Μεγάλη η κινητικότητα στην αγορά εργασίας. «Το παλιό μοντέλο «τελειώνω το σχολείο, πάω στο πανεπιστήμιο, πιάνω δουλειά και δεν ξαναπατώ σε τάξη» έχει αντικατασταθεί, εκ των πραγμάτων, από ένα νέο μοντέλο δια βίου μάθησης, διαρκούς επιμόρφωσης και συνεχούς αναβάθμισης γνώσεων και δεξιοτήτων.
Ολοένα και περισσότερο το τελευταίο διάστημα νέοι και παλαιότεροι εργαζόμενοι αλλά και νέοι που προετοιμάζονται να ενταχθούν στην αγορά εργασίας ακούν τον όρο δεξιότητες και παράλληλα να τονίζεται η ανάγκη για ανάπτυξη τους.
Καθώς οι οικονομίες εξελίσσονται συνεχώς, η ζήτηση αντίστοιχων γνώσεων, δεξιοτήτων και συμπεριφορών αλλάζει με την πάροδο του χρόνου προκειμένου να καλυφθούν οι νέες ανάγκες. Για να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται οι εργαζόμενοι στη νέα αγορά εργασίας είναι απαραίτητο να εξοπλίζονται με νέες, αλλά βασικές πλέον ικανότητες, όπως είναι οι ψηφιακές δεξιότητες. Η κριτική σκέψη, η δημιουργικότητα και η ικανότητα ομαδικής εργασίας είναι εξίσου σημαντικές για μια βιώσιμη σταδιοδρομία και ενεργούς πολίτες, αναφέρουν ειδικοί της αγοράς.
Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα στην αγορά εργασίας, καθώς ένας εργαζόμενος αλλάζει συχνότερα επάγγελμα, εργοδότη και τόπο εργασίας. Συνεπώς, η μεταρρύθμιση, αναβάθμιση και ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης είναι επιβεβλημένη», εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διοικητής του ΟΑΕΔ, Σπύρος Πρωτοψάλτης.
Και ενώ αυτή η ανάγκη τονίζεται εδώ και χρόνια, φαίνεται ότι η πανδημία την ανέδειξε ακόμα περισσότερο, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Νίκος Μπακατσέλος: «Η πανδημική κρίση, ουσιαστικά ανέδειξε μέσα από τη “βίαιη” προσαρμογή σε νέα δεδομένα, αυτή τη δυναμική και σε σημαντικό βαθμό, λειτούργησε ως επιταχυντής εξελίξεων». Ο κ. Μπακατσέλος προσθέτει ακόμα ότι: «Οι λεγόμενες ήπιες δεξιότητες (soft skills), η δημιουργικότητα, η αποτελεσματική διαχείριση της πληροφορίας η τεχνολογική γνώση και προσαρμοστικότητα στο νέο ψηφιακό περιβάλλον, είναι απαραίτητες για τη βιωσιμότητα στο επαγγελματικό πεδίο ενός εργαζομένου».
Η διαδικασία αυτή όπως φαίνεται δεν αφορά μόνο τους νέους αλλά τους εργαζόμενους όλων των ηλικιών που θέλουν να επιβιώσουν, να είναι παραγωγικοί και να εξελιχθούν.
«Οι συνθήκες απαιτούν μια εντελώς διαφορετική λογική όσον αφορά στη προσέγγιση της ανάπτυξης των δεξιοτήτων σε μια διαδικασία, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τα στενά πλαίσια των βαθμίδων της εκπαίδευσης, είναι συνεχής και εμπλουτίζεται διαρκώς. Σε ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον, το οποίο διέπεται από δημογραφικές διαφοροποιήσεις, οικονομικές ανακατατάξεις και τεχνολογικό – ψηφιακό μετασχηματισμό, η διαδικασία ανάπτυξης δεξιοτήτων δεν έχει ηλικιακά στεγανά. Ειδικότερα, γίνεται ακόμη πιο επιτακτική μέσα στην ίδια την εργασία, όπου αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο το οποίο καθιστά την επαγγελματική πορεία του εργαζόμενου βιώσιμη και ανταγωνιστική», τονίζει ο πρόεδρος του Ελληνομερικανικού Επιμελητηρίου.
Ακόμα και αν η ανάπτυξη δεξιοτήτων και η προσαρμοστικότητα είναι μια διαδικασία που ξεπερνά την μαθητική και πανεπιστημιακή ζωή, η εκπαίδευση παίζει κομβικό ρόλο.
