Εξελίξεις σε κόμμα και κυβέρνηση σηματοδοτεί η πρόταση του πρωθυπουργού – Ευχαρίστησε τον Παναγιώτη Ρήγα για τη συμβολή του, την οποία χαρακτήρισε «αναντικατάστατη» – «Η πατρίδα μας έκανε το αποφασιστικό βήμα, ώστε να πάρει ξανά τις τύχες της στα χέρια των ανθρώπων της» υπογράμμισε – «Η Αριστερά είναι σάρκα από τη σάρκα του λαού» – «Στο τέλος της τετραετίας, το ερχόμενο φθινόπωρο, έχουμε να δώσουμε τη μητέρα των μαχών, τις εθνικές εκλογές»
Σε διεργασίες ανανέωσης και ισχυροποίησης του κόμματος και της κυβέρνησης, με το βλέμμα στις αυτοδιοικητικές, αλλά κυρίως στις εθνικές εκλογές, προχωρά ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας. Η αρχή έγινε από τη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος.
Από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής, ο κ. Τσίπρας εισηγήθηκε, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες, την εκλογή νέου γραμματέα στην ΚΕ, προτείνοντας για τη θέση αυτή τον μέχρι σήμερα υπουργό Εσωτερικών, Πάνο Σκουρλέτη -γεγονός, που αναμένεται να «πυροδοτήσει» εξελίξεις και αναφορικά με τον επικείμενο ανασχηματισμό της κυβέρνησης, ο οποίος πλέον αποτελεί ζήτημα χρόνου.
«Σε αυτή τη διαδρομή η συμβολή του γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής, του Πάνου Ρήγα, ήταν αναντικατάστατη» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας, ευχαριστώντας τον «γιατί αυτά τα τρία χρόνια που βρίσκεται στη θέση του γραμματέα επέδειξε ήθος, ανιδιοτέλεια και ουσιαστική συνεισφορά στο κοινό μας σχέδιο». Εξέφρασε τη βεβαιότητα «ότι θα είναι το ίδιο παραγωγικός και από το νέο μετερίζι της μάχης».
Τόνισε πως «τώρα στην αυγή της νέας εποχής, πιστεύω ότι το κόμμα μας χρειάζεται μια ακόμη ώθηση, ένα ακόμη παράδειγμα ανιδιοτέλειας και αφοσίωσης» και πως τα μέλη χρειάζονται ένα ισχυρό μήνυμα, «ότι το κόμμα για μας είναι προτεραιότητα. Ότι το κόμμα για μας είναι αναπόσπαστο κομμάτι στην προσπάθεια για την ενίσχυση της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας. Και ότι κανένα αξίωμα κυβερνητικό ή όποιο άλλο δεν έχει για μας μεγαλύτερη αξία από αυτά τα αξιώματα που προσδιορίζονται από τη συλλογική μας βούληση και τη συλλογική κομματική μας λειτουργία».
Γι’ αυτούς τους λόγους, ανακοίνωσε ο κ. Τσίπρας, αποφάσισε να προτείνει στην ΚΕ να εκλέξει ως επόμενο γραμματέα «τον σύντροφο τον Πάνο τον Σκουρλέτη».
Είναι η πρώτη Συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που διεξάγεται μετά τα μνημόνια, τόνισε ο πρωθυπουργός στην ομιλία του και μίλησε για ένα σημαντικό βήμα, ώστε να προχωράμε «χωρίς άλλα μαρτύρια της σταγόνας και διαρκείς εκβιασμούς».
«Οσο και αν κάποιοι το υποτιμούν είναι ένα ιστορικό γεγονός» τόνισε. «Τα τελευταία χρόνια η χώρα έγινε σκιά του εαυτού της και τα κοινωνικά δικαιώματα εξαφανίστηκαν. Και κάποιοι είχαν πει ότι τα μνημόνια είναι ευλογία» σημείωσε.
Όπως είπε, στην εποχή των μνημονίων υπήρξε μια μεγάλη πολιτική αλλαγή, αυτή του 2015. Ο λαός δεν αφέθηκε στη μοίρα του και πήρε στα χέρια του τις εξελίξεις. Ηταν ένα ιστορικό «ως εδώ» του λαού. Δεν ήταν άλμα στο κενό αλλά δυο πολύ συγκεκριμένα πράγματα: απόδοση διαχρονικών ευθυνών και εμπιστοσύνη στη μοναδική πολιτική δύναμη που δεν δίστασε να μπει στη φωτιά της μάχης.
«Γνωρίζαμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά είχε ναρκοθετήσει μελετημένα κάθε μας βήμα» είπε ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας για το 2015. Σημείωσε ότι, όμως η Αριστερά σε αυτή τη χώρα, δεν έλειψε ποτέ στο κάλεσμα του λαού και τους μεγάλους αγώνες, δεν φυλαγόταν από την ιστορία, αλλά την έγραφε πάντα σε χρόνο ενεστώτα.
«Γι΄ αυτό η Αριστερά ήταν, είναι και θα είναι μεγάλη υπόθεση γι΄ αυτό τον τόπο» τόνισε. Ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε ότι το 2015 ο λαός εμπιστεύτηκε τον ΣΥΡΙΖΑ, του έδωσε την ευθύνη και την εντολή για μάχη, την οποία «δεν τη δώσαμε στο πλάι του λαού, αλλά με το λαό οργανικό κομμάτι αυτής».
