Η επανάσταση του 1821, ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας, που γοήτευσε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη, κανονικά θα έπρεπε να είναι μία ιστορία ανεξάντλητης έμπνευσης για τον ελληνικό κινηματογράφο. Αντιθέτως, όμως, οι κινηματογραφικές παραγωγές, με θέμα το ’21, πρέπει να θεωρούνται ελάχιστες, καμιά δεκαριά και οι περισσότερες πλέον θεωρούνται «καλτ», για να αποφευχθούν οι χαρακτηρισμοί που τους αξίζουν.

Χωρίς υπερβολή, εκτός απ’ ορισμένες εξαιρέσεις, ήταν ταινίες ιδιαίτερα χαμηλής ποιότητας, με κακογραμμένο σενάριο σχεδόν πάντα, παραγωγές που έδειχναν τη φτώχεια τους και την προχειρότητά τους, τις περισσότερες φορές προπαγανδιστικές, με ηρωικές φανφάρες, που έφταναν στο γκροτέσκο, παρουσιάζοντας Έλληνες και Τούρκους μονοδιάστατα, σχεδόν γραφικά και φυσικά μακριά από την ιστορική αλήθεια, αν και αυτό όταν πρόκειται για κινηματογράφο είναι το μικρότερο ελάττωμα – δείτε και το πλήθος των αμερικανικών ταινιών για τους ινδιάνους ή τον αμερικανικό εμφύλιο.

Και όμως η επανάσταση του ’21 θα μπορούσε να είναι μια σπουδαία ευκαιρία για αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσες ταινίες, καθώς εκτός από τον πλούτο των γεγονότων, έχουμε σπάνιου ενδιαφέροντος χαρακτήρες, σύνθετες προσωπικότητες, που υπήρχαν κυρίως στην ελληνική πλευρά, αλλά και από την τουρκική. Επίσης, υπάρχουν πολυεπίπεδα κοινωνικά και προσωπικά ζητήματα που θα μπορούσαν να αναδείξουν το χαρακτήρα, τις χάρες και τα ελαττώματα της φυλής, τις παθογένειες της χώρας, αλλά και αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει…»

Θα πρέπει να παρατηρήσουμε, επίσης, ότι υπάρχουν μορφές του Αγώνα, όπως ο Γιώργος Καραϊσκάκης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μακρυγιάννης κα, που είναι εξαφανισμένες από τις ταινίες του είδους, λες και θα ενοχλούσαν ένα σύστημα αξιών, αλλά και θα χάλαγαν τις προτεραιότητες ή το αστικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκονταν οι παραγωγοί της εποχής.

Υπάρχει βεβαίως ακόμη ένα πρόβλημα, καθώς οι περισσότερες ταινίες γυρίστηκαν στην παρακμή του λεγόμενου εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου και μάλιστα όταν έκαναν κουμάντο στα πλατό οι συνταγματάρχες και τα σενάρια τα εξέταζαν οι κολαούζοι των χουντικών, πολλές φορές και οι λοχίες που εμπνέονταν από τα κηρύγματα μίσους των επιφανών εκπροσώπων της δικτατορίας.

Ωστόσο, υπάρχουν και δικαιολογίες. Βάσιμες. Όπως ότι η παραγωγή μίας ιστορικής ταινίας και ειδικά της εποχής της επανάστασης απαιτούσε πολλά χρήματα. Χρειάζονταν εκατοντάδες κομπάρσοι (αυτό λόγω χούντας δεν ήταν και τόσο πρόβλημα, αφού υπήρχαν «πρόθυμα» φανταράκια), άλογα, όπλα, γιαταγάνια, κοστούμια, εκπαίδευση των ηθοποιών για τις μάχες της εποχής (δεν πεθαίνουμε από εχθρικό βόλι …πλονζάροντας) πολλά εξωτερικά γυρίσματα και άλλα πολλά και δαπανηρά.

Τέλος πάντων, αυτές τις ταινίες έχουμε, αυτές θα δούμε παρακάτω, αν και μπορούμε πάντα να ελπίζουμε ότι μπορεί να γυριστεί στο μέλλον μια αξιοπρεπής, αν μη τι άλλο, ιστορική ταινία για το ’21. Πάντως, εδώ και δεκαετίες, κάθε 25 Μαρτίου βλέπουμε από τα κανάλια το πολύ τέσσερις πέντε ταινίες, πάντα τις ίδιες, όπως τον «Παπαφλέσσα», τους «Σουλιώτες», τη «Μαντώ Μαυρογένους».