«Η διαχρονική έλλειψη διασύνδεσης του εκπαιδευτικού συστήματος με τις ανάγκες της οικονομίας οδηγεί μαθηματικά σε αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων. Δεν είναι τυχαίο ότι, παρά το υψηλό ποσοστό ανεργίας στη χώρα μας, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων δυσκολεύεται να βρει το κατάλληλο προσωπικό για κενές θέσεις εργασίας.
Άλλωστε, η χώρα μας είναι ουραγός στην αντιστοιχία δεξιοτήτων (skills matching) σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων. Ενώ ένα νέο ψηφιοποιημένο και “πράσινο” παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης προϋποθέτει τις αντίστοιχες δεξιότητες, δυστυχώς η Ελλάδα κατατάσσεται 25η ανάμεσα στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ στις βασικές ψηφιακές δεξιότητες, με το 31% των ατόμων ηλικίας 16-74 ετών να μην έχουν καμία ψηφιακή δεξιότητα, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 17%. Η ποιοτική και ταχύρρυθμη κατάρτιση ανέργων και εργαζομένων για την ουσιαστική αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την επανειδίκευσή τους αποτελεί προϋπόθεση για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και οι νέοι αναγνωρίζουν την ανάγκη για παροχή πιο έγκαιρου και ποιοτικού επαγγελματικού προσανατολισμού, αλλά και τον κομβικό ρόλο της κατάρτισης. Αυτό φαίνεται και από την υψηλή ζήτηση που είχαν οι δράσεις απασχόλησης, ψηφιακής κατάρτισης και νέας επιχειρηματικότητας του ΟΑΕΔ, όπου οι θέσεις υπερκαλύφθηκαν», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σπύρος Πρωτοψάλτης.
Προς την κατεύθυνση της αντιμετώπισης του ψηφιακού χάσματος, της αναβάθμισης των δεξιοτήτων και της επαγγελματικής αποκατάστασης των ανέργων, αλλά και την ενίσχυση της ψηφιακής οικονομίας ο ΟΑΕΔ έχει αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, όπως εξηγεί ο διοικητής του ΟΑΕΔ: «Μετά τις συνεργασίες με Google, Coursera, Amazon και Cisco για την κατάρτιση ανέργων σε ψηφιακές δεξιότητες, το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0” περιλαμβάνει πόρους άνω του 1 δισ. ευρώ, αλλά και ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρύθμισης της συνεχιζόμενης κατάρτισης, με κεντρικούς άξονες την αξιολόγηση, την πιστοποίηση και τη διασύνδεση της κατάρτισης με τις ανάγκες της οικονομίας, καθώς και τη συνεργασία με παρόχους υψηλού επιπέδου, με αξιοπιστία στην αγορά εργασίας. Ο ΟΑΕΔ θα συνεχίσει να βαδίζει στον δρόμο των συνεργασιών για ταχύρρυθμη, αλλά συνάμα ποιοτική, κατάρτιση σε τομείς αιχμής και ειδικότητες υψηλής ζήτησης».
Στο εύρος των δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες αναφέρεται μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και η Κατερίνα Αργυροπούλου που είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Λήψης Επαγγελματικών Αποφάσεων στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ.