«Η Ελλάδα θα παράγει νέο πλούτο, όχι πρόσκαιρα και εφήμερα» υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας και συνέχισε, λέγοντας ότι η παραγωγή θα έχει την ίδια εξέχουσα θέση με τη διανομή του πλούτου.
«Παραλάβαμε ανεργία από το 28% από την κυβέρνηση Σαμαρά και την πήγαμε στο 19,5%» είπε στην ομιλία του και προσέθεσε: «Δεν οραματιζόμαστε μια Ελλάδα στην οποία την ώρα που εκτοξεύονται τα επιχειρηματικά κέρδη, οι εργαζόμενοι θα αμείβονται με χαρτζιλίκια, θα είναι αδήλωτοι, ανασφάλιστοι και διαρκώς αναλώσιμοι».
«Ενισχύθηκαν οι μορφές πλήρους απασχόλησης, έναντι της ελαστικής. Μένει βεβαίως πολύ μεγάλη προσπάθεια, ώστε να επικρατήσει συνολικά η πλήρης εργασία στο σύνολο των συμβάσεων» τόνισε.
Ο πρωθυπουργός είπε ότι «συνεχίζουμε, με την αύξηση του κατώτατου μισθού, την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους», «την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων», για να σχολιάσει: «Όλα αυτά δεν συνιστούν ιδεοληπτική εμμονή της αριστεράς, όπως μας κατηγορεί ο νεοφιλελεύθερος οπαδός των μνημονίων κ. Μητσοτάκης». Αντίθετα, τόνισε ότι είναι στοιχειώδεις κανόνες κοινωνικής δικαιοσύνης, αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας απέναντι στον εργαζόμενο κόσμο.
Παράλληλα, χαρακτήρισε ντροπιαστική τη διάταξη για τον υπο-κατώτερο μισθό και μίλησε για αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας στον εργαζόμενο κόσμο. Σημείωσε ότι η Ελλάδα θα γίνει μια σύγχρονη, προοδευτική, ευρωπαϊκή χώρα, στην οποία πρωταγωνιστές είναι οι ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας, ο εργαζόμενος κόσμος, ο κόσμος του μόχθου, της επιστήμης, του πολιτισμού, οι νέες και οι νέοι.
«Η έξοδος από τα μνημόνια είναι ένας κρίσιμος, ιστορικός, μεγάλος σταθμός, δεν είναι το τέλος, αλλά η αφετηρία μιας νέας εποχής για τη χώρα» υπογράμμισε επίσης ο κ. Τσίπρας. Τόνισε ότι «το όραμα μας για την Ελλάδα, μετά και από την εμπειρία στη μεγάλη αυτή μάχη για την έξοδο από τα μνημόνια, είναι πλέον ακόμα πιο ισχυρό και συγκροτημένο» και σημείωσε ότι «δεν είναι όλοι χαρούμενοι που βγαίνουμε από τα μνημόνια».
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας Τσίπρα
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Βιώνουμε ιστορικές μέρες.
Για την Ελλάδα μετά από 8 και πλέον χρόνια, τελείωσε η σκληρή εποχή των μνημονίων.
Η πατρίδα μας έκανε το αποφασιστικό βήμα ώστε να πάρει τις τύχες της στα χέρια της.
Στα χέρια των ανθρώπων της, ξανά.
Χωρίς άλλους εξωτερικούς καταναγκασμούς.
Χωρίς άλλα μαρτύρια της σταγόνας.
Χωρίς άλλους διαρκείς εκβιασμούς.
Είναι αλήθεια ότι στη μεγάλη διαδρομή πριν φτάσουμε στην 21η Αυγούστου 2018, συνέβησαν πολλά.
Ο ιστορικός χρόνος συμπυκνώθηκε, απότομα.
Μέσα σε μόλις πέντε χρόνια, από το 2010, η Ελλάδα άλλαξε πρόσωπο.
Έγινε σκιά του εαυτού της.
Το βιοτικό επίπεδο, τα δικαιώματα, οι κατακτήσεις του ελληνικού λαού, εξανεμίστηκαν.
Έγιναν θυσία στο βωμό της «ευλογίας» – κατά την περιβόητη ρήση ενός εκ των πρωταγωνιστών εκείνης της περιόδου – του μνημονίου.
Αυτές οι τεκτονικές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, ήταν όμως και το υπόβαθρο για μια μεγάλη πολιτική αλλαγή.
Και αυτό δεν είναι πάντοτε αυτονόητο.
Διότι η πρώτη αντίδραση σε μια τέτοιου μεγέθους κοινωνική καταστροφή, δεν είναι η αντίσταση, αλλά η απόγνωση.
Όμως ο ελληνικός λαός, δεν αφέθηκε στη μοίρα του. Αναδείχθηκε αυτός σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων.
Και η πολιτική αλλαγή του 2015 ήταν ένα συλλογικό «Ως Εδώ» του λαού μας, που ξανακκκίνισε τον τροχό της ιστορίας.
Δεν ήταν άλμα στο κενό. Ούτε απονενοημένο διάβημα.
Ήταν δύο πολύ συγκεκριμένα πράγματα:
Απόδοση διαχρονικών πολιτικών ευθυνών στους υπαίτιους της καταστροφής.