Έτσι, με αφορμή τον επικείμενο εορτασμό της εθνικής εορτής, 198 χρόνια από την επανάσταση, ας θυμηθούμε όλες τις ταινίες που γυρίστηκαν για την ιστορική αυτή εποχή, ποιοι ήταν οι συντελεστές τους πίσω και μπροστά από την κάμερα, αλλά και να επιχειρήσουμε μία συνοπτική και πραγματικά καλοπροαίρετη κριτική επισκόπησή τους.

«Ζάλογγο, το Κάστρο της Λευτεριάς»

Από τις πρώτες, μπορεί και η πρώτη ταινία για το ’21 και ίσως από τις πλέον αξιοπρεπείς παραγωγές παρά τις δυσκολίες της εποχής, καθώς η ταινία γυρίστηκε το 1958. Σκηνοθέτης της ήταν ο Στέλιος Τατασόπουλος, ένας από τους πρωτομάστορες του ελληνικού σινεμά, που προσπάθησε να φέρει το νεορεαλισμό στη χώρα μας, γύρισε πολλά μελοδράματα και σίγουρα δεν του δόθηκαν οι ευκαιρίες που άξιζε. Η παραγωγή ήταν της «ΑΝΖΕΡΒΟΣ», μίας εταιρίας που έκανε μερικές από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες, ενώ το σενάριο ήταν του Θ. Τέμπου και η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.

Το θέμα της καταπιάνεται με την ηρωική μάχη των Σουλιωτών εναντίον του Αλή Πασά με αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλλα και τον Κόγκα Δράκο. Μετά την προδοσία του Πήλιου Γούση, το Σούλι καταλαμβάνεται από τους Τουρκαλβανούς και οι Σουλιώτισσες για να μην πέσουν στα χέρια τους ρίχνονται στο γκρεμό του Ζαλόγγου με τα μωρά τους, ενώ ο καλόγερος Σαμουήλ ανατινάζει το Κούγκι. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Τζαβάλας Καρούσος, Ανδρέας Ζησιμάτος, Νίνα Σγουρίδου, Βύρων Πάλλης, Δήμος Σταρένιος, Γιάννης Σπαρίδης, Νίκος Φέρμας, κα.

«Μπουμπουλίνα»

Την ίδια περίπου εποχή, ο Κώστας Ανδρίτσος γυρίζει την «Μπουμπουλίνα», μία σχετικά ευπρόσωπη παραγωγή, στην οποία κυριαρχεί η μορφή της Ειρήνης Παππά (Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα), η οποία στέκει αγέρωχη με τη μεσογειακή της εμφάνιση, δίνοντας έναν άλλο αέρα στην ταινία. Από κοντά ο πολύ καλός Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στο ρόλο του κακού, ενώ εμφανίζονται και οι Ανδρέας Μπάρκουλης, Μιράντα Μυράτ, Χριστόφορος Νέζερ, Γκίκας Μπινιάρης, Γεωργία Βασιλειάδου.

«Η Λίμνη των Στεναγμών»

Ακόμη μία ταινία με την Ειρήνη Παππά, την οποία γύρισε το 1959 ο Γρηγόρης Γρηγορίου και αποτελεί ακόμη μία παραγωγή που ξεφεύγει από τη γενική εικόνα των ταινιών του είδους.

Εκτός από την ελκυστική και πάντα γοητευτική Παππά, πρωταγωνιστούν και οι Ανδρέας Μπάρκουλης, στο ρόλο του Μουχτάρ, γιο του Αλή Πασά, τον οποίο ερμηνεύει ο επιβλητικός Τζαβάλας Καρούσος. Επίσης, παίζουν οι Ελένη Ζαφειρίου, Δημήτρης Καλλιβωκάς, Ανδρέας Ζησιμάτος κα.

Η ταινία στέκεται περισσότερο στον έρωτα της Ελληνίδας καλλονής και του Τούρκου «πρίγκιπα», αλλά και στο αρρωστημένο πάθος του Αλή Πασά για αυτήν, παρά στις διαφορές Ελλήνων και Τούρκων. Η ταινία τελειώνει με την κυρά Φροσύνη να πέφτει στη λίμνη των Ιωαννίνων και τον Μουχτάρ να θρηνεί…

«Σαράντα Παλικάρια»

Ταινία που περισσότερο κολλάει με τα βουκολικά δράματα της εποχής παρά με την επανάσταση του ’21 και μάλλον έχει ξεχαστεί ακόμη και απ’ τους «συλλέκτες» του κινηματογραφικού είδους.

Τη γύρισε το 1961 ο Γιώργος Πετρίδης, ο οποίος με αφηγείται στα όρια της γραφικότητας την ιστορία ενός τσοπάνου που ακολουθεί στο βουνό τον Κίτσο και τα παλικάρια του, που πολεμούν τους Τούρκους. Παίζουν μεταξύ άλλων, Άντζελα Ζήλεια, Ανδρέας Ντούζος, Κώστας Ρηγόπουλος, Κώστας Καζάκος και Λαυρέντης Διανέλλος.

