«Ο πρωθυπουργός διακατέχεται από “πολιτική αμνησία”, οι πολίτες όμως δεν είναι αμνήμονες» τονίζει ο Χρήστος Σταϊκούρας στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό, και κάνει λόγο για μια καταστροφική διαπραγμάτευση το πρώτο εξάμηνο του 2015, αλλά και για ένα νέο βαρύ 3ο μνημόνιο με μέτρα 14,5 δις ευρώ
Ο τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας κατηγορεί επίσης τον Αλέξη Τσίπρα πως καλλιεργεί ένα πολιτικό περιβάλλον τοξικότητας αναπτύσσοντας ένα διχαστικό λόγο. Και προσθέτει ότι η ΝΔ δεν θα ακολουθήσει το δρόμο της συκοφαντίας και του διχασμού, επισημαίνοντας πως είναι ανάγκη να υπάρξει πολιτική και κοινωνική συνεννόηση για την ομαλή πορεία της χώρας.
Τονίζοντας πως δεν υπάρχει καθαρή έξοδο από τα μνημόνια, ο κ. Σταϊκούρας δηλώνει πως η ΝΔ με την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου αύξησης της ποσότητας και βελτίωσης της σύνθεσης του πλούτου της χώρας, θα προχωρήσει σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών.
Η συνέντευξη του τομεάρχη Οικονομικών της ΝΔ Χρήστου Σταϊκούρα στον Δημήτρη Κοτταρίδη για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων έχει ως εξής:
Τελικά ο κ. Τσίπρας τα κατάφερε. Και γραβάτα έβαλε και διάγγελμα έκανε. Εσείς τι λέτε;
Ο κ. Τσίπρας προσπαθεί, χωρίς ηθικές αναστολές και ιδεολογικές συντεταγμένες, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής, με συνεχείς πολιτικές μεταμφιέσεις και επικοινωνιακές φιέστες, καλλιεργώντας πολιτικό περιβάλλον τοξικότητας, αναπτύσσοντας διχαστικό λόγο, χωρίς όραμα για τη χώρα, να «γαντζωθεί» όσο μπορεί περισσότερο στην εξουσία. Στο διάγγελμά του, όμως, ο πρωθυπουργός «ξέχασε» να πει ότι παρέλαβε τη χώρα λίγο πριν την καθαρή έξοδο από τα προγράμματα, όπως επιβεβαιώνουν πλέον και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, και μετά την καταστροφική διαπραγμάτευση του πρώτου εξαμήνου του 2015, με τις «αυταπάτες», τη «δημιουργική ασάφεια», τους τυχοδιωκτισμούς και τις ιδεοληψίες, τη φόρτωσε με ένα αχρείαστο, βαρύ 3ο μνημόνιο. Το αποτέλεσμα ήταν η «γραβάτα» του κ. Τσίπρα να έχει κοστίσει στους πολίτες 14,5 δισ. ευρώ νέα μέτρα λιτότητας. Ο πρωθυπουργός διακατέχεται από «πολιτική αμνησία», οι πολίτες όμως δεν είναι αμνήμονες.
Θεωρείτε, δηλαδή, ότι στο δρόμο προς τις επόμενες εκλογές θα υπάρχει κλίμα σύγκρουσης;
Η Νέα Δημοκρατία, όπως έχει τονίσει και ο πρόεδρός της κ. Μητσοτάκης, δεν πρόκειται να ακολουθήσει το δρόμο της συκοφαντίας και του διχασμού. Δεν πρόκειται να είναι επισπεύδουσα, αλλά θα απαντά με στιβαρότητα και στοιχεία σε κάθε επίθεση. Εξάλλου, όπως το πρόσφατο παρελθόν απέδειξε, αυτοί που επικαλέστηκαν «ηθικά πλεονεκτήματα» βρέθηκαν από κατήγοροι, απολογούμενοι. Γενικότερα, θεωρώ ότι η πολιτική και κοινωνική συνεννόηση είναι αναγκαία συνθήκη για την ομαλή πορεία της χώρας. Αυτή όμως πρέπει να χτίζεται με όρους ειλικρίνειας και εθνικής ευθύνης και απαιτεί αυτογνωσία, αυτοκριτική, ειλικρίνεια προθέσεων και σαφήνεια θέσεων, αξιοπιστία και εμπιστοσύνη. Όλα αυτά αποτελούν για τη σημερινή κυβέρνηση «αγαθά εν ανεπαρκεία».
Για τον κ. Τσίπρα η «Ιθάκη» αποτελεί τον «πολυπόθητο προορισμό» της χώρας. Εσείς πώς θα τη χαρακτηρίζατε;
Η «Ιθάκη» του κ. Τσίπρα είναι ψεύτικη, ακριβή και αβέβαιη.
Είναι ψεύτικη, αφού δεν έχουμε καθαρή έξοδο από τα μνημόνια. Σε αντιδιαστολή με τις άλλες χώρες που εξήλθαν με ουσιαστικό και όχι τυπικό τρόπο από τα προγράμματα, η κυβέρνηση έχει προ-νομοθετήσει νέα μέτρα λιτότητας για τα προσεχή έτη, έχει δεσμευτεί στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια, έχει δεσμεύσει τη δημόσια περιουσία για έναν αιώνα, έχει συμφωνήσει οι ρυθμίσεις για το χρέος να υλοποιηθούν υπό όρους και προϋποθέσεις και έχει αποδεχθεί την ένταξη της χώρας σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, το οποίο για πρώτη φορά ενεργοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Είναι ακριβή, γιατί όπως οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν αναφέρει, κόστισε στη χώρα έως 200 δισ. ευρώ.
