Οι τράπεζες αφήνουν πίσω τους το ζήτημα των κόκκινων δανείων, καθώς η οικονομική ανάπτυξη μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών.
Οι δείκτες καθυστερήσεων βρίσκονται πλέον σε ιστορικά χαμηλά από την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη, πλησιάζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι τραπεζικοί όμιλοι βλέπουν με αισιοδοξία τη συνέχεια, στοχεύοντας σε περαιτέρω μείωση κάτω από το 2%.
Η εξυγίανση των ισολογισμών τους επιταχύνθηκε την περίοδο 2020-2021, όταν το μεγαλύτερο μέρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων απομακρύνθηκε από τα βιβλία τους. Έκτοτε, η διαδικασία συνεχίστηκε με μικρότερη ένταση, οδηγώντας τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα κοντά στο 3%. Η πορεία αυτή, ωστόσο, δεν ήταν δεδομένη, καθώς οι τράπεζες κλήθηκαν να διαχειριστούν διαδοχικές κρίσεις.
Πρώτα ήρθε η πανδημία, που προκάλεσε αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας. Τα κρατικά μέτρα στήριξης και οι τραπεζικές διευκολύνσεις διατήρησαν, ωστόσο, την εξυπηρέτηση των περισσότερων δανείων.
Δείτε επίσης Διεθνές Απολυτήριο: Σε ποιά σχολεία έρχεται από το 2026
Στη συνέχεια, η ενεργειακή κρίση προκάλεσε εκτίναξη του πληθωρισμού, οδηγώντας την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε αλλεπάλληλες αυξήσεις επιτοκίων κατά 450 μονάδες βάσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αναπροσαρμογή των διατραπεζικών επιτοκίων euribor, στα οποία είναι συνδεδεμένα τα περισσότερα δάνεια στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον Οικονομικό Ταχυδρόμο.
Παρά την αύξηση των μηνιαίων δόσεων στο 90% των δανείων, η πλειονότητα των δανειοληπτών ανταποκρίθηκε, αποτρέποντας νέα κύματα καθυστερήσεων. Αντιθέτως, η εξυγίανση συνεχίστηκε, με πολλές επιχειρήσεις να προχωρούν σε πρόωρες αποπληρωμές, ώστε να περιορίσουν τις επιβαρύνσεις από τα υψηλά επιτόκια. Στη στεγαστική πίστη, το πρόγραμμα προστασίας συνεπών δανειοληπτών προσέφερε προσωρινά όρια στις αυξήσεις, ενώ οι διαδοχικές μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ το τελευταίο διάστημα δίνουν περαιτέρω ανάσα.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η σταθερότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου οφείλεται και στο ότι, στις διαδοχικές κρίσεις, οι περισσότεροι οφειλέτες διέθεταν ήδη ισχυρό οικονομικό προφίλ και είχαν αποδείξει την ανθεκτικότητά τους κατά την ύφεση της δεκαετίας του 2010. Επιπλέον, τα δάνεια των τελευταίων 15 ετών έχουν δοθεί υπό αυστηρότερους όρους, περιορίζοντας τον κίνδυνο νέων καθυστερήσεων.
Στο εξής, οι συστημικές τράπεζες κινούνται προς την πλήρη εξομάλυνση, εκτιμώντας ότι μέσα στην επόμενη διετία θα συγκλίνουν πλήρως με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ρίχνοντας το δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από το 2%. Ο στόχος αυτός θεωρείται ρεαλιστικός, καθώς η πιστωτική επέκταση αναμένεται δυναμική, η ανάπτυξη της οικονομίας και η αύξηση των μισθών μειώνουν τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών, τα επιτόκια αποκλιμακώνονται και τόσο οι τράπεζες όσο και οι δανειολήπτες είναι πλέον πιο προσεκτικοί στις νέες χορηγήσεις και τις χρηματοδοτικές επιλογές τους.
Δείτε επίσης Αιτήσεις για 90 προσλήψεις ΣΟΧ στους Βρεφονηπιακούς Σταθμούς της ΔΥΠΑ