«Η έξοδος του Μεσολογγίου»

Οι τελευταίες ημέρες της ιστορικής πολιορκίας του Μεσολογγίου και η απελπισμένη αλλά και θαρραλέα έξοδος των αποκλεισμένων από τους Τούρκους υπερασπιστών της πόλης, γυρισμένη από τον Δημήτρη Δούκα το 1965. Η ταινία έχει αδυναμίες, κυρίως τεχνικές και σεναριακές, αλλά σίγουρα δεν τη λες κακή. Αντιθέτως, έχει ορισμένες καλές στιγμές με βασικότερες όταν εμφανίζεται ο Μάνος Κατράκης, αυτό το θηρίο της υποκριτικής. Παίζουν ακόμη οι Τζαβαλάς Καρούσος, Άννα Ιασωνίδου, Ίλια Λιβυκού, Τάκης Εμμανουήλ, Χριστόφορος Ζήκας κα.

«Παπαφλέσσας»

Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το «Μπεν Χουρ» της ελληνικής παραγωγής, καθώς η ταινία αυτή, που γύρισε το 1971 εντελώς επιφανειακά και χωρίς έμπνευση ο Ερρίκος Ανδρέου, έχοντας η αλήθεια ως εμπόδιο και ένα σενάριο εντελώς συμβατικό με την εποχή. Η παραγωγή, που ήταν μία σύμπραξη του Φίνου και του Τζέιμς Πάρις, ήταν η ακριβότερη της εποχής ίσως και όλων των εποχών για την Ελλάδα, καθώς κόστισε τότε το εξωφρενικό ποσό των 12 εκατομμυρίων δραχμών.

Υπήρξαν εκατοντάδες κομπάρσοι, πολλά εξωτερικά γυρίσματα και πάμπολλοι πρωταγωνιστές της εποχής που παίζουν μικρούς ρόλους.

Κι όμως η ταινία έχει και τεράστιες τεχνικές αδυναμίες, όπως τα γυρίσματα των μαχών που δεν είναι λίγα, αλλά ιδιαιτέρως ψεύτικα, που πολλές φορές προκαλούν το γέλιο, όπως με τις ατσαλάκωτες και κατάλευκες φουστανέλες των παλικαριών που εφορμούν. Σκηνές που αποτελούν για πολλούς ένα παιχνίδι παρατηρητικότητας με τις γκάφες και τις γραφικότητες. Φυσικά το σενάριο δεν έχει και πολύ σχέση με την πραγματικότητα, ενώ υπάρχουν σαφείς νύξεις κατά των «Φιλικών», καθώς αυτοί παρέπεμπαν στους κακούς Ρώσους.

Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, βοηθούμενος, για πρώτη φορά, από τα παραπανίσια κιλά του και το επιβλητικό ράσο δεν είναι κακός, παρότι υπερβολικός και ορισμένες φορές θυμίζοντας το ρόλο του στην «Υπολοχαγό Νατάσα», ο Δημήτρης Ιωακειμίδης λες και γεννήθηκε για το ρόλο αυτό, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, είναι συμπαθέστατος, ενώ και ο Στέφανος Στρατηγός στο ρόλο του Ιμπραήμ σπάει ελαφρώς τη μονοδιάστατη εμφάνιση των Τούρκων, όπως γίνεται στην ίδια ταινία με τον Φερνάντο Σάντσο (Δράμαλης). Παίζει σχεδόν η εθνική Ελλάδος της εποχής, μεταξύ των οποίων και οι Αλέκος Αλεξανδράκης, Άγγελος Αντωνόπουλος, Χρήστος Πολίτης, Κάτια Δανδουλάκη, Λαυρέντης Διανέλλος, Θόδωρος Μορίδης, Ηλίας Λογοθέτης, Σταύρος Ξενίδης. Η «ηρωική» πομπώδης μουσική είναι του Κώστα Καπνίση.

