εμφανίζεται στην απολογία του στον ανακριτή Νάξου ο κατηγορούμενος για το στυγερό έγκλημα που συγκλόνισε το Πανελλήνιο.

Όταν, όμως, δέχεται σειρά ερωτήσεων από το δικαστικό λειτουργό για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διέπραξε το έγκλημά του, μάλλον φείδεται απαντήσεων, καθώς το μόνο που έχει να πει είναι ότι δεν θυμάται. Αναγκάζεται, ωστόσο, από τη «βροχή» των ερωτήσεων που δέχεται να αναφέρει στην απολογία του, πως το μόνο που θυμάται -και αυτό χρησιμοποιώντας το ρήμα «νομίζω»- είναι ότι έριξε την 26χρονη στα βράχια. «Μόνο μια ένταση θυμάμαι…» λέει χαρακτηριστικά σε άλλο σημείο της απολογίας του για τις στιγμές του εγκλήματος και υποστηρίζει ότι έχει διαγνωστεί με ψυχική νόσο και ότι υπέφερε από κρίσεις πανικού, έντονο άγχος και παραισθήσεις.

«Υπάρχουν κάποια γεγονότα αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει λόγος να τα αναφέρω. Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγαινε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού και μετά γέλαγε» υποστηρίζει χαρακτηριστικά ο κατηγορούμενος για την 26χρονη κοπέλα που δολοφόνησε και συνεχίζει: «Το βασικό ήταν ότι υπήρχε αυτό έντονα στο νησί. Με οδηγούσε και εμένα σε λάθος κατευθύνσεις, καταλήγαμε σε χωματόδρομο και μετά με κορόιδευε. Ήταν μια επανειλημμένη συμπεριφορά και ήταν τόσο έντονο που μου χαλούσε την καλή διάθεση που είχα στην αρχή. Το έκανε εδώ και 5 – 6 μήνες. (…) Προσπαθούσε να με εκθέσει είτε όταν ήμασταν μόνοι μας είτε με παρέα. Εγώ είχα πει αρκετές φορές να σταματήσουμε να βρισκόμαστε γι’ αυτό το λόγο αλλά εκείνη επέμενε να συνεχίσουμε. Για κάποια θέματα είχαμε βρει λύσεις, σε αλλά σημεία έκανε τα ίδια».

Στη συνέχεια, της απολογίας του ο 30χρονος υποστηρίζει πως δεν αντιλήφθηκε πως το αμάξι στο οποίο εκείνος και το θύμα βρέθηκε στα βράχια. Τότε καλείται να απαντήσει σε μια σειρά ερωτήσεων του ανακριτή:

Κατηγορούμενος: Αρχικά δεν κατάλαβα πως έφυγε το αμάξι από τον δρόμο.

Ανακριτής: Πώς και για ποιο λόγο διαπληκτιστήκατε;

Κατηγορούμενος: Την συγκεκριμένη φορά ο λόγος ήταν ότι δεν παρακολουθούσε πως θα πάμε στο μέρος που πηγαίναμε να φάμε. Πηγαίναμε από άλλο δρόμο και μετά ξανά γυρίσαμε πίσω.

Ανακριτής: Το αμάξι σας έφυγε ή το ρίξατε εσείς εκεί;

Κατηγορούμενος: Μου έφυγε ήμασταν στο κέντρο του δρόμου και πρέπει να κάνω στροφή και ενώ διαπληκτιζόμασταν το αμάξι έφυγε από το δρόμο. Προσέκρουσε σε πέτρες.

Ανακριτής: Ο διαπληκτισμός τι μορφή είχε;

Κατηγορούμενος: Υπήρχε έντονη λογομαχία. Δε θυμάμαι συγκεκριμένα. Εγώ της είπα ότι αυτό με το χάρτη έχει γίνει πολλές φορές. Αυτή έλεγε ότι δεν πειράζει πάμε από άλλο δρόμο, αν σε ενοχλεί τόσο πολύ αυτοκτόνα.

Ανακριτής: Δεν υπήρχαν ύβρεις, προσβολές ή σωματική βία;

Κατηγορούμενος: Όχι.

Ανακριτής: Είχατε λογομαχήσει ξανά προηγουμένως;

Κατηγορούμενος: Είχαν γίνει διάφορα διάλογοι άλλες φορές πιο έντονοι. Μου έλεγε ότι έχουμε έρθει διακοπές μαζί και δεν περνάμε καλά. Είχα προτείνει εγώ να κλείσουμε εισιτήρια να γυρίσουμε πίσω αφού δεν περνούσαμε καλά αλλά η Γαρυφαλλιά επέμενε να μείνουμε.

