Μπορεί αυτό το διάστημα το σπίτι μας στα μάτια μας να μοιάζει σαν κιβωτός του Νώε αλλά όταν περάσει ο κατακλυσμός εμείς οφείλουμε να βγούμε πάλι έξω και να ξανασυναντηθούμε με τους άλλους ανθρώπους. Να αγκαλιαστούμε. Σφιχτά. Να κολλήσουμε ο ένας τον άλλον ανθρώπινη ζεστασιά.
Επιμέλεια Δημήτρης Τσιριγώτης. Φυσικός
Τι μπορεί να πάθει κανείς
Τις προάλλες σε ένα κανάλι της τηλεόρασης κατά την διάρκεια των ειδήσεων εμφανίστηκε να μιλάει μέσω skype ένα ζευγάρι ελλήνων καθηγητών αγγλικών που ζούνε και εργάζονται στο Hubei της Κίνας, στην επαρχία δηλαδή που ανήκει και η πασίγνωστη πλέον Wuhan. Μετά από 2 μήνες απόλυτης καραντίνας (δηλαδή καμία κυκλοφορία έξω για κανέναν λόγο -ακόμα και για το φαγητό γινόταν διαμοιρασμός στα σπίτια από το κράτος) έφτασε η ώρα της άρσης της, μιας και η επιδημία ολοκλήρωσε τον κύκλο της στην περιοχή αυτή. Θα περίμενε κανείς να δει δύο ανθρώπους ταλαιπωρημένους και σκυθρωπούς.
Τουναντίον, στην εικόνα υπήρχαν δύο άνθρωποι με διάπλατα χαμόγελα και ανεβασμένη διάθεση. Αυτό όμως που πραγματικά με άφησε άναυδο ήταν το τι απάντησαν στην ερώτηση της δημοσιογράφου: «Πως αισθάνεστε που εδώ και περίπου 10 μέρες μπορείτε να κυκλοφορείτε έξω πάλι ελεύθερα;» Η απάντηση ήταν: «δεν έχουμε βγει ακόμα έξω». «Φοβάστε ακόμα»; ρώτησε η δημοσιογράφος. «Όχι καθόλου. Συνηθίσαμε στο σπίτι. Στην αρχή ήταν δύσκολα αλλά τώρα μας αρέσει, περνάμε ωραία» απάντησε η γυναίκα και ο άντρας έγνευσε καταφατικά χαμογελώντας.
Η αιφνιδιασμένη από την εξέλιξη της συνέντευξης δημοσιογράφος έκανε μια τελευταία ερώτηση: «Φαντάζομαι τουλάχιστον βγαίνετε για να πάτε στη δουλειά σας;» Ο άνδρας απάντησε: «Αυτούς τους 2 μήνες παραδίδαμε διαδικτυακά μαθήματα από το σπίτι και ούτε το κράτος, ούτε και οι γονείς των μαθητών μας έχουν αντίρρηση να συνεχίσει έτσι».
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να εξηγήσει την μη αναμενόμενη στάση των δύο πρώην υποχρεωτικά έγκλειστων που πλέον έχουν μεταλλαχθεί σε έγκλειστους από επιλογή. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη «έξις δευτέρα φύσις».
Το πιο επικίνδυνο δεν είναι το «μένουμε σπίτι» αλλά το «μένουμε μακριά από άλλους ανθρώπους»
Προσωπικά θεωρώ πως ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους του εγκλεισμού που υφιστάμεθα είναι να τον συνηθίσουμε. Ακούω πολύ κόσμο να δηλώνει πως ευτυχώς που την περίοδο του εγκλεισμού έχουμε ένα σωρό τεχνολογικά καλούδια που μπορούμε να γευτούμε: το ίντερνετ, τα κοινωνικά δίκτυα, διάφορες πλατφόρμες τύπου Netflix, να κατεβάζουμε ταινίες, μπορούμε να βλεπόμαστε μέσω skype, viber κλπ, μπορούμε να κάνουμε τηλεδιασκέψεις καθώς και την εργασία μας εξ αποστάσεως. Εννοείται πως θα συμφωνήσω.