«Μαντώ Μαυρογένους»

Ταινία του 1971, που πρέπει να μετάνιωσαν πικρά τη συμμετοχή τους σε αυτή η Τζένη Καρέζη και Πέτρος Φυσσούν, υπό την καθοδήγηση του μετρ της άρπα κόλας, Κώστα Καραγιάννη. Φυσικά κεντρική ηρωίδα η Μαντώ Μαυρογένους (Τζένη Καρέζη), που έδωσε όλη την περιουσία της για την επανάσταση, αλλά και ο έρωτάς της με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη (Φυσσούν). Γκροτέσκο καταστάσεις, εκεί που έπρεπε να κυριαρχεί το δράμα μπορεί να πέσεις κάτω από τα γέλια και σενάριο που πιστεύεις βάσιμα ότι έχει γράψει η καλύτερη μαθήτρια του γυμνασίου, που φυσικά έχει εγκρίνει και η λογοκρισία της εποχής. Παίζουν και οι Άλκης Γιαννακάς, Σταύρος Ξενίδης, Λαυρέντης Διανέλλος, Αθηνόδωρος Προύσαλης, Ντίνος Καρύδης, Γιώργος Μοσχίδης, καθώς και σε πρώτη εμφάνιση η Ελένη Ερήμου στο ρόλο του κοριτσιού «πειρασμός», θυμίζοντας με την ερμηνεία της και με βάση το σενάριο και τη σκηνοθεσία του Καραγιάννη, μια άλλη εποχή, πολύ πιο κοντινή από εκείνη της επανάστασης.

«Σουλιώτες»

Ταινία με παιδαριώδες σενάριο, που γύρισε το 1972 ο Δημήτρης Παπακωνσταντής, με μία ελαφράδα, κόντρα στο σκληρό θέμα της ιστορίας και πολλές φορές χωρίς να τηρεί κανένα κινηματογραφικό κανόνα για τις ταινίες του είδους, κάνοντάς την καλτ, για τους θαυμαστές αυτών των περιπτώσεων. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μιχάλη Περάνθη, που το αποτελειώνει μάλλον το σενάριο του Πάνου Κοντέλλη.

Πρωταγωνιστούν ο ακατάλληλος για το ρόλο Χρήστος Πολίτης, η Κάτια Δανδουλάκη, ο Γιάννης Κατράνης, η Αλέκα Κατσέλη, ο Χρήστος Καλαβρούζος και ο Φερνάντο Σάντσο, που είχε πάρει, εκείνα τα χρόνια, εργολαβία τις ηρωικές ταινίες για το ’21 και το ’40.

«Η Δίκη των Δικαστών»

Θα μπορούσε να είναι σίγουρα κάτι καλύτερο αυτή η παραγωγή της Φίνος Φιλμς, που βρίσκεται στα ξεψυχίσματά της και δεν εκμεταλλεύεται ούτε τα σημεία διάλυσης της χούντας, καθώς βρισκόμαστε στα 1974. Πρόκειται για τη δίκη των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, που έγινε στο Ναύπλιο το 1834 και τη θαρραλέα στάση του δικαστή Αναστάσιου Πολυζωΐδη. Η ταινία πλήττεται από τη θεατρική δομή της και την άψυχη αφήγησή της, για ένα ιστορικό γεγονός, το οποίο είναι ενδεικτικό για τα χαρακτηριστικά της φυλής και τα δημόσια πράγματα της χώρας.

Στη σκηνοθεσία ο Πάνος Γλυκοφρύδης, ενώ πρωταγωνιστούν ο Νίκος Κούρκουλος (Πολυζωΐδης), Μάνος Κατράκης (και πάλι εξαιρετικός, αυτή τη φορά στο ρόλο του Κολοκοτρώνη, γεμίζει εκφραστικότητα την οθόνη), Χρήστος Καλαβρούζος (στρατηγός Πλαπούτας), Χρήστος Τσάγκας (Έντουαρντ Μάσον), Νικηφόρος Νανέρης (Τερτσέτης) και Σπύρος Καλογήρου (Σχοινάς).

«Μπάιρον: Η Μπαλάντα ενός Δαιμονισμένου»

Θα πρέπει να περάσουν περίπου 20 χρόνια και να φτάσουμε στο 1992 για να γυριστεί ταινία με θέμα από την επανάσταση του ’21, με σκηνοθέτη τον Νίκο Κούνδουρο («Δράκος») και διαφορετική αφήγηση από τα συνηθισμένα. Το φιλμ του Κούνδουρου έχει ως κεντρικό πρόσωπο τον Λόρδο Βύρωνα και επικεντρώνεται όχι τόσο στον αγώνα των Μεσολογγιτών αλλά στους δαίμονες του ρομαντικού ποιητή, ενώ γενικώς η ταινία δεν διακατέχεται από τον ηρωισμό, αλλά μάλλον το αντίθετο. Πάντως, η ταινία του Κούνδουρου, που έχει διφορούμενη ανάγνωση, είναι κάπως κουραστική, παρά τις καλές της στιγμές της και με έναν Μάνο Βακούση στο ρόλο του Μπάιρον υπερβολικά θεατρικό, αν και δίνει την υπαρξιακή οδύνη του Άγγλου ποιητή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025