Όλοι τα έχουν δει στα ράφια των σουπερμάρκετ, πολλοί τα έχουν δοκιμάσει και αρκετοί τα έχουν εντάξει στο καθημερινό τους διαιτολόγιο. Ο λόγος για τα «λειτουργικά τρόφιμα», που έχουν κάνει την εμφάνισή τους στην αγορά τα τελευταία χρόνια.
Με τον παραπάνω όρο αναφερόμαστε σε τρόφιμα και ροφήματα, τα οποία, πέρα από το σύνολο των θρεπτικών συστατικών που προσφέρουν, ασκούν ευεργετική δράση σε μία ή περισσότερες λειτουργίες του οργανισμού, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της υγείας και την πρόληψη της εμφάνισης ασθενειών.
Στην κατηγορία αυτή, περιλαμβάνονται τρόφιμα εμπλουτισμένα με συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά (όπως γαλακτοκομικά προϊόντα με ασβέστιο και βιταμίνη D ή προϊόντα δημητριακών με β-γλυκάνες), τρόφιμα στα οποία έχουν προστεθεί βιοενεργά συστατικά που φυσιολογικά δε θα περιέχονταν σε αυτά (όπως προϊόντα επάλειψης με φυτικές στερόλες ή στανόλες), τρόφιμα από τα οποία έχει απομακρυνθεί κάποιο συστατικό ή μέρος αυτού (όπως τυριά χαμηλών λιπαρών), καθώς και τρόφιμα που εκ φύσεως έχουν αυξημένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά με ευεργετικές ιδιότητες.
Σε γενικές γραμμές, η ενσωμάτωση των εν λόγω προϊόντων σε ένα υγιεινό διαιτολόγιο φαίνεται ότι μπορεί να προσφέρει οφέλη για την υγεία. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι τα λειτουργικά τρόφιμα δεν αποτελούν «πανάκεια» ούτε μπορούν να λειτουργήσουν ως υποκατάστατα ενός ισορροπημένου διατροφικού προτύπου.
Από την άλλη, ο εμπλουτισμός ενός τροφίμου με κάποιο ευεργετικό συστατικό, δεν το καθιστά αυτόματα «υγιεινό», αφού μπορεί να περιέχει και δυνητικά «επιβλαβή» συστατικά. Για παράδειγμα ένα προϊόν γιαουρτιού με προβιοτικά μπορεί να διαθέτει ταυτόχρονα αυξημένη περιεκτικότητα σε πρόσθετα σάκχαρα.
Συνεπώς, οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στον τρόπο με τον οποίο επιλέγουν τα παραπάνω τρόφιμα, λαμβάνοντας υπόψιν όχι μόνο τους ισχυρισμούς υγείας του εκάστοτε λειτουργικού τροφίμου, αλλά παράλληλα το σύνολο της διατροφικής τους πρόσληψης, το είδος και τη σύσταση του τροφίμου, καθώς και την προτεινόμενη μερίδα κατανάλωσης, η οποία αναμένεται να προσφέρει το προσδοκώμενο όφελος.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού, επιστημονική συνεργάτη
Με τον παραπάνω όρο αναφερόμαστε σε τρόφιμα και ροφήματα, τα οποία, πέρα από το σύνολο των θρεπτικών συστατικών που προσφέρουν, ασκούν ευεργετική δράση σε μία ή περισσότερες λειτουργίες του οργανισμού, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της υγείας και την πρόληψη της εμφάνισης ασθενειών.
Στην κατηγορία αυτή, περιλαμβάνονται τρόφιμα εμπλουτισμένα με συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά (όπως γαλακτοκομικά προϊόντα με ασβέστιο και βιταμίνη D ή προϊόντα δημητριακών με β-γλυκάνες), τρόφιμα στα οποία έχουν προστεθεί βιοενεργά συστατικά που φυσιολογικά δε θα περιέχονταν σε αυτά (όπως προϊόντα επάλειψης με φυτικές στερόλες ή στανόλες), τρόφιμα από τα οποία έχει απομακρυνθεί κάποιο συστατικό ή μέρος αυτού (όπως τυριά χαμηλών λιπαρών), καθώς και τρόφιμα που εκ φύσεως έχουν αυξημένη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά με ευεργετικές ιδιότητες.
Σε γενικές γραμμές, η ενσωμάτωση των εν λόγω προϊόντων σε ένα υγιεινό διαιτολόγιο φαίνεται ότι μπορεί να προσφέρει οφέλη για την υγεία. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι τα λειτουργικά τρόφιμα δεν αποτελούν «πανάκεια» ούτε μπορούν να λειτουργήσουν ως υποκατάστατα ενός ισορροπημένου διατροφικού προτύπου.
Από την άλλη, ο εμπλουτισμός ενός τροφίμου με κάποιο ευεργετικό συστατικό, δεν το καθιστά αυτόματα «υγιεινό», αφού μπορεί να περιέχει και δυνητικά «επιβλαβή» συστατικά. Για παράδειγμα ένα προϊόν γιαουρτιού με προβιοτικά μπορεί να διαθέτει ταυτόχρονα αυξημένη περιεκτικότητα σε πρόσθετα σάκχαρα.
Συνεπώς, οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στον τρόπο με τον οποίο επιλέγουν τα παραπάνω τρόφιμα, λαμβάνοντας υπόψιν όχι μόνο τους ισχυρισμούς υγείας του εκάστοτε λειτουργικού τροφίμου, αλλά παράλληλα το σύνολο της διατροφικής τους πρόσληψης, το είδος και τη σύσταση του τροφίμου, καθώς και την προτεινόμενη μερίδα κατανάλωσης, η οποία αναμένεται να προσφέρει το προσδοκώμενο όφελος.
Από τη Χριστίνα Κατσαρού, επιστημονική συνεργάτη