«Στις δεξιότητες αυτές περιλαμβάνονται ένα εύρος στοιχείων προσωπικότητας, συμπεριφορών και δεξιοτήτων που ενισχύουν την αλληλεπίδρασή του ατόμου με το εργασιακό και κοινωνικό περιβάλλον ή συνδέονται με τη συμμετοχή του στην αγορά εργασίας, όπως η αίσθηση χρονικής προοπτικής και ο οραματισμός για το μέλλον, η επαγγελματική προσαρμοστικότητα, η ψυχική και επαγγελματική ανθεκτικότητα, η προσχεδιασμένη τυχαιότητα, η δημιουργικότητα, η συναισθηματική νοημοσύνη, η επίλυση προβλημάτων, η διαχείριση της λήψης αποφάσεων, το ψυχικό σθένος, η αναστοχαστικότητα, η ελπίδα, η σωστή διαχείριση του χρόνου, ο δυναμισμός και η θετική αντιμετώπιση των προκλήσεων, η διεκδικητικότητα, η δικτύωση, η διάθεση για καινοτομία, η κοινωνική δικαιοσύνη και η ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής. Οι δεξιότητες αυτές σηματοδοτούν τη συνδιαλλαγή μεταξύ της εσωτερικής-ψυχολογικής πλευράς και της εξωτερικής-κοινωνικής πλευράς του ατόμου, στη δόμηση και την εξέλιξη της σταδιοδρομίας του ενώ το άτομο καλείται να τις αναπτύξει, προκειμένου να προσαρμόσει τη συμπεριφορά του για να ανταποκριθεί στις ανάγκες που διαμορφώνονται στην αγορά εργασίας, ώστε να είναι ανταγωνιστικό. Συνεπώς, οι υπάρχουσες δεξιότητες επιτακτική ανάγκη είναι να εξελίσσονται διαρκώς και αυτές που δεν υπάρχουν να αναπτύσσονται. Καθώς ο κόσμος της αγοράς εργασίας γίνεται ολοένα και πιο σύνθετος, αναμένεται από τους εργαζόμενους να αναλάβουν όλο και περισσότερο την ευθύνη ανάπτυξης των δεξιοτήτων τους».
Η κ. Αργυροπούλου εξηγεί ακόμα ποιοι εργαζόμενοι θεωρούνται ευπροσάρμοστοι: «Όταν γίνονται μεταβάσεις στο επαγγελματικό πεδίο, ως ευπροσάρμοστα επαγγελματικά άτομα νοούνται αυτά που: ενδιαφέρονται για το μέλλον της επαγγελματικής τους ζωής, ελέγχουν την προσπάθειά τους να προετοιμαστούν για το μέλλον του επαγγέλματός τους, επιδεικνύουν περιέργεια εξετάζοντας τις δυνατότητές τους και τις αναζητήσεις τους για την επαγγελματική τους εξέλιξη και, ενισχύουν την αυτοπεποίθησή τους για την επιδίωξη των προσδοκιών τους».
Όπως κάθε προσαρμογή σε μια νέα πραγματικότητα ανεξάρτητα από την ηλικία του καθένα, και αυτή δεν έρχεται χωρίς να επιβαρύνει την ψυχολογία του εργαζόμενου.
«Οι νέες απαιτήσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως μία πρόκληση για τους εργαζομένους και όντως να δημιουργήσουν στρες ή το λεγόμενο σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης. Πολύ συχνό είναι το φαινόμενο, όπου εργαζόμενοι παρουσιάζουν το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης και οδηγούνται ακόμη και στη νοσηλεία για την αντιμετώπισή του. Εδώ χρειάζεται να αναφερθούμε και σε ένα άλλο πολύ σημαντικό θέμα αυτό της προσπάθειας για διατήρηση μίας ισορροπίας ανάμεσα στην προσωπική και επαγγελματική ζωή, ισορροπία που φάνηκε να διαταράσσεται στο πλαίσιο της τηλεργασίας κατά την περίοδο του εγκλεισμού», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Αριστείδης Λορέντζος που είναι ψυχολόγος ειδικευμένος στη Συμβουλευτική και τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό και προσθέτει: «Όλες αυτές οι συνθήκες μπορεί να λειτουργήσουν ως ένα “σοκ” στη σταδιοδρομία κάποιου καθώς έρχεται αντιμέτωπος με απροσδόκητα γεγονότα (πχ απόλυση).
Η ύπαρξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων που ενδέχεται να συντελέσουν στη διεύρυνση των επαγγελματικών επιλογών ώστε το άτομο να έχει περισσότερες ευκαιρίες επανεισδοχής στην αγορά εργασίας είναι αρκετά σημαντική. Τέλος, χρειάζεται να ληφθεί μέριμνα σε κοινοτικό αλλά και κρατικό επίπεδο ακριβώς για να καταστεί πιο υποστηρικτικό το πλαίσιο της μετάβασης».
Σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το μέλλον της απασχόλησης, του 2020, η αυτοματοποίηση εξελίσσεται ταχύτερα από το αναμενόμενο, με αποτέλεσμα να χαθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια αλλά και να εμφανιστούν νέες τις οποίες θα κληθεί να καλύψει το υπάρχον και το νέο εργατικό δυναμικό. Η ευελιξία είναι η λέξη κλειδί σε αυτή τη διαδικασία.