Και είναι και αβέβαιη, διότι η χώρα, με ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης, δεν έχει δημιουργήσει τις αναγκαίες συνθήκες για την επαρκή, σταθερή και με χαμηλό κόστος δανεισμού χρηματοδότησή της από τις διεθνείς αγορές.
Επομένως η χώρα όχι μόνο δεν έχει φτάσει στην πραγματική της «Ιθάκη» αλλά συνεχίζει να ζει στα χέρια του κ. Τσίπρα τη δική της «Οδύσσεια».
Η κυβέρνηση όμως απαντά ότι για τις δανειακές ανάγκες του Δημοσίου έχει δημιουργήσει ένα «μαξιλάρι ασφαλείας» το οποίο θα χρησιμοποιήσει για να τις καλύψει αν χρειαστεί. Δεν το θεωρείτε αυτό σωστό;
Εμείς υποστηρίξαμε ότι αυτό θα μπορούσε να δημιουργηθεί, κυρίως, από τους αναξιοποίητους πόρους της δανειακής σύμβασης, χαμηλού κόστους δανεισμού, ύψους 24 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση αυτό δεν το επιδίωξε. Αντιθέτως, επέλεξε να δημιουργήσει ταμειακό απόθεμα χρησιμοποιώντας εις βάρος της ρευστότητας τις «κουτσουρεμένες δόσεις» του δανείου, επιβάλλοντας εσωτερική στάση πληρωμών, υπερφορολογώντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις, προσφεύγοντας σε εκτεταμένο εσωτερικό δανεισμό και προχωρώντας σε σχετικά ακριβές εκδόσεις χρέους. Με λίγα λόγια, επέλεξε να χτίσει το «μαξιλάρι ασφαλείας» «στραγγαλίζοντας» την πραγματική οικονομία.
Και κάτι ακόμη: το υψηλό κόστος δανεισμού της χώρας μπορεί τους επόμενους μήνες να καλύπτεται από το ταμειακό απόθεμα, αλλά αυτό συμπαρασύρει τα επιτόκια δανεισμού επιχειρήσεων και τραπεζών, με τις τελευταίες να μην έχουν πλέον και τη διακριτική μεταχείριση του προγράμματος (waiver), με κόστος για την ελληνική οικονομία.
Η χώρα, με την έξοδο από το πρόγραμμα, επέστρεψε στην κανονικότητα;
Κύριε Κοτταρίδη, η κατάσταση σε θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας, παρά την βελτίωση της τελευταίας διετίας, μετά βίας προσεγγίζει το επίπεδο του 2014. Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας έχει υποχωρήσει, η ποιότητα των θεσμών διακυβέρνησης έχει υποβαθμιστεί, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών έχει συρρικνωθεί, κεφαλαιακοί περιορισμοί συνεχίζουν να υφίστανται, καταθέσεις δεν έχουν επιστρέψει με ουσιαστικό τρόπο στο τραπεζικό σύστημα, το ιδιωτικό χρέος των πολιτών προς εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία έχει διογκωθεί, και η χώρα αδυνατεί να επιτύχει υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ επανέφερε την οικονομία στην ύφεση το 2015 και το 2016, απέτυχε -και μάλιστα σημαντικά- στους αναπτυξιακούς στόχους για το 2017, αναθεώρησε «προς τα κάτω» την εκτίμηση για την ανάπτυξη του 2018 και προβλέπει συρρικνωμένους ρυθμούς μεγέθυνσης μέχρι το 2022. Όλα αυτά δεν συνάδουν με μία κατάσταση επιστροφής στην κανονικότητα, αλλά μάλλον με μία κατάσταση «παραλυτικής στασιμότητας».
Με αυτά τα δεδομένα, πώς εσείς θα προχωρήσετε στην μείωση της υπερφορολόγησης που έχετε υποσχεθεί;
Αρχικά, μεταξύ άλλων, επιτυγχάνοντας τις δεσμευτικές οροφές δαπανών, μη διογκώνοντας το δημόσιο τομέα και διευρύνοντας τη φορολογική βάση, με την καθολική χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών. Και μεταγενέστερα, με την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου αύξησης της ποσότητας και βελτίωσης της σύνθεσης του πλούτου της χώρας, χωρίς πρόσθετη εσωτερική υποτίμηση, το οποίο θα οδηγήσει στην επίτευξη υψηλότερων ρυθμών μεγέθυνσης της οικονομίας. Αυτή, με τη σειρά της, θα ενισχύσει τη βιωσιμότητα του χρέους, δίνοντας τη δυνατότητα για σταδιακή αποκλιμάκωση των υψηλών δημοσιονομικών στόχων, προσθέτοντας «βαθμούς ελευθερίας» για ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών.
Γενικά όμως, για να μειώσει μία κυβέρνηση τους φόρους, θα πρέπει και να το πιστεύει. Η σημερινή κυβέρνηση, ακόμη και στο δήθεν ολιστικό σχέδιο ανάπτυξης το οποίο είναι πρόχειρο και φτωχό, υποστηρίζει ότι η φορολογία των πολιτών δεν είναι υψηλή.
Εμείς έχουμε διαφορετική ιδεολογική προσέγγιση. Και ξεκινήσαμε να το αποδεικνύουμε το 2014, όταν μειώθηκαν φορολογικοί συντελεστές (π.χ. ΦΠΑ στη εστίαση, ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης, ασφαλιστικές εισφορές κ.ά.), χωρίς να προβλέπεται κάτι τέτοιο στο 2ο Μνημόνιο.