Το 35% των ασυνόδευτων ανηλίκων στην Ελλάδα είναι παιδιά προς οικογενειακή επανένωση με συγγενή τους σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. ενώ 15% διαβιούν σε συνθήκες αστεγίας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αυτό τονίστηκε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου του Δικτύου Επιτροπείας Ασυνόδευτων Ανηλίκων της ΜΚΟ «ΜΕΤΑδρασης» που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Ίδρυμα Θεοχαράκη.
Από την πλευρά της η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου, υπογράμμισε: «Όλοι εμείς οι φορείς είτε είμαστε δημόσιοι είτε ιδιωτικοί πρέπει να κινητοποιούμε τις τοπικές δυνάμεις κάθε φορά για να στηρίξουμε τους ασυνόδευτους ανηλίκους. Μετά από πρόσφατη επίσκεψή μου στις δομές ημιαυτόνομης διαβίωσης στο Ηράκλειο Κρήτης, στο πώς ανταποκρίνονται οι γείτονες της δομής της ίδιας, πώς έχουν αγκαλιάσει αυτά τα παιδιά. Όλα αυτά τα εισπράττουν οι ασυνόδευτοι ανήλικοι κι όλο και πιο πολύ ενσωματώνονται στην κοινωνία που τους έβγαλε το ταξίδι τους. Το επιδιωκόμενο είναι εμείς να τους δώσουμε τις πρώτες βοήθειες αλλά στη συνέχεια να τα ενσωματώσουμε στις κοινωνίες μας. Όλοι δεχτήκαμε με ανακούφιση το Νόμο της Επιτροπείας για τα ασυνόδευτα ανήλικα. Τα παιδιά είναι μοναδικά. Δεν είναι αριθμοί, δεν είναι σύνολα, δεν είναι ανώνυμα, είναι με όνομα. Θέλουν εξατομικευμένη φροντίδα, κι εξατομικευμένη ένταξη».
Παίρνοντας το λόγο η πρόεδρος της ‘’ΜΕΤΑδρασης”, Λώρα Παππά, επισήμανε: «Είναι προς όφελος όλων και απαιτείται στενή συνεργασία για να τα προστατεύσουμε από την πρώτη μέρα που φτάνουν μόνα τους σε ευρωπαϊκό έδαφος. Το σημερινό Συνέδριο, εντελώς τυχαία, συμπίπτει με την ψήφιση, προ δύο ημερών, του πολυπόθητου Νόμου για την Επιτροπεία που αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό πρώτο βήμα. Τα επόμενα βήματα αφορούν στην εφαρμογή του Νόμου, ένα ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα, στο οποίο η ΜΕΤΑδραση θα συμβάλλει με την τεχνογνωσία, τα εργαλεία και κυρίως με την εμπειρία, για να διασφαλιστεί ότι κάθε παιδί δεν θα είναι απλώς ένας αριθμός, αλλά θα συνεχίσει να έχει όνομα και, όπως κάθε άλλο παιδί, θα συνεχίσει να έχει “τον άνθρωπό του” που θα παλεύει καθημερινά στο πεδίο για το βέλτιστο συμφέρον του».
Από την πλευρά του ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της γενικής διεύθυνσης Μετανάστευσης κι Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Σιμόν Μόρντου τόνισε: «Έχουμε υποχρέωση να διασφαλίσουμε τα δικαιώματα των παιδιών. Παρά τις προκλήσεις θα ήθελα να συγχαρώ την ελληνική κυβέρνηση για αυτό το σχέδιο νόμου . Το να υπάρχει ένας Επίτροπος είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί . Είναι σημαντικό να ενισχύσουμε το θεσμό της Επιτροπείας ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλές προκλήσεις. Η καταγραφή είναι μία σημαντική πρόκληση. Υπάρχουν παιδιά που δεν θέλουν να φύγουν από την Ελλάδα και γι’ αυτό πρέπει να σκεφτούμε λύσεις μακροχρόνιες ένταξης γι αυτά τα παιδιά. Ο στόχος είναι ένας να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής των παιδιών».
«Έχουμε ευθύνη να προστατέψουμε αυτά τα παιδιά. Η πρόκληση αυτή πρέπει να τύχει ορθής διαχείρισης μόνο αν δουλέψουμε μαζί στην Ευρώπη. Το πρόβλημα πρέπει να το λύσουμε μαζί», σημείωσε ο πρέσβης της Ολλανδικής πρεσβείας στην Ελλάδα, Κασπάρ Βέλντκαμπ, και πρόσθεσε: «Αυτή είναι η θέση και της δικής μου κυβέρνησης με βάση και τη συζήτηση που έγινε στην Σύνοδο Κορυφής. Πρέπει να βρούμε ορθές λύσεις συνολικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Παίρνοντας το λόγο ο επικεφαλής τμήματος Ασύλου, Μετανάστευσης και Συνόρων στον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Αντριάνο Σιλβέστρι υπογράμμισε: « Ο νέος νόμος για την Επιτροπεία, είναι σημαντικό βήμα, σημείο εκκίνησης για μια νέα αρχή στην Ελλάδα. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά πράγματα να γίνουν ακόμη τους επόμενους μήνες. Ο Επίτροπος ουσιαστικά κρατάει το παιδί από το χέρι. Η λέξη κλειδί για μένα είναι ο γρήγορος διορισμός τους. Επιπλέον πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι νόμοι για την αναδοχή και την επιτροπεία συνεργάζονται».
Εκ μέρους της Ύπατης Αρμοστείας, η εκπρόσωπός της Αν Μέιμαν τόνισε: «Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα δέχτηκε πράγματι πολλούς πρόσφυγες και δόθηκε η ευκαιρία να χτίσει μία εμπειρία πάνω σε αυτό κι έγιναν σημαντικά βήματα, υπάρχουν όμως περιθώρια βελτίωσης. Ο νόμος δίνει την ευκαιρία να γίνουν περισσότερα, ωστόσο πρέπει να ξεκινήσει η υλοποίηση του άμεσα. Χρειάζεται επομένως και συνεργασία ανάμεσα στο κράτος και στην κοινωνία των πολιτών».
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος της UNICEF, Λούτσιο Μελάντρι σημείωσε ότι πρόκειται για μία ευτυχή συγκυρία καθώς ο νόμος αποτελεί σημαντικότατο βήμα. Ο Επίτροπος είναι αυτός που μεταφέρει τη φωνή των παιδιών και μεταφέρει τα δικαιώματά του».
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου προβλήθηκε ταινία με μαρτυρίες και ιστορίες μελών του Δικτύου Επιτροπείας της ΜΕΤΑδρασης και των «παιδιών τους»: Μία τέτοια περίπτωση είναι ο Μajed, ο οποίος τελείωσε τη σχολική χρονιά με πολύ καλούς βαθμούς, κέρδισε υποτροφία σε ιδιωτικό σχολείο και σκοπεύει να γίνει καθηγητής σε σχολείο για παιδιά πρόσφυγες. Η περίπτωση του Τareq που αφού υποβλήθηκε σε εγχείριση καρδιάς, για την οποία ο Επίτροπός του ανέλαβε όλες τις διαδικασίες και ήταν σταθερά στο πλευρό, κατάφερε να ξεπεράσει τα σοβαρά προβλήματα υγείας του και με τη σύμφωνη γνώμη του θεράποντα ιατρού του να γραφτεί σε ομάδα βόλεϊ, ενώ σκοπεύει σε δύο χρόνια να δώσει πανελλήνιες για να μπορέσει να σπουδάσει.