Εμπιστοσύνη στην μοναδική πολιτική δύναμη η οποία δεν δίστασε να μπει στη φωτιά της μάχης, από θέση ευθύνης.
Όταν αναλάβαμε τη βαριά ευθύνη,
Γνωρίζαμε το συσχετισμό στην Ευρώπη.
Γνωρίζαμε το κράτος που θα έπρεπε να διαχειριστούμε.
Γνωρίζαμε ότι η κυβέρνηση Σαμαρά, είχε ναρκοθετήσει μελετημένα κάθε μας βήμα.
Αυτά και μόνο θα αρκούσαν για να δικαιολογήσουμε οποιαδήποτε απόφαση αναχωρητισμού, να μην μπούμε στη μάχη.
Να αποφύγουμε τεχνηέντως την ευθύνη.
Να καλλιεργήσουμε και εμείς την ηττοπάθεια.
Δεν θα λερώναμε τα χέρια μας. Δεν θα χρειαζόταν να βασανίσουμε το μυαλό και την ψυχή μας, για να λάβουμε ιστορικές αποφάσεις.
Θα μπορούσαμε να συνεχίζουμε την ζωή και την πορεία του κόμματος μας, στη γωνιά μας.
Εντός της υγειονομικής ζώνης που φύλαγε για μας πάντα ο πάλαι ποτέ δικομματισμός.
Το πρόβλημα όμως, σύντροφοι και συντρόφισσες, είναι το εξής.
Ότι αν επιλέγαμε να στρέψουμε την πλάτη στο λαό εκείνες τις καθοριστικές για τον τόπο στιγμές,
Θα ξηλώναμε την ίδια την ιστορία και το αξιακό φορτίο της Αριστεράς.
Γιατί η Αριστερά σε αυτή τη χώρα, δεν έλειψε ποτέ στο κάλεσμα του λαού και τους μεγάλους αγώνες.
Δεν την αποθάρρυνε ο συσχετισμός.
Δεν περίμενε τις συνθήκες να ωριμάσουν.
Δεν δραπέτευε στη θεωρητική της ασφάλεια.
Δεν φυλαγόταν από την ιστορία. Αλλά την έγραφε πάντα σε χρόνο ενεστώτα.
Γι΄ αυτό η Αριστερά ήταν, είναι και θα είναι μεγάλη υπόθεση γι΄ αυτό τον τόπο.
Γιατί αν η Αριστερά δεν κρύφτηκε ποτέ στη μάχη, αυτό συνέβη για ένα πολύ απλό λόγο.
Γιατί η Αριστερά, είναι αναπόσπαστο κομμάτι του λαού. Δεν είναι αυτόκλητος εκπρόσωπος του.
Είναι σάρκα από τη σάρκα του.
Το 2015, λοιπόν, ο ελληνικός λαός μας εμπιστεύτηκε.
Μας έδωσε την ευθύνη.
Την εντολή για μάχη.
Μια μάχη που δεν τη δώσαμε στο πλάι του λαού, αλλά με το λαό οργανικό κομμάτι αυτής.
Με αυτόν δώσαμε τη μάχη των πρώτων μηνών.
Αυτός μίλησε, με τρόπο εκκωφαντικό, όταν τα πράγματα έφτασαν στα όρια τους.
Σε αυτόν στραφήκαμε, μετά τις δύσκολες αποφάσεις που κληθήκαμε να λάβουμε.
Αυτός μας εμπιστεύτηκε ξανά το Σεπτέμβρη.
Αυτός μας έδωσε το χρόνο και τη δύναμη να ανταποκριθούμε στην ευθύνη που αναλάβαμε:
Να βγάλουμε την Ελλάδα έξω από τα μνημόνια.
Φέραμε σε πέρας μια πολύ δύσκολη αποστολή.
Όχι χωρίς απώλειες.
Το γνωρίζαμε και εμείς και αυτοί που μας εμπιστεύτηκαν.
Γνωρίζαμε ότι για κάθε λέξη που παλεύαμε στη διαπραγμάτευση, υπάρχουν ολόκληρα κείμενα τα οποία έφεραν την υπογραφή «Ελληνική Δημοκρατία», από τα χέρια των σωτήρων της καταστροφικής πενταετίας.
Γνωρίζαμε ότι για κάθε μεγάλη θεσμική τομή, θα έπρεπε να βρούμε τρόπους να ξεπεράσουμε τα εμπόδια που έστηναν, οι υπασπιστές του παλιού καθεστώτος εντός του κράτους.
Γνωρίζαμε ότι σε κάθε μας βήμα θα μας ακολουθεί ο παραμορφωτικός φακός της προπαγάνδας και του ψέματος.
Και αυτό γιατί, δεν συμβιβαστήκαμε ποτέ μαζί του, μπας και μας δείξει λίγο πιο όμορφους.
Γιατί δηλώσαμε ευθέως και καθαρά από την πρώτη μέρα, ότι τον παραμορφωτικό φακό θέλουμε να τον σπάσουμε.
Γνωρίζαμε πολύ καλά όμως και τις αδυναμίες μας.
Υπήρξαν φορές που διστάσαμε ή αδρανήσαμε.
