Η νομοθεσία θέτει ως όριο για τη λήξη του μελιού τα τρία χρόνια. Ωστόσο, αν διατηρηθεί σε σωστές συνθήκες, δεν λήγει ποτέ, γιατί είναι…
στην πραγματικότητα ζάχαρη σε υγρή μορφή, που είναι ισχυρότατο συντηρητικό. Για να το διατηρήσουμε σωστά, το φυλάσσουμε σε ξηρό και δροσερό μέρος, χωρίς φως και έντονες οσμές, γιατί ως προϊόν χωρίς δομή (όπως μερικά ακόμη υγρά – π.χ. το γάλα) τείνει να τις απορροφά. Επίσης, φροντίζουμε να διατηρούμε το μέλι σε μικρά γυάλινα βάζα, για να μη μένει μέσα στη συσκευασία, μέχρι να το καταναλώσουμε, πολύς αέρας, που ενδέχεται να αλλοιώσει τη γεύση του. Αν πάρουμε χύμα μέλι σε μεγάλες ποσότητες, φροντίζουμε να το μεταγγίζουμε σε πολλά μικρότερα βάζα που να το χωράνε ακριβώς.
Το ζαχαρωμένο μέλι δεν είναι χαλασμένο. Η κρυστάλλωση είναι δείγμα ανόθευτου, ανεπεξέργαστου προϊόντος. Ειρήσθω εν παρόδω, κρυσταλλώνουν μόνο τα ανθόμελα, και αυτό γιατί περιέχουν γύρη από τα λουλούδια, γύρω από την οποία τα σάκχαρα σχηματίζουν κρυστάλλους.
Αν ζαχαρώσει το μέλι, το «επαναφέρουμε» ως εξής: Βάζουμε το βαζάκι με το μέλι ανοιχτό σε ένα κατσαρολάκι με νερό και το ζεσταίνουμε σε πολύ σιγανή φωτιά. Ανακατεύουμε ασταμάτητα με ένα κουτάλι, φροντίζοντας να μην πέσουν μέσα υδρατμοί και σταγόνες νερού. Με ένα θερμόμετρο κουζίνας ελέγχουμε τη θερμοκρασία του νερού, η οποία δεν πρέπει να ξεπεράσει τους 40° C (πρέπει στο χέρι μας να το αισθανόμαστε αρκετά ζεστό). Επειδή το μέλι έχει την ιδιότητα να παραμένει ζεστό για αρκετή ώρα, το κρυώνουμε βάζοντας το βάζο σε ένα δοχείο με κρύο νερό και ανακατεύοντας με ένα κουτάλι για να κρυώσει ομοιόμορφα.