«Δεν είχαμε καλή επικοινωνία»

Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε στη γνωριμία του με την 26χρονη κοπέλα πέρυσι το καλοκαίρι, η οποία έγινε, όπως αναφέρει στην Κόρινθο. Υποστήριξε ακόμη πως από κοινού είχαν αποφασίσει με την 26χρονη να κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ διότι «τα δωμάτια ήταν ακριβά» και πως η σχέση του με το θύμα είχε ελεύθερο χαρακτήρα, έπειτα από κοινή τους συμφωνία. «Είχαμε γνωριστεί πέρσι το καλοκαίρι στην Κόρινθο. (…) Επικοινωνούσαμε σχεδόν καθημερινά στο κινητό και στον υπολογιστή. Και οι δύο συμφωνούσαμε στην ελεύθερη σχέση. Κανείς από τους δύο δεν είχε εκφράσει επιθυμία για στενότερη σχέση», υποστηρίζει και στη συνέχεια απαντώντας σε σχετική ερώτηση του ανακριτή ισχυρίζεται πως η 26χρονη ήταν εκείνη που του πρότεινε να κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ και εκείνος συμφώνησε.

Στη συνέχεια της απολογίας του και δίνοντας τη δική του εκδοχή για τα όσα έγιναν πριν τελέσει το έγκλημά του, ο 30χρονος ανέφερε στον ανακριτή: «Την ημέρα εκείνη είχαμε κάνει μπάνιο, δε θυμάμαι πόσες ώρες πριν το συμβάν. Σηκωθήκαμε κατά τις εννιά το πρωί. Πήραμε καφέ στον Άγιο Νικολό και πήγαμε για μπάνιο στην παραλία της περιοχής Λυγαριά. Δεν θυμάμαι ακριβώς την περιοχή. Έχει και βράχια. Είχαμε πάει και σε άλλες παραλίες και κοιτάξαμε στο χάρτη και αποφασίσαμε να πάμε εκεί γιατί ήταν η πιο κοντινή. Η πρόσβαση ήταν εύκολη. Δεν κάναμε μπάνιο στο σημείο που έγινε το συμβάν. Κάνουμε μπάνιο στην παραλία της περιοχής Λυγαριά, όχι στο σημείο που βρέθηκε το αυτοκίνητο».

Ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως φεύγοντας από την παραλία που έκαναν μπάνιο ήθελαν να πάνε για φαγητό. «Όμως χαθήκαμε και αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε στο χωματόδρομο με κατεύθυνση αυτή τη φορά από τον Άγιο Γεώργιο προς Λυγαριά. Περί τα 100 – 200 μέτρα, μετά την παραλία της Λυγαριάς, πίσω προς Άνω Μεριάς σε απόκρημνο σημείο έγινε το συμβάν», είπε στη συνέχεια της απολογίας του.

Ανακριτής: Μέχρι τότε ήταν όλα καλά;

Κατηγορούμενος: Δεν είχαμε καλή επικοινωνία, δεν περνούσαμε καλά. Καθίσαμε για μπάνιο περίπου μια ώρα και αποφασίσαμε μαζί να φύγουμε να πάμε κάπου να φάμε.

Ανακριτής: Τον χάρτη τον είχε η Γαρυφαλλιά;

Κατηγορούμενος: Ουσιαστικά είχαμε το GPS του κινητού της.

«Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα»

Ο κατηγορούμενος αναφέρει πως η νεαρή κοπέλα όταν το αμάξι είχε βγει από το χωματόδρομο, βγήκε από αυτό επειδή φοβήθηκε. Κατάθεσε χαρακτηριστικά: «Φώναξε γιατί βγήκαμε από το δρόμο και φοβήθηκε, ενώ δεν ήταν κάτι εσκεμμένο. Νομίζω μια φορά φώναξε βοήθεια». Όπως ισχυρίζεται τη στιγμή εκείνη «θόλωσε» και «κλείδωσε» το μυαλό του. «Εγώ κατάλαβα ότι φωνάζει για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι εγώ φταίω σε κάτι και να με εκθέσει για άλλη μία φορά. Είχαμε τσακωμό μπροστά στο αμάξι. Το αμάξι δεν το έβαλα σε λειτουργία. Δε θυμάμαι πόσα μέτρα απέχει το αμάξι από το χείλος του γκρεμού», υποστήριξε ο 30χρονος.

Ανακριτής: Τι έγινε ακριβώς;

Κατηγορούμενος: Μόνο μία ένταση θυμάμαι.

Ανακριτής: Σας χτύπησε;

Κατηγορούμενος: Όχι.

Ανακριτής: Την χτυπήσετε;

Κατηγορούμενος: Όχι.

Ανακριτής: Την ακουμπήσατε;

Κατηγορούμενος: Όχι.

Ανακριτής: Τι θυμάστε;

Κατηγορούμενος: Την έσπρωξα. Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα.

Ανακριτής: Προς τα πού την σπρώξατε;

Κατηγορούμενος: Νομίζω προς τον γκρεμό. Δεν είχε παραλία.