Ίσως γιατί πορευτήκαμε από την πρώτη μέρα, μέχρι και σήμερα έχοντας τόσα μέτωπα που ποτέ, καμία κυβέρνηση δεν κλήθηκε να διαχειριστεί.
Όμως αυτό δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία.
Αντίθετα. Κάνουμε την αυτοκριτική μας με ειλικρίνεια και σθένος, γιατί μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η έξοδος από τα μνημόνια, είναι σταθμός.
Δεν είναι το τέλος, αλλά η αφετηρία μιας νέας εποχής για τη χώρα.
Το όραμα μας για την Ελλάδα, μετά και από την εμπειρία στη μεγάλη αυτή μάχη για την έξοδο από τα μνημόνια, είναι πλέον ακόμα πιο ισχυρό και συγκροτημένο.
Η Ελλάδα πρέπει να γίνει και θα γίνει μια σύγχρονη, προοδευτική, ευρωπαϊκή χώρα.
Στην οποία πρωταγωνιστές είναι οι ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας.
Ο εργαζόμενος κόσμος.
Ο κόσμος του μόχθου, της επιστήμης, του πολιτισμού.
Οι νέες και οι νέοι.
Αυτοί και αυτές που δεν πρέπει να επιτρέψουμε να ζήσουν χειρότερα από τις προηγούμενες γενιές.
Και ας κρατήσουμε το συμβολισμό : Η χρονιά που η Ελλάδα μπαίνει στη νέα της εποχή, απαλλαγμένη από τη σκληρότερη περίοδο της τα τελευταία σαράντα χρόνια, είναι και η χρονιά που ενηλικιώνονται οι Ελληνίδες και οι Έλληνες που γεννήθηκαν στην αυγή του 21ου αιώνα.
Η Ελλάδα της νέας εποχής, οραματιζόμαστε και εργαζόμαστε από σήμερα ώστε να είναι:
Μια χώρα η οποία δεν θα επιτρέψει ποτέ ξανά να υποθηκευτεί το μέλλον της. Και θα διαχειρίζεται τα δημοσιονομικά της, με σύνεση και διαφάνεια.
Χωρίς σπατάλες αλλά και χωρίς περικοπές σε κοινωνικά αγαθά όπως η Δημόσια Υγεία, η Δημόσια Παιδεία και το κοινωνικό κράτος.
Μια χώρα που θα παράγει νέο πλούτο, με σχέδιο και ιεραρχήσεις, επενδύοντας σε τομείς στους οποίους διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Όχι πρόσκαιρα, εφήμερα, άναρχα και προς όφελος μιας κρατικοδίαιτης επιχειρηματικής ελίτ.
Μια χώρα στην οποία η παραγωγή του πλούτου, θα έχει την ίδια σημασία με τη διανομή του.
Δεν οραματιζόμαστε μια Ελλάδα στην οποία την ώρα που εκτοξεύονται τα επιχειρηματικά κέρδη, οι εργαζόμενοι θα αμείβονται με χαρτζιλίκια, θα είναι αδήλωτοι, ανασφάλιστοι και διαρκώς αναλώσιμοι.
Αν η Ελλάδα γύρισε δεκαετίες πίσω στα χρόνια των μνημονίων,
στον τομέα της εργασίας γύρισε πίσω σχεδόν έναν αιώνα.
Διότι το 8ωρο δεν είναι δα κατάκτηση πρόσφατων δεκαετιών.
Παραλάβαμε μια ανεργία που επί Σαμαρά είχε αγγίξει ακόμα και το 28% και σήμερα βρίσκεται στο 19,5%.
Ενισχύθηκαν οι μορφές πλήρους απασχόλησης, έναντι της ελαστικής.
Μένει βεβαίως πολύ μεγάλη προσπάθεια ώστε να επικρατήσει συνολικά η πλήρης εργασία στο σύνολο των συμβάσεων.
Ενισχύσαμε την Επιθεώρηση Εργασίας με σαφή στόχο να μειωθεί η αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία.
Πετύχαμε τη μείωση από το 19 στο 12% στους τομείς υψηλής παραβατικότητας.
Και έχουμε ήδη σχεδιασμό ώστε μέχρι το 2021, να περιοριστεί η αδήλωτη εργασία στο 5%.
Και συνεχίζουμε.
Με την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους.
Μια ντροπιαστική διάταξη που έφτασε η ώρα να αποτελέσει παρελθόν.
Την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Και Όλα αυτά δεν συνιστούν ιδεοληπτική εμμονή της αριστεράς, όπως μας κατηγορεί ο νεοφιλελεύθερος οπαδός των μνημονίων κος Μητσοτάκης.
Αλλά Είναι στοιχειώδεις κανόνες κοινωνικής δικαιοσύνης.
Είναι η αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας απέναντι στον εργαζόμενο κόσμο.
Η Ελλάδα της νέας εποχής, θα είναι επίσης, μια χώρα με φορολογική δικαιοσύνη και ένα σταθερό φορολογικό σύστημα.
Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι για μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, οι επιβαρύνσεις είναι δυσβάσταχτες.
Και αυτό κατά κύριο λόγο, διότι δεν καταφέραμε στο περιοριστικό πλαίσιο που είχαμε να κινηθούμε, να αναιρέσουμε ή να βελτιώσουμε μια σειρά από μέτρα που μας κληρονόμησε η καταστροφική πενταετία 2010-2014.
