Στο έργο της αποκατάστασης των ζημιών από την τραγική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου, στην Ανατολική Αττική θα συμβάλλει το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο θέτοντας την επιστημονική του δεινότητα στη διάθεση της πολιτείας.

«Από την πρώτη στιγμή, όλες οι σχολές του ΕΜΠ, δια του πρύτανή τους, έστειλαν μία επιστολή στους υπουργούς, και στους γενικούς γραμματείς, επισημαίνοντας ότι το ΕΜΠ θέτει την επιστημονική του δεινότητα στη διάθεση του κράτους. Εμείς δεν χαράζουμε πολιτική , εμείς είμαστε αυτοί που μπορούμε να δώσουμε τις λύσεις», εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Κοσμήτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Δημήτρης Ησαΐας.

Ακόμη, επισήμανε: «Στη συνέχεια αυτής της επιστολής, μεταφέραμε στον κ. Σταθάκη και στην γενική γραμματέα, την προθυμία μας να δουλέψουμε για ό,τι εκείνοι θέλουν. Έχουμε μία γκάμα θεμάτων που είμαστε κατεξοχήν αρμόδιοι επιστημονικά τα οποία άπτονται των θεμάτων της πολεοδομίας, της χωροταξίας, του αστικού σχεδιασμού, της αρχιτεκτονικής των κτιρίων, συνεχίζουμε όμως και σε θέματα που έχουν να κάνουν με τις τεχνολογίες ανίχνευσης της φωτιάς, τις ειδοποιήσεις των κατοίκων, των συστημάτων πρόληψης, μία πληθώρα θεμάτων που κατά διαστήματα το Πολυτεχνείο έχει δουλέψει ερευνητικά κι επομένως ό,τι θέλει το υπουργείο θα είμαστε στη διάθεσή τους, με τη δική του καθοδήγηση, να προχωρήσουμε σε αυτά». Και πρόσθεσε: «Δεν είναι η πρώτη φορά που θέσαμε τον εαυτό μας στη διάθεση της χώρας σε τέτοια θέματα, δηλαδή στα 180 χρόνια ιστορίας του ΕΜΠ, το Πολυτεχνείο ήταν αυτό που έστειλε τους τότε καθηγητές στο προσφυγικό του ’22 και ήταν αυτό που οργάνωνε εκθέματα και δούλεψε πάνω σε αυτό. Οι καθηγητής του δούλεψαν στην ανοικοδόμηση της χώρας, σε όλες τις κρίσιμες περιόδους».

Ερωτηθείς ο κ. Ησαΐας, για το ποια πρέπει να είναι η επόμενη μέρα στο Μάτι σημείωσε: «Είναι επιπόλαιο να μιλήσουμε από τώρα για το τι χρειάζεται να γίνει στο Μάτι από δω και πέρα, γιατί δεν έχουμε συνολική εικόνα. Για να μιλήσουμε θα έπρεπε να έχουμε μία βάση δεδομένων, να δούμε ποια είναι η έκταση των ζημιών. Από κει και πέρα πρέπει να συστρατευθεί η επιστημονική κοινότητα, η πολιτική ηγεσία των υπουργείων αλλά κι οι ίδιοι οι κάτοικοι, των οποίων ο λόγος θα έπρεπε να έχει ιδιαίτερη σημασία για την επόμενη μέρα. Δεν πρέπει η επόμενη μέρα να είναι κάτι που θα σχεδιαστεί από κάποιους άλλους γι’ αυτούς που θα μείνουν εκεί. Πολύ σωστά αρχικά, υπάρχει η φάση της αρωγής (καταγραφή ζημιών, αποζημιώσεις). Από εκεί και πέρα θα υπάρξει η επόμενη φάση που θα είναι ο επανασχεδιασμός αυτών των περιοχών, όπου απαιτείται, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι περιοχές αυτές θα γίνουν περιοχές που θα εγγυώνται την ασφάλεια των κατοίκων, θα καλύπτουν όλες τις προδιαγραφές που θα πρέπει να έχει η κατοίκηση του 2018 κι ένα σωρό άλλα θέματα».

 

Καταλήγοντας ο Κοσμήτορας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών υπογράμμισε: «Πρέπει να εξασφαλίζουμε εμείς στο μερίδιο που μας αναλογεί, αλλά κι η ίδια η πολιτεία, τις συνθήκες ώστε να μην κινδυνεύουν οι άνθρωποι. Η πολιτική προστασία θα πρέπει να καλύπτει τις όποιες επικινδυνότητες υπάρχουν. Είτε είναι μία κατοικία αυθαίρετη είτε δεν είναι, πρέπει να προστατευθούν αυτοί οι άνθρωποι. Το ότι δεν πρέπει να υπάρχουν αυθαίρετα είναι γεγονός. Υπάρχουν πολλά προβλήματα αλλά θα πρέπει να λειτουργούμε έτσι ώστε να τα λύσουμε. Αυτός είναι ο λόγος του σχεδιασμού μιας πολιτικής προστασίας».