Με έμψυχο δυναμικό, επιστημονική γνώση και προτάσεις είναι έτοιμο να συμβάλλει το ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας στην αντισεισμική θωράκισης μιας ιδιαίτερα σεισμογενούς περιοχής, λέει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής, Βασίλης Αϊβαλής.

Με αφορμή την τοποθέτησή του στην πρόσφατη ημερίδα που οργανώθηκε για την αντισεισμική θωράκιση, ο Βασίλης Αϊβαλής έθεσε ως προτεραιότητες την παροχή κινήτρων στους ιδιοκτήτες των κτιρίων για αντισεισμική θωράκιση, αλλά και τον προσεισμικό έλεγχο των κτιρίων.

 

Παράλληλα, αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν προκύψει από το εθνικό πρόγραμμα αντισεισμικής ενίσχυσης υφιστάμενων κατασκευών, στα τέλη της περασμένης δεκαετίας, το 81% των κτιρίων στην Αχαΐα είχε κατασκευαστεί πριν από το νέο αντισεισμικό κανονισμό του 1985, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ηλεία ήταν 71%.

 

Ξεκινώντας την τοποθέτησή του από την αντισεισμική θωράκιση των κτιρίων τονίζει ότι «αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την αντιμετώπιση σεισμικών φαινομένων, ιδιαίτερα για τα παλαιά κτίρια», ενώ προκειμένου να περιοριστούν τα οποιαδήποτε φαινόμενα καταστροφής θα πρέπει η πολιτεία, σύμφωνα με τον Βασίλη Αϊβαλή, «να αναλάβει πρωτοβουλίες και να δώσει κίνητρα, ώστε οι ιδιοκτήτες του δομημένου περιβάλλοντος να προβούν σε αντίστοιχες ενέργειες αντισεισμικής θωράκισης των κτιρίων τους.»

 

Όπως εξηγεί, τα κίνητρα αυτά δεν θα πρέπει να είναι μόνο φορολογικά, αλλά θα πρέπει να είναι και δράσεις άμεσης χρηματοδοτικής ενίσχυσης.

 

Μάλιστα, καταθέτει και πρόταση, με δεδομένο όπως λέει ότι «το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είναι ιδιαίτερα περιορισμένο.»

 

Αναλύοντας την πρότασή του, σημειώνει ότι «θα πρέπει σήμερα, πριν είναι αργά, τώρα που σχεδιάζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο, να γίνουν από τη χώρα μας, σε συνεργασία και με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα φαινόμενα, όλες εκείνες οι απαραίτητες ενέργειες, μέσω ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού, συντονισμού, μεθοδικότητας και συνεκτικής συνεχούς προσπάθειας προκειμένου να προβλεφθούν από την ΕΕ δράσεις ενίσχυσης και αντισεισμικής θωράκισης των υφιστάμενων κτιρίων κατά αντιστοιχία της ενεργειακής αναβάθμισης η οποία χρηματοδοτείται μέχρι σήμερα.»

 

Όσον αφορά στον ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει το ΤΕΕ, ο Βασίλης Αϊβαλής, λέει ότι εδώ και καιρό έχει προχωρήσει στη δημιουργία, στελέχωση και κατάλληλη κατάρτιση ενός μητρώου εθελοντών μηχανικών για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών.

 

Το μητρώο αυτό, όπως εξηγεί, «στελεχώνεται ήδη με πάνω από 150 μηχανικούς, οι οποίοι έχουν ήδη λάβει επιπλέον κατάρτιση σε εξειδικευμένα θέματα αντιμετώπισης σεισμών και αποκατάστασης κατασκευών και μπορούν να συνδράμουν τα αντίστοιχα ειδικά κλιμάκια των δήμων, των περιφερειών, καθώς και του υπουργείου Υποδομών, για τον έλεγχο και την καταγραφή των πιθανών αστοχιών στο δομημένο περιβάλλον της περιοχής ευθύνης του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας, παρέχοντας έτσι σημαντική βοήθεια στις αρμόδιες αλλά υποστελεχωμένες υπηρεσίες της πολιτείας.»

 

Πέραν όμως από αυτά, συνεχίζει, «οφείλουμε πρώτα από όλα να αξιοποιήσουμε τη γνώση, αλλά και τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεση μας μέχρι σήμερα.»

 

Μιλώντας για τα δεδομένα, λέει ότι «το 2002 με 2003 οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις Αχαΐας, Αιτωλοακαρνανίας και Ηλείας είχαν προβεί σε συνεργασία με το ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας σε πρωτοβάθμιο προσεισμικό έλεγχο δημοσίων κτιρίων δημιουργώντας έτσι μία αρχική βάση δεδομένων.»

 

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Βασίλη Αϊβαλή, «στην Αχαΐα είχε γίνει έλεγχος σε ένα μεγάλο ποσοστό των δημοσίων κτιρίων, στην Αιτωλοακαρνανία είχαν γίνει έλεγχοι μόνο στα σχολεία, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία σε ηλεκτρονική μορφή, ενώ στην Ηλεία είχαν γίνει έλεγχοι, αλλά δεν υπάρχει ικανοποιητική πληρότητα στοιχείων ώστε να είναι αξιοποιήσιμα.»