Πλέον όμως, έχοντας τη δημοσιονομική δυνατότητα, είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε γενναίες παρεμβάσεις στον τομέα της φορολογίας προσώπων και επιχειρήσεων.
Έχει ήδη προχωρήσει η επεξεργασία για μια σειρά φοροελαφρύνσεων, τις οποίες θα είμαστε σε θέση σύντομα να ανακοινώσουμε.
Και την ίδια στιγμή, εργαζόμαστε για να υπάρξουν επιπλέον παρεμβάσεις ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των οφειλών προς το δημόσιο, που αφορά χιλιάδες συμπολιτών μας.
Η Ελλάδα της νέας εποχής, θα είναι επίσης μια χώρα, στην οποία η δημόσια διοίκηση δεν θα θυμίζει κατάλοιπο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά θα είναι συμβατή με μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα.
Αντιμετωπίζοντας τη γραφειοκρατία, την πολυνομία, τις μικρές και μεγάλες εστίες διαφθοράς.
Ενισχύοντας τη διαφάνεια, τον έλεγχο ως προς την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, την ψηφιοποίηση του δημόσιου τομέα.
Χρειάζεται φυσικά χρόνος και μεγάλη προσπάθεια για να προχωρήσουν αυτές οι τομές, όμως τα πάντα ξεκινούν από την πολιτική βούληση.
Η Ελλάδα της νέας εποχής, θα είναι μια χώρα στην οποία, όλοι οι πολίτες είναι ίσοι έναντι του νόμου.
Ανεξάρτητα από την καταγωγή, το εισόδημα, το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό.
Μια χώρα στην οποία οι άνθρωποι με αναπηρίες δεν θα λογίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Και τέλος, μια χώρα η οποία αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή.
Με αρχές την ειρηνική συμβίωση, τη φιλία και την αλληλεγγύη των λαών και τη σύναψη σχέσεων καλής γειτονίας με τις χώρες της περιοχής.
Η πατρίδα μας βρίσκεται σε μια περιοχή στην οποία διαχρονικά, δε λείπουν οι εντάσεις.
Και σήμερα, οι προκλήσεις είναι μεγάλες.
Για το λόγο αυτό, επενδύσαμε σε μια ενεργητική, πολυδιάστατη, φιλειρηνική εξωτερική πολιτική.
Μια πολιτική αφενός ανοιχτών διαύλων, αφετέρου με απόλυτη προτεραιότητα την διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Και όπως αποδείχθηκε, μόνο μια τέτοια πολιτική μπορεί να διασφαλίσει αποτελεσματικά την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Διότι, η γραμμή του εθνικισμού, της συνομωσιολογίας, της απομόνωσης, δεν είναι τίποτα άλλο από μια γραμμή εθνικής ήττας που μετατρέπει την Ελλάδα σε μια φοβική και ανυπόληπτη δύναμη.
Γνωρίζουμε ότι η στάση που έχουμε επιλέξει, έχει και πολιτικό κόστος. Φυσικά, πρόσκαιρο.
Διότι εκ του αποτελέσματος, καταλήγει πάντα υπέρ των εθνικών συμφερόντων.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση των δύο στρατιωτικών μας που συνελήφθησαν και κρατήθηκαν, χωρίς καμία κατηγορία, από τον περασμένο Μάρτιο στην Τουρκία, ακούσαμε πολλά από μια αντιπολίτευση που φυσικά έσπευσε να κάνει σπέκουλα και σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα.
Φτάσαμε όμως στο σημείο να ακουστεί από στέλεχος της, η ντροπιαστική πρόταση περί ανταλλαγής.
Λες και η ελληνική δικαιοσύνη, η οποία έχει αποφανθεί σχετικά, είναι υπηρεσία υπό τον Πρωθυπουργό ή τον ΥΠΕΞ και μπορεί να εντέλλεται ανάλογα με τις επιθυμίες τους.
Δεν ξέρω, ίσως αυτή την εικόνα έχουν από την εμπειρία τους στην κυβέρνηση τα στελέχη της ΝΔ.
Αυτά όμως, όχι απλά δεν ισχύουν πια.
Είναι, επαναλαμβάνω, ντροπή.
Γι’ αυτό και όταν επέστρεψαν οι στρατιωτικοί μας, μετά από διαρκείς και συντονισμένες ενέργειες σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, οι οπαδοί των παζαριών, έχασαν τη μιλιά τους.
Επίσης, στο κορυφαίο ίσως ζήτημα που διαχειριστήκαμε σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, το Μακεδονικό.
Ένα ζήτημα στο οποίο καταφέραμε μετά από πολύ μεγάλη προσπάθεια, να φτάσουμε σε μία ιστορική συμφωνία,
τηρώντας την, εδώ και πάνω από μια δεκαετία, εθνική γραμμή,
διαφυλάσσοντας το εθνικό συμφέρον και την ιστορία μας.
Και πάλι, κάποιοι έχασαν τη μιλιά τους. Αφού άλλαξαν καμιά 20αριά φορές στάση.
Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή, σύνθετη ονομασία και γραμμή κυβέρνησης Καραμανλή.
