Η απονομή των επικουρικών συντάξεων αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ασφαλιστικού συστήματος, καθώς οι καθυστερήσεις στην έκδοση και καταβολή τους επιβαρύνουν χιλιάδες συνταξιούχους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, οι εκκρεμείς αιτήσεις ανέρχονται σε περίπου 32.000, με τον χρόνο αναμονής να κυμαίνεται από έναν έως τρία χρόνια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει ακόμη και πέντε χρόνια, ιδίως για όσους έχουν διαδοχική ασφάλιση σε διαφορετικά ταμεία.
Το πρόβλημα έχει τις ρίζες του σε μια σειρά από παράγοντες. Αρχικά, η επικουρική σύνταξη δεν μπορεί να απονεμηθεί πριν εκδοθεί η κύρια σύνταξη, γεγονός που επιμηκύνει τη διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι οι ασφαλισμένοι πρέπει πρώτα να περιμένουν την έκδοση της κύριας σύνταξής τους, η οποία από μόνη της μπορεί να καθυστερήσει αρκετούς μήνες ή και χρόνια, προτού καν ξεκινήσει η διαδικασία για την επικουρική.
Δείτε επίσης ΕΦΚΑ: Πώς μπορούν να πάρουν σύνταξη οι υπερχρεωμένοι
Επιπλέον, σημαντικές καθυστερήσεις καταγράφονται λόγω ελλείψεων στη μηχανογράφηση των πρώην επικουρικών ταμείων. Πολλά από αυτά δεν διαθέτουν πλήρη ψηφιακή διασύνδεση με το ενιαίο σύστημα του ΕΦΚΑ, γεγονός που δυσχεραίνει τον έλεγχο των ασφαλιστικών δεδομένων των δικαιούχων. Η απονομή της επικουρικής απαιτεί διασταύρωση ασφαλιστικών στοιχείων που συχνά είναι αποθηκευμένα σε διαφορετικά μητρώα και σε φυσικά αρχεία, ειδικά σε περιπτώσεις παλαιών ασφαλισμένων.
Το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο για όσους έχουν διαδοχική ασφάλιση, δηλαδή έχουν ασφαλιστεί σε περισσότερα από ένα ταμεία στη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα αρχεία πρέπει να συγκεντρωθούν και να υπολογιστούν μεμονωμένα από κάθε φορέα, προτού εκδοθεί η τελική απόφαση για την επικουρική σύνταξη. Αυτό δημιουργεί πρόσθετες καθυστερήσεις, καθώς απαιτείται επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών, πολλές από τις οποίες λειτουργούν με ελλείψεις προσωπικού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η καθυστέρηση στην απονομή της επικουρικής σύνταξης έχει σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις για τους συνταξιούχους, καθώς, σε πολλές περιπτώσεις, το συνολικό ποσό της σύνταξης που λαμβάνουν μειώνεται δραστικά μέχρι να εκδοθεί η επικουρική. Αυτό οδηγεί χιλιάδες συνταξιούχους σε οικονομική δυσχέρεια, αφού αναγκάζονται να καλύπτουν τις ανάγκες τους με μειωμένο εισόδημα για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Το Υπουργείο Εργασίας και ο ΕΦΚΑ αναγνωρίζουν το πρόβλημα και εργάζονται για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής. Έχουν ανακοινωθεί μέτρα για την ενίσχυση των αρμόδιων υπηρεσιών με προσωπικό, καθώς και για την αναβάθμιση των ψηφιακών υποδομών, ώστε να διευκολυνθεί η ταχύτερη έκδοση των αποφάσεων. Παρόλα αυτά, οι δικαιούχοι συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σημαντικές καθυστερήσεις, με αποτέλεσμα η ολοκλήρωση της διαδικασίας να παραμένει χρονοβόρα και απαιτητική.
Την ίδια στιγμή, δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχοι δικαιούνται προσαύξηση στις επικουρικές τους συντάξεις λόγω των επιπλέον εισφορών που είχαν καταβάλει κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Οι αυξήσεις αυτές ξεκινούν από 40 ευρώ τον μήνα και μπορεί να ξεπεράσουν τα 250 ευρώ, ανάλογα με το ύψος των εισφορών.
Η προσαύξηση αφορά ασφαλισμένους από 15 ταμεία επικουρικής ασφάλισης, στα οποία οι συνολικές εισφορές (εργαζομένου και εργοδότη) ήταν υψηλότερες από το 6%. Η προσαύξηση προβλέπεται από τους νόμους 4387/2016 και 4670/2020 και αφορά όσους συνταξιοδοτήθηκαν από το 2015 και έπειτα.
Δείτε επίσης Τα νέα σενάρια για τον 13ο και 14ο μισθό: Αναδρομική επιστροφή δώρων στο Δημόσιο
Υπολογίζεται με βάση τις εισφορές που καταβλήθηκαν έως το 2014, με συντελεστή 0,075% για κάθε 1% επιπλέον εισφοράς ανά έτος. Για παράδειγμα, ασφαλισμένος που κατέβαλε εισφορές 9% αντί 6% και συνταξιοδοτήθηκε με 35 έτη ασφάλισης, θα λάβει προσαύξηση για τα έτη ασφάλισης έως το 2014.
Ωστόσο, παρά τη σχετική νομοθεσία, παρατηρούνται προβλήματα στην εφαρμογή της. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπως αυτές συνταξιούχων της Εθνικής Τράπεζας, της ΑΤΕ και της Alpha Bank, που λαμβάνουν επικουρικές συντάξεις χωρίς να περιλαμβάνονται οι αντίστοιχες προσαυξήσεις, παρά τις αυξημένες εισφορές που είχαν καταβάλει. Οι συνταξιούχοι που θεωρούν ότι δικαιούνται τέτοιες προσαυξήσεις θα πρέπει να επικοινωνήσουν με τα αρμόδια ταμεία τους για διευκρινίσεις και ενδεχόμενες διορθώσεις.