«Μακρύ και δύσβατο» χαρακτηρίζουν τραπεζικά στελέχη τον οδικό χάρτη για την αναστολή των περιορισμών στα και αδυνατούν να διατυπώσουν οποιαδήποτε πρόβλεψη για το πότε θα γίνει η πλήρης άρση τους.


Οπως επισημαίνουν, μιλώντας στο Βήμα, έμπειρα τραπεζικά στελέχη, η επαναφορά της ελληνικής οικονομίας στο πρότερο καθεστώς εξαρτάται από δύο παράγοντες για τους οποίους δύσκολα μπορούν να διατυπωθούν ασφαλείς προβλέψεις και αυτοί αφορούν στην ενίσχυση της ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα και στην αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων δανείων.»

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στην εφημερίδα κορυφαίο στέλεχος συστημικής τράπεζας «η πρόοδος και στα δύο αυτά μέτωπα είναι απογοητευτική, καθιστώντας τον οδικό χάρτη αναστολής των περιορισμών στην κίσηση κεφαλαίων, μακρύ και δύσβατο.»

Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος από τους δανειστές είχε ως αποτέλεσμα το 2016 να ξεκινήσει με απώλειες καταθέσεων και τις καθαρές εκροές να διαμορφώνονται σε 2 δισ. ευρώ έως και το τέλος Απριλίου. Από τότε χρειάστηκε να περάσουν τέσσερις μήνες για να επανέλθουν στα επίπεδα που βρισκόταν στις αρχές του έτους, δηλαδή γύρω στα 123 δισ. ευρώ.

Η ανάκτηση των κεφαλαίων αποδίδεται στην αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό, στη μείωση των εισαγωγών και σε μικρότερο βαθμό στους ιδιώτες, οι οποίοι μετά τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους θεσμούς περιόρισαν τις αναλήψεις μετρητών. Επιπλέον ώθηση υπήρξε και μετά τις 23 Ιουλίου, όπου με τη χαλάρωση των capital controls απελευθερώθηκαν οι αναλήψεις για το νέο χρήμα.

Χαρακτηριστικά, στέλεχος τράπεζας, τις δηλώσεις του οποίου επικαλείται η εφημερίδα, αναφέρει σχετικά με τις καταθέσεις:

«Από τη μία πλευρά οι αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις της περιόδου που τρώνε τις αποταμιεύσεις των πελατών μας και από την άλλη το γενικότερο κλίμα αστάθειας που κρατά μακριά από τις τράπεζες μετρητά που βρίσκονται σε θυρίδες και λοιπές προσωπικές κρυψώνες, αναμένεται να συγκρατήσουν τα υπόλοιπα κοντά στα ιστορικά χαμηλά που διαμορφώθηκαν μετά την επιβολή των capital controls.