Τρίτη-Πέμπτη-Σάββατο, εθνικιστικά παραληρήματα και επιχειρήματα Χρυσής Αυγής.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Θέλω να μιλήσω ευθέως:
Δεν είναι όλοι σε αυτή τη χώρα χαρούμενοι που τελειώσαμε με τα μνημόνια.
Υπάρχουν αυτοί που κυβέρνησαν τη χώρα επιβάλλοντας πολιτικές ακόμα και πέρα από όσα ζητούσαν κατά καιρούς οι δανειστές.
Αυτοί που σε κάθε κρίσιμη διαπραγμάτευση, ξεσπάθωναν υπέρ των πλέον ακραίων απόψεων που εξέφραζε κατά κύριο λόγο το ΔΝΤ.
Αυτοί που το πολιτικό τους πρόγραμμα είναι η συντριβή της εργασίας, η καθήλωση των μισθών, οι απολύσεις, οι νέες περικοπές στις συντάξεις, η διάλυση του κοινωνικού κράτους, η φοροασυλία του πλούτου.
Είναι αυτοί που δεν έχουν ανάγκη τελικά κανένα ξένο τεχνοκράτη για να συνεχίσουν το μνημόνιο.
Τα λένε μόνοι τους. Γιατί ήταν πάντα το πρόγραμμα τους.
Και όντως, για τη ΝΔ το μνημόνιο ήταν τελικά ευλογία.
Ήταν η καλύτερη αφορμή για να υλοποιήσουν κατά γράμμα την πιο ακραία αντικοινωνική πολιτική που εφαρμόστηκε στον τόπο εδώ και 40 χρόνια.
Και σήμερα, όχι απλά υπερασπίζονται τα πεπραγμένα τους, για τα οποία τους έστειλε ο ελληνικός λαός στην αντιπολίτευση, αλλά υπόσχονται ακόμα χειρότερα.
Παράλληλα, δεν σταματούν να βρίζουν και να απειλούν.
Να μιλάνε για ελαττωματικές ιδέες,
να προαναγγέλλουν θεσμικές παρεμβάσεις για να μη μπορεί ποτέ να κυβερνήσει η αριστερά.
Απόψεις και ιδέες που γυρνάνε στην μετεμφυλιακή Ελλάδα και που δε μπορούν να έχουν σχέση με ένα δημοκρατικό κόμμα της αξιωματική αντιπολίτευσης αλλά αρμόζουν σε κάποιο περιθωριακό ακροδεξιό μόρφωμα.
Και φυσικά, σε ένα διαρκές παραλήρημα, κατά καιρούς απειλούν να ξηλώσουν νόμους που έφερε η δική μας κυβέρνηση.
Ποιο νόμο, όμως, να πρωτοξηλώσει ο κ. Μητσοτάκης;
Για την πρόσβαση των ανασφάλιστων στη Δημόσια Υγεία;
Για την πρόσληψη γιατρών και νοσηλευτών στο ΕΣΥ;
Για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας;
Για την πρόσληψη δασκάλων στα σχολεία, για να μην ξεκινά η σχολική χρονιά με χιλιάδες κενά;
Για την αύξηση της χρηματοδότησης για την Έρευνα;
Για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης;
Για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας;
Για την κατάργηση του αυτοφώρου για τις μικρές οφειλές στο δημόσιο;
Για τη διαφάνεια στις δημόσιες συμβάσεις;
Για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών;
Για την επαναλειτουργία της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης;
Για τους δασικούς χάρτες;
Για την κατεδάφιση αυθαιρέτων;
Για το μεταφορικό ισοδύναμο στα νησιά;
Για την κατοχύρωση της ταυτότητας φύλου;
Για την απόδοση ιθαγένειας σε όλα τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εδώ;
Για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων;
Για την αύξηση του κατώτατου μισθού;
Ποιόν θα πρωτοξηλώσει ;
Παρακολουθούμε εδώ και δύο χρόνια, το παραλήρημα μιας ακροδεξιάς, κυνικής και αδίστακτης αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Που με μοναδικό όπλο το μηχανισμό του ψέματος, της λάσπης και της προπαγάνδας προσπαθεί με κάθε τρόπο να επανέλθει στην εξουσία.
Για να ξηλώσει τελικά κάθε προοπτική αυτής της χώρας να ορθοποδήσει.
Για να συνεχίσει τη νεοφιλελεύθερη καταιγίδα που σταμάτησε το 2015.
Και μπροστά στο μεγάλο τους πόθο, δεν δίστασαν ακόμα και να αποπειραθούν να εκμεταλλευτούν μια εθνική τραγωδία.
Σε αγαστή συνεργασία με φιλικά ΜΜΕ, επιχείρησαν να βγάλουν πολιτικά οφέλη πάνω στον ανθρώπινο πόνο και στη καταστροφή.
Και έτσι το κόμμα των αυθαιρέτων, των μπαζωμένων ρεμάτων, των κομματαρχών που μετέτρεψαν περιοχές της Αττικής σε μνημεία άναρχης δόμησης με διαρκή κίνδυνο για την ασφάλεια των πολιτών, εμφανίστηκε να κουνάει το δάχτυλο και να επιζητά πολιτικά οφέλη από μια τραγωδία.
Για την οποία όχι μόνο αναλάβαμε, όπως οφείλαμε, την πολιτική ευθύνη.
Αλλά σπεύσαμε άμεσα να ανακοινώσουμε μια ευρεία δέσμη μέτρων για τους πληγέντες.