Ανακριτής: Έπεσε στο γκρεμό;

Κατηγορούμενος: Την έσπρωξα και έπεσε κι αυτό που θυμάμαι εγώ ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυπάει στα βράχια.

Ανακριτής: Την είδατε να πέφτει;

Κατηγορούμενος: Δεν είδα πως κατέληξε μέσα στο νερό. Κατέβηκα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμάμαι αν είχε αίματα. Ίσως είχε στο πρόσωπο αίμα. Δεν θυμάμαι σε πιο σημείο του προσώπου. Δε θυμάμαι τί φορούσε. Όταν την είδα ήταν σαν να συντονίστηκα. Μπήκα στο νερό την έβγαλα έξω και προσπάθησα να της κάνω τεχνίτες αναπνοές. Δε γνωρίζω την τεχνική. Την τράβηξα με τα χέρια. Ήταν βαθιά εκεί.

Ο 30χρονος δηλώνει, ωστόσο, στον ανακριτή πως δεν γνωρίζει πως βρέθηκε το φόρεμα, τα σανδάλια και το κολιέ της κοπέλας, δίπλα στο σημείο που ανασύρθηκε. «Δεν υπήρχε κάποια πάλη. Όταν έκανα τεχνίτες αναπνοές δεν αντιδρούσε, στην αρχή έβγαλε κάτι απ’ το στόμα της σαν αφρό και μετά δεν έκανε κίνηση. Δεν ανέπνεε. Πήρα σφυγμό αλλά δεν αντελήφθην σφυγμό. Δεν άκουσα τη φωνή της και δεν θυμάμαι αν είχε ανοιχτά τα μάτια. Θυμάμαι μόνο ότι τα χείλη της ήταν μελανιασμένα», είπε.

Ερωτηθείς από τον ανακριτή γιατί δεν κάλεσε γιατρό ή κάποια βοήθεια, ο 30χρονος υποστήριξε ότι τα είχε χάσει και πως δεν ήξερε τι έκανε. Λέει χαρακτηριστικά απαντώντας στις σχετικές ερωτήσεις του δικαστικού λειτουργού: «Τα είχα χάσει. Εγώ έφυγα από την αντίθετη μεριά από το σημείο κολυμπώντας. Δεν θυμάμαι πόση ώρα μετά έφυγα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα κολυμπούσα. Κολύμπησα αρκετή ώρα και βγήκα σε βράχια. Απ’ ότι θυμάμαι την τσάντα μου την έριξα στην θάλασσα. Το βράδυ εκείνο κοιμήθηκα στο λόφο…».

Απάντηση δεν έδωσε ο κατηγορούμενος ούτε στις ερωτήσεις του ανακριτή σχετικά με το πού βρίσκεται το κινητό του θύματος και το δικό του. Ωστόσο, στην επόμενη ερώτηση για το πώς εξηγεί τη συμπεριφορά του, ο 30χρονος ανέφερε στην απολογία του τα εξής: «Εμφάνισα ψυχιατρικό επεισόδιο πρώτη φορά το 2014 – 2015 με έντονη εγκεφαλική λειτουργία, έντονο άγχος, ζαλάδες, φοβίες και παραισθήσεις ότι με παρακολουθούν. Για το λόγο αυτό μετά από παρότρυνση των γονιών μου επισκέφτηκα ιδιώτη ψυχίατρο στην Κόρινθο».

Στη συνέχεια το 2015, όπως κατέθεσε, εξετάστηκε σε ψυχιατρική κλινική δημόσιου νοσοκομείου και εκεί, όπως υποστήριξε, διαγνώστηκε με ψυχική νόσο και του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή. «Ακολούθως το 2020 εκδήλωσα ψυχιατρικό επεισόδιο στο χώρο εργασίας μου και συγκεκριμένα κρίσεις πανικού, έντονο άγχος και παραισθήσεις. Έτσι εξετάστηκα από ιδιώτη ψυχίατρο συνοδευόμενος από τους γονείς μου, στην οποία έκανα συνεδρίες επί τέσσερις μήνες και μου χορήγησε το φάρμακο (…) το οποίο όμως διέκοψα αυθαίρετα ύστερα από 5-6 μήνες» ανέφερε ο 30χρονος για να προσθέσει: «Τελευταία φορά επισκέφτηκα τον Ιούνιο του 2021 τον ψυχίατρο (…) και έκανα μαζί του τρεις συνεδρίες την τελευταία 7 Ιουλίου 2021, ο οποίος δε μου χορήγησε φαρμακευτική αγωγή. Τον τελευταίο ψυχίατρο τον επισκέφτηκα γιατί νόμιζα πάλι ότι με παρακολουθούν, ότι δεν μπορούσα να επικοινωνήσω, είχα ασυνεννοησία και προβλήματα με την Γαρυφαλλιά. Είχα προσπαθήσει πολλές φορές να διακόψω τη σχέση μαζί της αλλά μετά με καλούσε να ξαναβρεθούμε συνέχεια. Εγώ το συνέχιζα και προσπαθούσα να κατανοήσω τους λόγους που γινόταν αυτό στα ανθρώπινα πλαίσια και στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού».