Πράγματι ευτυχώς. Προσωρινά όμως και με μια προϋπόθεση: δεν πρέπει ποτέ να σβηστεί από τη μνήμη μας πως η πραγματική ζωή βρίσκεται εκεί έξω. Και λέγοντας εκεί έξω δεν εννοώ τον έξω χώρο αλλά τις ανθρώπινες σχέσεις. Βρίσκεται στις συναντήσεις μας, στις αγκαλιές μας, στα φιλιά μας, στον έρωτα, στα γλέντια μας, στους καυγάδες μας, στις χαρές και στις λύπες μας, στα ταξίδια μας, στις βόλτες μας. Βρίσκεται με τους συναδέλφους μας στους πραγματικούς χώρους εργασίας και όχι στους εικονικούς.
Βρίσκεται στα σχολεία μας. Βρίσκεται στην κοινωνικότητά μας, στο μαζί. Αν το απολέσουμε αυτό τότε γυρίζουμε πολύ πίσω έχοντας μάλιστα την ψευδαίσθηση πως ο εικονικός κόσμος μέσω της τεχνολογίας μας πάει μπροστά. Λέμε ναι λοιπόν στην τεχνολογία ως μέσο βελτίωσης της εργασίας, της ψυχαγωγίας, της επικοινωνίας, της καθημερινότητας. Όχι όμως να τη θεωρήσουμε ως μια εναλλακτική πρόταση για ζωή και ύπαρξη. Μπορούμε λοιπόν να εκμεταλλευτούμε όλες αυτές τις τεχνολογικές διεξόδους αυτό το διάστημα αλλά δεν πρέπει ποτέ να πιστέψουμε πως μπορούν να υποκαταστήσουν την πραγματική ζωή.
Ο μεγάλος κίνδυνος λοιπόν δεν είναι το «μένουμε σπίτι» αλλά το «μένουμε μακριά από άλλους ανθρώπους». Αρκετοί βέβαια θα ισχυριστούν πως σήμερα που ο κόσμος είναι δικτυωμένος είναι πολύ εύκολο να επικοινωνήσεις και να σχετιστείς με πολλούς ανθρώπους. Ναι σωστά, αλλά με τι βάθος επικοινωνίας και σχέσης; Σίγουρα όχι με το βάθος της πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνίας. Τι προτιμούμε δηλαδή να κάνουμε, ρηχές σχέσεις με περισσότερους ή βαθιές με λιγότερους;
Ο κίνδυνος το «μένουμε σπίτι μας» να γίνει «είμαστε το σπίτι μας, όλοι οι άλλοι και όλα τα άλλα δεν μας αφορούν»
Πρέπει να είμαστε υποψιασμένοι πως δεν θέλει και πολύ να μετατοπίσουμε τη ζωή μας από την δημόσια σφαίρα στην ιδιωτική. Ας θυμηθούμε πως στην αρχαία Ελλάδα ιδιώτης σήμαινε ηλίθιος και ήταν εκείνος που δεν συμμετείχε στα κοινά και που ήταν αποτραβηγμένος στην ιδιωτική του ζωή. Εξ ου και η αγγλική λέξη idiot (ηλίθιος). Τι πιο βολικό για ένα σύστημα εξουσίας από να μετατραπούν οι πολίτες σε λοβοτομημένους ψηφιακούς ιδιώτες (ηλίθιους). Καμία καταστολή δεν θα χρειάζεται για ανθρώπους που είναι από μόνοι τους «σε καταστολή».
Και είναι τεράστιο λάθος να νομίσουμε πως όλα αυτά είναι συγκυριακά λόγω του εγκλεισμού αυτής της περιόδου. Όχι, το σύστημα εξουσίας ανέκαθεν επιδίωκε να μας καθίσει στους καναπέδες μας. Απλά τώρα υπάρχει και η απαραίτητη αφορμή. Δείτε πόσο πολύ το σύστημα εξουσίας προσπαθεί να απαξιώσει στην κοινή γνώμη την μαχητική-ενεργητική ενασχόληση με τα κοινά (όπως π.χ τον συνδικαλισμό, τις δράσεις αλληλεγγύης, τις κινητοποιήσεις) και να παρουσιάσει ως υπεύθυνο πολίτη εκείνον που ως νομιμόφρων και φιλήσυχος εφαρμόζει αυτά που άλλοι αποφασίζουν για εκείνον.
