Εγκλωβισμένοι σε υποχρεώσεις, ωράρια, ευθύνες και δραστηριότητες στην προ κορονοϊού καθημερινότητα, οι περισσότεροι και οι περισσότερες ως τώρα διαμαρτύρονταν, ως επί το πλείστον, για την έλλειψη ελεύθερου χρόνου, εκείνου του χρόνου που δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να καλύψει τις ανάγκες του- πρακτικές, συναισθηματικές, κοινωνικές.
Επαγγελματικά ραντεβού, γρήγοροι ρυθμοί και στρες στη δουλειά, χρονοβόρες μετακινήσεις, καθημερινές δραστηριότητες των παιδιών στερούσαν ως τώρα από τους γονείς τη δυνατότητα να περάσουν ποιοτικό χρόνο με την οικογένειά τους, από τους παππούδες και τις γιαγιάδες που φρόντιζαν εγγόνια την ευκαιρία να ξεκουραστούν, από τους επαγγελματίες σε καιρό οικονομικής κρίσης το δικαίωμα ακόμη και στην προσωπική σκέψη χωρίς έγνοιες και ανησυχίες.
Η ταχύτατη αλλαγή του τρόπου ζωής, την οποία επέφερε η εξάπλωση του κορονοϊού, δημιούργησε ένα οξύμωρο σχήμα το οποίο από τη μια πλευρά προκαλεί φόβο, από την άλλη προσφέρει στον καθένα ως μόνη λύση την παραμονή στο σπίτι, με την ταυτόχρονη ελευθερία να κάνει κάποια από τα πράγματα που δεν μπορούσε μέχρι σήμερα. Την αντίφαση αυτή επισημαίνει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Ελένη Πατίδου, κοινωνική και κλινική ψυχολόγος με μεταπτυχιακό δίπλωμα στη διοίκηση υπηρεσιών υγείας.
Η ίδια αναφέρει χαρακτηριστικά πως είναι “σαν να μας μιλάει ο ιός, να απευθύνεται σε εμάς προσωπικά και να μας προστάζει: αφήστε με να κάνω τον κύκλο μου και εσείς μείνετε σπίτι, ασχοληθείτε με όσα δεν κάνατε εδώ και καιρό, λόγω έλλειψης χρόνου”.
Αλλάζουμε την πεποίθησή μας
Υπό τα νέα δεδομένα, η κ. Πατίδου θεωρεί ουσιαστική την ανάγκη να αλλάξει ο καθένας την πεποίθησή του και από την αίσθηση του εγκλωβισμού και τις καταστροφικές σκέψεις, να περάσει στην αισιόδοξη σκέψη ότι καθώς εξελίσσεται το φαινόμενο, η παραμονή στο σπίτι, στον προσωπικό του χώρο, προσφέρει ως “δώρο” αυτό που του έλειπε πριν: άπλετο χρόνο για όσα επιθυμεί.
“Συνταγές δεν υπάρχουν. Κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και έχει διαφορετικές ανάγκες”, τονίζει η κ. Πατίδου και παράλληλα συνιστά να αποφεύγεται η διαρκής επαφή με την επικαιρότητα.
“Είναι σημαντικό να ενημερωνόμαστε μία με δύο φορές την ημέρα από επίσημους φορείς, ώστε να γνωρίζουμε τις οδηγίες που δίνονται κάθε φορά και τις εξελίξεις. Ωστόσο δεν ωφελεί, αντίθετα επιβαρύνει ιδιαίτερα, η διαρκής επαφή με τις ειδήσεις και τις κάθε είδους πληροφορίες που κυκλοφορούν αυτό το χρονικό διάστημα στα συμβατικά και τα ηλεκτρονικά μέσα. Όλα αυτά διογκώνουν το άσχημο κλίμα και μπορεί να προκαλέσουν πανικό, τη στιγμή που το ζητούμενο για όλους είναι μια καλή ψυχολογική κατάσταση, με αισιοδοξία, η οποία βοηθά παράλληλα το ανοσοποιητικό μας σύστημα να παραμένει σε υψηλά επίπεδα λειτουργίας”, υπογραμμίζει.
Τέσσερα επίπεδα ικανοποίησης αναγκών
Περιγράφοντας αναλυτικά τις ευκαιρίες που προσφέρει η παραμονή στο σπίτι, η κοινωνική και κλινική ψυχολόγος διευκρινίζει ότι είναι δυνατή η ικανοποίηση αναγκών σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα. Το πρώτο είναι το πρακτικό, καθώς όποιος παραμένει στο σπίτι μπορεί να κάνει δουλειές που ανέβαλε προηγουμένως γιατί ποτέ δεν έβρισκε τον κατάλληλο χρόνο, να γυμναστεί ώστε να εκτονώνει την ενέργειά του και να παραμένει υγιής, να μαγειρέψει, να ψυχαγωγηθεί, να διαβάσει, να ασχοληθεί με την περιποίηση του σώματος ή την εξάσκηση του πνεύματος.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, εκείνο των συναισθημάτων, ο διαθέσιμος χρόνος προσφέρει διέξοδο σε ανθρώπους που λόγω των ξέφρενων ρυθμών της καθημερινότητας δεν βρήκαν ποτέ την κατάλληλη στιγμή να επεξεργαστούν απωθημένα συναισθήματα όπως, για παράδειγμα, το πένθος και η λύπη για μια απώλεια, η αποξένωση από τον ή την σύντροφο, η έλλειψη επικοινωνίας με τους εφήβους ή τα παιδιά. “Υπάρχουν συναισθήματα μέσα μας που μπορεί να έχουν καθηλωθεί και να δημιουργούν προβλήματα. Όπως όταν μια πληγή αιμορραγεί, επιστρατεύονται τα αιμοπετάλια και το πλάσμα για την επούλωσή της, έτσι και τα συναισθήματα που φέρνουμε στην επιφάνεια, αναγνωρίζουμε και επεξεργαζόμαστε, ενισχύουν την ψυχολογική μας κατάσταση και δυναμώνουν τη διάθεσή μας αλλά και τη ζωή μας”, σχολιάζει.