Ολοκληρώνοντας την απολογία του ο κατηγορούμενος είπε: «Γι’ αυτό που συνέβη σίγουρα δεν ήμουν ο εαυτός μου. Πραγματικά λυπάμαι γι’ αυτό που συνέβη και μακάρι να είχαν έρθει τα πράγματα αλλιώς».

Κούγιας: Είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος – Κανένα απο τα έγγραφα της δικογραφίας δεν βεβαιώνει ότι ο δράστης είχε διπολική διαταραχή.

Από τη μελέτη της δικογραφίας που σχηματίστηκε εις βάρος του δράστη της ανθρωποκτονίας της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου, προκύπτουν χωρίς κανένα ενδοιασμό και καμία επιφύλαξη τα εξής:

1.- Ο δράστης του εγκλήματος είναι ένας υγιέστατος άνθρωπος που ποτέ δεν έχει νοσηλευθεί σε καμία ψυχιατρική κλινική σε οιοδήποτε μέρος της υφηλίου.

2.- Ο δράστης προσκόμισε κατά την απολογία του κάποια έγγραφα, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, αποδεικνύουν ότι είχε διπολική διαταραχή, και ειδικότερα προσκόμισε δύο βεβαιώσεις από δύο ψυχιάτρους, εκ των οποίων βεβαιώσεων όμως ουδεμία βεβαιώνει ότι ο δράστης είχε διπολική διαταραχή.

Το σημαντικό είναι ότι στην πιο πρόσφατη από τις δύο βεβαιώσεις ο υπογράφων ψυχίατρος δεν του συνιστά να ακολουθήσει οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή και δεν του χορηγεί κανένα ψυχοφάρμακο.

3.- Από τη γνωμάτευση του Ιατροδικαστή κ. Μπογιόκα αποδεικνύεται, κατά την κρίση μου, ότι ο δράστης σχεδίασε με απόλυτη ηρεμία την ανθρωποκτονία εις βάρος της αείμνηστης Γαρυφαλλιάς, με την οποία, όπως ο ίδιος παραδέχεται, ευρίσκετο σε μια συνεχή αντιπαράθεση λόγω του ανωτέρου μορφωτικού επιπέδου της και των συντηρητικών απόψεών της και, αφού πρώτα σκοπίμως οδήγησε το αυτοκίνητό του σε αυτή τη βραχώδη ερημική περιοχή, ώστε να μην υπάρχει καμία δυνατότητα σωτηρίας του θύματος, πραγματοποίησε το ανθρωποκτόνο σχέδιό του χτυπώντας το ανυπεράσπιστο θύμα με τρομερά χτυπήματα στο κεφάλι, κατά τον ιατροδικαστή με θλων όργανο, και, όταν η κοπέλα εκλιπαρούσε να σταματήσει ζητώντας βοήθεια και προσπαθώντας να τον αποφύγει με όσες δυνάμεις της είχαν απομείνει, αυτός την κυνηγούσε, της έσκιζε τα ρούχα και συνέχιζε να τη χτυπά στο κεφάλι, με αποτέλεσμα τα ρούχα της, ένα κολιέ και ένα σκουλαρίκι να βρεθούν κατά τη μαρτυρική προσπάθεια διαφυγής της από το αυτοκίνητο μέχρι τη θάλασσα, έως το άκρο της βραχώδους περιοχής, απ’ όπου, αφού κατέρρευσε αναίσθητη, ο δράστης πιστεύοντας ότι είναι νεκρή, την εκσφενδόνισε στη θάλασσα, όπως συνέβη και στην υπόθεση της αείμνηστης Τοπαλούδη, για να εξαφανίσει το πτώμα της, ώστε πιθανότατα να ισχυριστεί ότι εκείνη εξαφανίστηκε, όχι γιατί αυτός τη δολοφόνησε, αλλά με δική της επιλογή.

Αυτές είναι κατά την κρίση μου οι πρώτες διαπιστώσεις, όπως επίσης κατά την κρίση μου ο δράστης δεν παρέμεινε στη συγκεκριμένη περιοχή όλο το χρονικό διάστημα μέχρι να τον εντοπίσουν οι αστυνομικοί, αλλά προσπάθησε να διαφύγει, πλην όμως αυτό ήταν αδύνατο, αφού το αυτοκίνητο δεν μπορούσε να μετακινηθεί και δεν κατόρθωσε να βρει έναν ασφαλή τρόπο διαφυγής.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025