Του προσφέρει μάλιστα και βήμα για να ακουστεί η φωνή του και γιατί όχι(;) να διαμαρτυρηθεί, αλλά μόνο ατομικά (διαδίκτυο) και από τον καναπέ του, ποτέ συλλογικά ή μαζικά( στους χώρους εργασίας ή στους δρόμους). Κακά τα ψέματα, το «κάθισε καναπέ σου» είναι μια παλιά ιστορία. Απλά την περίοδο αυτή έρχεται με δούρειο ίππο το «μένουμε σπίτι» και παρουσιάζεται ως υπέρτατο αγαθό. Πίσω όμως από το «κάθισε στον καναπέ σου» στην πραγματικότητα κρύβεται το «κάθισε στα αυγά σου».
Ακούγεται έντονα αυτή την περίοδο η άποψη πως ένας «μικρός ιός κατάφερε και κατέστρεψε τον Καπιταλισμό» και μάλιστα από χείλη δηλωμένων εχθρών του καπιταλισμού όπως της Ναόμι Κλάιν. Διαφωνώ. Κατά την γνώμη μου, το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει αφού στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται. Γιατί αν μιλάμε για χασούρα χρημάτων ο καπιταλισμός έχει πάντα τον τρόπο να ρεφάρει. Λέγεται: πολιτικές λιτότητας και αναδιανομή εισοδήματος.
Θα κάνει μειώσεις στους δημοσίους υπαλλήλους και στο κοινωνικό κράτος για να σώσει τις μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις, δήθεν τάχα μου για το καλό των ιδιωτικών υπαλλήλων. Οι εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα θα κατρακυλήσουν εις βάρος των εργαζομένων με μειώσεις αποδοχών, ελαστικές σχέσεις εργασίας, απελευθέρωση των απολύσεων κτλ, με την δικαιολογία πως για να υπάρχουν εργαζόμενοι πρέπει πρώτα από όλα να επιβιώσει η επιχείρηση. Αυτές είναι γνωστές τακτικές που έχουν εφαρμοσθεί και στο παρελθόν.
Το μεγάλο όμως στοίχημα των συστημάτων εξουσίας είναι άλλο: να διασπάσουν το λαό σε νησίδες ιδιώτευσης. Αυτό το έχουν καταφέρει αυτή την περίοδο. Ο ιός είναι μόνο η χρήσιμη αφορμή. Σήμερα υπάρχει το «μένουμε σπίτι για την υγεία», αύριο που θα μπορούμε να κυκλοφορούμε ελεύθερα θα είναι το «μένουμε σπίτι από επιλογή» και ο απώτερος στόχος είναι το «Είμαστε το σπίτι μας, όλοι οι άλλοι και όλα τα άλλα δεν μας αφορούν» με υπονοούμενο πως αυτοί που νοιάζονται για το συλλογικό καλό είναι ανέντακτοι και περιθωριακοί. Αν συναινέσουμε σε κάτι τέτοιο θα μιλάμε για μια συνθήκη χωρίς αντιστρεψιμότητα. Μην πέσουμε στην παγίδα να γίνει το σπίτι μας η φυλακή μας.
ΥΓ: Για αυτό λοιπόν προτείνω το εξής: όταν κάποιος αυτή περίοδο μας ρωτάει «τι κάνουμε» εμείς καλύτερα να απαντάμε «υπομονή κάνω». Ούτε «όλα καλά», ούτε «μια χαρά όλα». Και η καλύτερη ευχή για να δίνουμε σε κάποιον ας είναι το «καλή δύναμη» και όχι το «καλή συνέχεια». Οι λέξεις που ανταλλάσουμε με τους άλλους αυτή την εποχή είναι αναγκαστικά λίγες οπότε αποκτούν σημασία μεγαλύτερη. Το νου μας, ρε!!