Στο τρίτο επίπεδο, εκείνο των σχέσεων με τους άλλους, είναι εφικτή η επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο ο καθένας σχετίζεται με τον διπλανό του. Σε ένα ζευγάρι, τα δύο μέλη μπορούν να διαπραγματευτούν και να συμφωνήσουν για τον χρόνο και το είδος μιας κοινής δραστηριότητας. Κάτι τέτοιο μπορεί να δώσει στον καθένα την ευκαιρία της εξυπηρέτησης μιας κοινής ανάγκης, με σεβασμό στον προσωπικό χρόνο του καθενός, τις προτιμήσεις και τις επιθυμίες του. “Είναι η κατάλληλη στιγμή να δούμε πώς σχετιζόμαστε, πώς συμβιώνουμε με τους άλλους, με τέτοιο τρόπο που δεν συγχωνεύονται στο ‘εμείς’ αλλά συνεισφέρουν δημιουργικά, διατηρώντας προσωπικό χώρο, αποφεύγοντας τον εγκλωβισμό. Θα πρέπει και το μικρό μας παιδί να θέλει να παίξουμε μαζί και ο έφηβος νέος να διαλέξει τη στιγμή για να μιλήσει με το γονιό. Μπορούμε πια να γνωριστούμε καλύτερα, να δώσουμε ο καθένας στον άλλο το χρόνο του, να σεβαστούμε τις προτεραιότητές του, να συνυπάρξουμε ακόμη και σιωπηλοί στο ίδιο δωμάτιο”, σημειώνει η κ. Πατίδου.
Σε ένα τέταρτο επίπεδο, αυτό της υπέρβασης από το προσωπικό και της μετάβασης στο συλλογικό, συντελείται ήδη μια μεγάλη αλλαγή. Σύμφωνα με την κ. Πατίδου, “εκείνο που βλέπαμε πριν ήταν μια κοινωνία πολύ θυμωμένη, σχεδόν επιθετική. Όλες οι συνθήκες, οι υποχρεώσεις και οι ανάγκες, μας έκαναν να είμαστε έτσι και να μην σκεφτόμαστε ο ένας τον άλλον. Έννοιες όπως αλληλεγγύη, συνοχή, οριοθέτηση βρίσκονταν ίσως σε δεύτερη μοίρα και ο καθένας σκεφτόταν τον εαυτό του. Τις τελευταίες μέρες χειροκροτούμε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές για την προσφορά τους στο κοινό καλό, σκεφτόμαστε ο ένας την υγεία του άλλου και κλεινόμαστε στο σπίτι μας, πήραμε το χρόνο μας και σε γενικές γραμμές συμμορφωνόμαστε στις οδηγίες γιατί βλέπουμε τον κοινό στόχο. Επιστήμονες, διάσημοι και μη, εργαζόμενοι από κάθε πόστο βγαίνουν μπροστά στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κατάστασης και βλέπουμε πια ότι αυτές οι αξίες που πιστεύαμε ότι είχαν χαθεί, υπάρχουν στο καθολικό συλλογικό ασυνείδητο. Ο κορονοϊός έδωσε την ευκαιρία οι αξίες αυτές να βγουν στην επιφάνεια. Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και να το κρατήσουμε ώστε να μην απωθήσουμε ξανά τις αξίες αυτές”.
Το κρίσιμο ερώτημα
Οι ειδικοί πλέον στον τομέα της ψυχικής υγείας αντιμετωπίζουν τον κορονοϊό ως μια φυσική καταστροφή. Το κρίσιμο ερώτημα για όλους είναι πώς θα συμπεριφερθούμε. “Αν ξεσπούσε πυρκαγιά θα βγαίναμε έξω να καούμε; Αν ερχόταν τσουνάμι θα πηγαίναμε στην παραλία να κολυμπήσουμε; Ο ιός έχει τα χαρακτηριστικά της φυσικής καταστροφής. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν βοηθά η σκέψη ότι έχουμε καταστραφεί οικονομικά, χάσαμε τους πελάτες μας ή κατέρρευσε η παγκόσμια οικονομία. Τέτοια ερωτήματα δεν έχουν νόημα καθώς όλα αυτά μπορεί να αποτελέσουν την αιτία να επαναπροσδιοριστούν τα πάντα στη μετά τον ιό εποχή”, υπογραμμίζει η κ. Πατίδου.