Αλλά και για την αντιμετώπιση της ανεξέλεγκτης δόμησης όσο και για την αναβάθμιση της πολιτικής προστασίας.
Και θα κάνουμε ό, τι χρειαστεί, θα συγκρουστούμε με όποιον χρειαστεί ώστε να μην ζήσουμε ξανά μια τέτοια τραγωδία.
Αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη.
Το μόνο που τους οδηγεί είναι η βουλιμία τους για την εξουσία.
Η προσπάθεια για την παλινόρθωση τους.
Σπέρνοντας μόνο μίσος, διχασμό και φόβο.
Όμως, σύντροφοι και συντρόφισσες, η Ελλάδα δεν θα γυρίζει πίσω.
Δεν γυρίζει πίσω στα χέρια αυτών που τη γονάτισαν.
Αντίθετα με πρωταγωνιστή το κόμμα μας το ΣΥΡΙΖΑ είμαστε αποφασισμένοι να ενισχύσουμε το ρεύμα της κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας που διαμορφώθηκε τρία χρόνια πριν, για μια νέα νίκη του λαού μας.
Για να σταθεροποιήσουμε την μεγάλη πολιτική αλλαγή και να αφήσουμε μια για πάντα στο παρελθόν τις πολιτικές δυνάμεις και το πολιτικό προσωπικό της χρεοκοπίας,
τις πολιτικές δυνάμεις και το πολιτικό προσωπικό της διαφθοράς,
και του ηθικού εκφυλισμού.
Ώστε αυτό το υβρίδιο ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού στο οποίο έχει μεταμορφωθεί η ΝΔ να μην παλινορθωθεί.
Το 2019 συντρόφισσες και σύντροφοι δεν θα είναι μόνο η χρονιά της μεγάλης κοινωνικής μάχης για την στήριξη της κοινωνίας, των εργαζομένων, του κοινωνικού κράτους.
Θα είναι και η χρονιά μεγάλων πολιτικών μαχών.
Των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών που για πρώτη φορά θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής.
Και τη μάχη αυτή θα τη δώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις.
Με ανοιχτά, λαϊκά ψηφοδέλτια.
Με το κόμμα σε διάταξη αγώνα.
Και με στόχο να αναδείξουμε προσωπικότητες και συλλογικότητες που θα μοιράζονται την αγωνία μας για τη συγκρότηση μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας για να εμπεδωθούν οι μεγάλες αλλαγές.
Θα είναι επίσης η χρονιά Των Ευρωεκλογών.
Που θα τη δώσουμε μαζί με τις δυνάμεις της Ευρωπαικής Αριστέρας αλλά και μαζί με τις προοδευτικές δυνάμεις στην Ευρώπη που δεν αποδέχονται το μονόδρομο της λιτότητας, του ρατσισμού και του δημοκρατικού ελλείμματος.
Και πιστέψτε με αυτό το ρεύμα είναι το μοναδικό που μπορεί να αντιπαρατεθεί με αξιώσεις στην ακροδεξιά που θεριεύει στην Ευρώπη των αδιεξόδων και της οικονομικής στασιμότητας.
Αλλά πάνω από όλα έχουμε να δώσουμε στο τέλος της τετραετίας, το ερχόμενο φθινόπωρο τη μητέρα των μαχών.
Τις εθνικές εκλογές.
Στο δρόμο για τις οποίες θα βρούμε μπροστά μας όλες τις γερασμένες δυνάμεις της παλιάς Ελλάδας.
Αδίστακτες και διψασμένες για την παλινόρθωση.
Και εκεί το κόμμα μας και ο λαός πρέπει αποφασισμένος και αισιόδοξος να ξαναδώσει μήνυμα ελπίδας.
Μήνυμα συνέχειας προς τα εμπρός.
Μήνυμα νίκης.
Απέναντι στις δυνάμεις του παλιού καθεστώτος δεν επιτρέπεται να δειλιάσουμε, να απογοητευτούμε, να διστάσουμε.
Και σε αυτή τη μάχη δεν χωρούν δεύτερες σκέψεις και ηττοπάθεια.
Γιατί απέναντι στον πολιτικό και κοινωνικό αντίπαλο έχουμε τις ιδέες αλλά και τις πράξεις της αριστεράς.
Έχουμε το παρελθόν μας αλλά και το σχέδιο για το μέλλον.
Την Ελλάδα της ισότητας, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Και με αυτές τις ιδέες και με αυτές τις πράξεις θα ενισχύσουμε την πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία.
Με ανοιχτό ορίζοντα και με συσπείρωση όλων εκείνων που δεν αποδέχονται την επιστροφή του παλιού καθεστώτος στην εξουσία.
Σύντροφοι και Συντρόφισσες
Για να δώσουμε όλες αυτές τις μάχες νικηφόρα χρειαζόμαστε συστράτευση, ενότητα αλλά και ανανέωση.
Η χώρα μας, η κυβέρνηση και το κόμμα χρειάζονται νέο αίμα και όρεξη για δουλειά.
Χρειάζεται να δώσουμε όμως και ένα παράδειγμα στην ελληνική κοινωνία.
Να δείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε μεγάλες αλλαγές πρώτοι εμείς οι ίδιοι.
