Στα περιστατικά , και στις δράσεις της Ελληνικής Αστυνομίας για την αντιμετώπιση τους, με αφορμή τις τελευταίες ανθρωποκτονίες με θύματα γυναίκες, αναφέρθηκε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη ,, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA.

Ο υπουργός έδωσε αναλυτικές πληροφορίες για την υπόθεση της Ζακύνθου, τόσο για τις ενέργειες της Αστυνομίας, που τον είχε συλλάβει και τον Ιούνιο, όσο και για τις ενέργειες του εισαγγελέα, που τον είχε ορίσει τακτική δικάσιμο και αφήσει ελεύθερο με τον όρο να μην μπορεί να πλησιάσει την σύζυγο του σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων. Επίσης εστίασε στη λειτουργία των Γραφείων Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, τονίζοντας ότι για κάθε υπόθεση σχηματίζεται δικογραφία και παρότρυνε τις γυναίκες να μιλούν, να εμπιστεύονται την Αστυνομία και να καταγγέλλουν κάθε περιστατικό σε βάρος τους.

Χαρακτήρισε επίσης της ενδοοικογενειακή βία «σύνθετο πρόβλημα που δεν προσφέρεται για πολιτική εκμετάλλευση».

Ειδικότερα, ο κ. Θεοδωρικάκος είπε ότι από τον Οκτώβριο του 2021, έχουν συσταθεί και λειτουργούν 6 Γραφεία Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, 5 στην Αθήνα και 1 στη Θεσσαλονίκη, ενώ 1200 αστυνομικοί έχουν εκπαιδευτεί ειδικά για τη διαχείριση αυτών των υποθέσεων. Όπως επεσήμανε ο κ. Θεοδωρικάκος, για όλες τις υποθέσεις που καταγγέλλονται σχηματίζονται δικογραφίες και το πρώτο οκτάμηνο αυτής της χρονιάς, η Ελληνική Αστυνομία και το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχουν αντιμετωπίσει 5.140 περιστατικά.

«Εάν κάποιος φτάσει στην Αστυνομία είναι υποχρεωτικό ότι σχηματίζεται δικογραφία και η υπόθεση πηγαίνει στη Δικαιοσύνη. Αυτό είναι υποχρέωση της Ελληνικής Αστυνομίας, διότι τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας είναι αυτεπάγγελτα, δηλαδή μηνύσεις γίνονται κατευθείαν», τόνισε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη.

Όσον αφορά στην υπόθεση της Ζακύνθου, για την οποία υπήρχε προηγούμενο, καθώς ο δράστης του εγκλήματος είχε συλληφθεί και τον Ιούνιο, μετά από καταγγελία του θύματος, ο κ. Θεοδωρικάκος περιέγραψε τα γεγονότα ως εξής:

«Στη συγκλονιστική λοιπόν περίπτωση της Ζακύνθου, με την οποία ασχοληθήκαμε πολύ ξεχωριστά για να δούμε εάν και τι θα μπορούσε να κάνει παραπάνω η Ελληνική Αστυνομία. Ο δολοφόνος είχε συλληφθεί κατόπιν καταγγελίας της γυναίκας, που δυστυχώς υπήρξε το θύμα της δολοφονίας, στις 18 Ιουνίου αυτού του χρόνου. Η Ελληνική Αστυνομία τον είχε συλλάβει τον οδήγησε στη Δικαιοσύνη, τον οδήγησε στον εισαγγελέα. Ο εισαγγελέας ασχολήθηκε με την υπόθεση, τον κράτησε, έβγαλε τα συμπεράσματα του και όταν αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με ρητή δικάσιμο για το Φεβρουάριο του 2023, με τον περιοριστικό όρο ότι ο άνθρωπος αυτός να μην μπορεί να πλησιάσει τη σύζυγό του, τη γυναίκα του σε απόσταση μικρότερη από τα 100 μέτρα. Αυτός είναι ένας άνεργος οικοδόμος, η γυναίκα του φαίνεται ότι στην πορεία τον λυπήθηκε και ξαναήρθε στο σπίτι. Η γυναίκα είχε δώσει τη δυνατότητα δυστυχώς σε αυτόν τον άνθρωπο να ξαναβρεθεί δίπλα της και να ξαναεκδηλώσει τις άθλιες επιθετικές και βίαιες συμπεριφορές του. Το βράδυ της 31ης Ιουλίου πήγε η ίδια στο Αστυνομικό Τμήμα, με τη παρότρυνση απ’ ότι φαίνεται, κάποιας φίλης και των παιδιών της, κατήγγειλε πλέον τα περιστατικά. Ανέφερε ότι ο άνδρας της έχει φύγει από την οικία, γιατί η αστυνομία ρώτησε που βρίσκεται για να πάει να τον συλλάβει κατευθείαν. Δυστυχώς η εικόνα που δόθηκε είναι ότι δεν είναι στο σπίτι, ζήτησε να φύγει για να επιστρέψει στα παιδιά της, γιατί μιλάμε για ανήλικα παιδιά, επέστρεψε στο σπίτι. Ας υποθέσουμε ότι τη συνόδευε κάποιος στο σπίτι της. Αυτός δεν ήταν στο σπίτι, πήγε εκ των υστέρων στο σπίτι. Ο άνθρωπος αυτός είχε αποφασίσει να τη δολοφονήσει, η μόνη λύση στη συγκεκριμένη περίπτωση θα ήταν σε καμία των περιπτώσεων αυτοί οι δύο άνθρωποι να μη ξαναβρίσκονταν στο ίδιο σπίτι, να προστατευτεί, να βρεθεί σε κάποια δομή, να ζητήσει άλλου είδους συμβουλές. Γι’ αυτό σας είπα κάτι στην αρχή. Η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι μια σύνθετη υπόθεση».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025