 

Όπως προσθέτει, «15 χρόνια μετά, ως ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας πιστεύουμε ότι θα πρέπει άμεσα να προβούμε στην ολοκλήρωση του πρωτοβάθμιου προσεισμικού ελέγχου για όλα τα κτίρια, ενώ παράλληλα θα πρέπει να επικαιροποιήσουμε την υπάρχουσα βάση δεδομένων με τη νέα γνώση που υπάρχει σήμερα, αυξάνοντας έτσι την αξιοπιστία της και κάνοντας την πλήρως αξιοποιήσιμη.»

 

Σε αυτό το σημείο, ο Βασίλης Αϊβαλής υπενθύμισε ότι «για την περιοχή του κέντρου της πόλης της Πάτρας, τα έτη 1998-1999 πραγματοποιήθηκε και μία μικροζωνική, η οποία μας δείχνει ποιες περιοχές της πόλης είναι περισσότερο ευαίσθητες σε σεισμικά φαινόμενα.» Επιπροσθέτως, συμπληρώνει, «το τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών διαθέτει μια βάση δεδομένων παρακολούθησης της συμπεριφοράς της πόλης μας μέσα από σεισμικές καταγραφές.» Προφανώς, όπως τονίζει, «χρειάζεται να γίνει μία επικαιροποίηση της μελέτης αυτής, αλλά και μία αύξηση του πεδίου εφαρμογής της, έτσι ώστε να περιλαμβάνεται όλος ο Καλλικρατικός δήμος Πατρέων.»

 

Αξιοποιώντας λοιπόν, όπως λέει, «όλα τα στοιχεία που μέχρι σήμερα διαθέτουμε, αλλά και ενεργοποιώντας στην κατεύθυνση αυτή ένα σημαντικό τμήμα του τεχνικού και επιστημονικού στελεχιακού δυναμικού της περιοχής μας, μέσω του Τεχνικού Επιμελητηρίου Δυτικής Ελλάδος, θα έχουμε μία πλήρη, επικαιροποιημένη, και αξιόπιστη βάση δεδομένων πρωτοβάθμιου προσεισμικού ελέγχου για όλο το δομημένο περιβάλλον της περιοχής μας.»

 

Με αυτόν τον τρόπο συνεχίζει, «θα έχουμε μία πλήρη κατηγοριοποίηση των κτιρίων σχετικά με την τρωτότητα τους, αλλά και πλήρη γνώση της σεισμικής συμπεριφοράς της περιοχής μας», ενώ όσον αφορά στον δευτεροβάθμιο προσεισμικό έλεγχο, είπε ότι «θα πρέπει να γίνει από τους μηχανικούς του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας, σε συνεννόηση με την Τοπική Αυτοδιοίκηση.»

 

Μάλιστα, όπως τονίζει σε αυτό το σημείο, «ουδέποτε έχει πραγματοποιηθεί δευτεροβάθμιος προσεισμικός έλεγχος σε δημόσια κτίρια στην περιοχή μας,» υπογραμμίζοντας ότι «ως ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας είμαστε σε θέση να εφαρμόσουμε την πιο σύγχρονη μεθοδολογία, η οποία αυτή τη χρονική περίοδο είναι σε φάση έγκρισης από τον ΟΑΣΠ για να ενταχθεί ως οδηγία στο θεσμικό πλαίσιο.»

 

Σχετικά με τη χρησιμότητα του δευτεροβάθμιου ελέγχου, ο Βασίλης Αϊβαλής λέει ότι «η πολιτεία θα έχει στα χέρια της μία ιδιαίτερα πλήρη, ενημερωμένη και αξιοποιήσιμη βάση δεδομένων για την κατάσταση του δημόσιου δομημένου περιβάλλοντος στην περιοχή με βάση τη σεισμική τρωτότητα των κτιρίων, έχοντας μάλιστα δημιουργήσει μία τεκμηριωμένη προτεραιοποίηση και ανάλογα με τη διαθέσιμη χρηματοδότηση, θα μπορούν να μειωθούν σε σημαντικό βαθμό οι συνέπειες ενός καταστροφικού σεισμού, θωρακίζοντας αντίστοιχα τα δημόσια κτίρια και προστατεύοντας τους συμπολίτες μας.»

 

Καταλήγοντας, σημειώνει ότι «για να επιτευχθούν όλα τα προαναφερόμενα, θα πρέπει να υπάρξει μία προγραμματική σύμβαση μεταξύ του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας, που έχει και το στελεχειακό δυναμικό για να υποστηρίξει το εγχείρημα, και των ενδιαφερομένων δήμων, της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.» Η σύμβαση αυτή, σύμφωνα με τον Βασίλη Αϊβαλή, «θα πρέπει να έχει ως αντικείμενο την άμεση δημιουργία μόνιμης επιστημονικής επιτροπής που θα προετοιμάσει ένα συγκροτημένο σχέδιο προσεισμικών και μετασεισμικών ενεργειών, τον προσεισμικό έλεγχο των δημοσίων κτιρίων υψηλής επιχειρησιακής και κοινωνικής σημασίας, την επικαιροποίηση της υπάρχουσας μικροζωνικής μελέτης, μέσω σεισμικών καταγραφών που υπάρχουν και την διαδικτυακή επιμόρφωση της εκπαιδευτικής κοινότητας, σε συνεργασία με τον ΟΑΣΠ.»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025