Γιατί το τέλος του Μνημόνιου σηματοδοτεί και το κλείσιμο ενός πολιτικού κύκλου για το ΣΥΡΙΖΑ.
Τώρα που η χώρα περνάει σε άλλη εποχή, το κόμμα μας πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες ανάγκες.
Γιατί:
Πρώτον, οι νέες δυνατότητες για την εφαρμογή μιας πολιτικής δίκαιης ανάπτυξης, ριζικών δημοκρατικών αλλαγών, και κοινωνικής δικαιοσύνης, απαιτούν από το κόμμα να είναι ακόμα πιο βαθιά ριζωμένο στην κοινωνία.
Να συνδιαλέγεται με την κοινωνία, και πρώτα- πρώτα με τα στρώματα της μισθωτής εργασίας, με τους εργαζόμενους του χεριού και του πνεύματος, αλλά και με την παραγωγική μεσαία τάξη, που πλήρωσαν βαρύ τίμημα στην κρίση.
Σ’ αυτούς απευθυνόμαστε.
Γι’ αυτούς, αν θέλετε, υπάρχουμε.
Δεύτερον, η επίθεση όλων των δυνάμεων της παλινόρθωσης, που παίρνει το χαρακτήρα εμφύλιας αντιπαράθεσης, απαιτεί ένα κόμμα ενωμένο, ψύχραιμο, ικανό να αμύνεται και να αντεπιτίθεται.
Ικανό, κυρίως, να χτίζει από τα κάτω τις συμμαχίες εκείνες που απαιτούν οι συνθήκες.
Όλα τα ρυάκια εκείνα, σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς, που θα ενώνονται στο ορμητικό ποτάμι της μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας.
Συνεπώς, χρειαζόμαστε κόμμα δυνατό, ενωμένο, ανοιχτό στην κοινωνία, με εσωτερική δημοκρατία αλλά και πειθαρχία.
Αυτό είναι –και δεν μπορεί να είναι άλλο- το δημοκρατικό μας εργαλείο, το δημοκρατικό μας όπλο, το μεγάλο μας πλεονέκτημα απέναντι στους αντιπάλους μας.
Ένα πλεονέκτημα, που πρέπει να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού.
Αποτρέποντας με όλη την δημοκρατική αυστηρότητα προσωπικές στρατηγικές, συσπειρώσεις χωρίς αρχές, και ατομική ιδιοποίηση της συλλογικής κομματικής δουλειάς.
Αποκρούοντας τον κυβερνητισμό, και την εμπλοκή του κόμματος, ή οργανώσεών του, σε παιγνίδια που δεν έχουν σχέση ούτε με τις αρχές, ούτε με τις ιδέες μας.
Παίρνω το θάρρος να σας θυμίσω εδώ, ότι είμαστε το δέντρο μιας παράταξης, που οι ρίζες του αρδεύονταν πάντα από την αγωνιστική ανιδιοτέλεια,
το συλλογικό ήθος,
την συντροφικότητα -όχι μόνο ως ηθικό, αλλά και ως πολιτικό μέγεθος-
την αφοσίωση στο λαό και στις ανάγκες του.
Και αυτή η παράταξη πέρασε πολλά, ειδικά αυτά τα τρία χρόνια από το καλοκαίρι του 2015.
Αλλά με την ανιδιοτελή και αξιοθαύμαστη δουλειά των συντρόφων και των συντροφισσών που το σήκωσαν στην πλάτη τους αυτό το διάστημα, πάτησε ξανά στα πόδια του.
Σε αυτή τη διαδρομή η συμβολή του Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Πάνου Ρήγα ήταν αναντικατάστατη.
Θέλω να τον ευχαριστήσω γιατί αυτά τα τρία χρόνια που βρίσκεται στη θέση του Γραμματέα επέδειξε ήθος, ανιδιοτέλεια και ουσιαστική συνεισφορά στο κοινό μας σχέδιο.
Και είμαι βέβαιος ότι θα είναι το ίδιο παραγωγικός και από το νέο ,μετερίζι της μάχης.
Τώρα στην αυγή της νέας εποχής, πιστεύω ότι το κόμμα μας χρειάζεται μια ακόμη ώθηση.
Ένα ακόμη παράδειγμα ανιδιοτέλειας και αφοσίωσης.
Ένα ισχυρό μήνυμα
Ότι το κόμμα για μας είναι προτεραιότητα.
Ότι το κόμμα για μας είναι αναπόσπαστο κομμάτι στην προσπάθεια για την ενίσχυση της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας.
Και ότι κανένα αξίωμα κυβερνητικό ή όποιο άλλο δεν έχει για μας μεγαλύτερη αξία από αυτά τα αξιώματα που προσδιορίζονται από τη συλλογική μας βούληση και τη συλλογική κομματική μας λειτουργία.
Για αυτό αποφάσισα να προτείνω για επόμενο Γραμματέα της Κεντρικής μας Επιτροπής τον σύντροφο τον Πάνο τον Σκουρλέτη.
Με ανανεωμένες τις δυνάμεις μας, με αναπτερωμένο το ηθικό μας από το τέλος του Μνημονίου,
με ενότητα και αλληλεγγύη, σας καλώ να δώσουμε όλοι μαζί σήμερα το μήνυμα της ανανέωσης και της νίκης.