Η νομοθέτηση προληπτικών δημοσιονομικών μέτρων είναι μονόδρομος για την κυβέρνηση, εάν θέλει να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, χωρίς να οδηγηθεί η χώρα στο σενάριο του 2015, ενώ σε επιμέρους θέματα υπάρχει δυνατότητα υποχωρήσεων από την πλευρά των δανειστών.
Αυτό επισημαίνουν στις Βρυξέλλες, λίγα 24ωρα μετά τη συνάντηση της Παρασκευής, μεταξύ των αξιωματούχων της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ από τη μια πλευρά και του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης από την άλλη.
Η 20ή Φεβρουαρίου
Η συμφωνία θα βασίζεται στο περίγραμμα της πρότασης, που κατέθεσαν οι θεσμοί, οι οποίοι αναμένουν σήμερα ή αύριο απάντηση από την Αθήνα, προκειμένου να επιστρέψουν οι επικεφαλής στην Ελλάδα για να ολοκληρώσουν την αξιολόγηση σε τεχνικό επίπεδο, ώστε να επιληφθεί τη Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου το Εurogroup.
Πηγή της Ευρωζώνης προειδοποιούσε χθες ότι αν χαθεί η 20ή Φεβρουαρίου, η οποιαδήποτε απόφαση στη συνέχεια θα είναι ακόμη χειρότερη για την Ελλάδα, με δεδομένο ότι από τον επόμενο μήνα και μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου ακολουθούν πολύ δύσκολες εκλογικές αναμετρήσεις σε σημαντικές χώρες (Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία) και οι δανειστές για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους θα είναι ακόμη πιο σκληροί.
Το πρώτο σημαντικό στοιχείο από τη συνάντηση της Παρασκευής είναι ότι η νομοθέτηση προληπτικών μέτρων για τη διασφάλιση της επίτευξης πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018 είναι μονόδρομος.
Φαίνεται ότι η κυβέρνηση το έχει πλέον αντιληφθεί και επιδιώκει να ελαφρύνει αυτή την απόφαση, αλλά και να πάρει ανταλλάγματα, όπως η ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση και η λήψη μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.
«Σπαστά»
Η πρόταση των θεσμών ως προς το σκέλος της νομοθέτησης των μέτρων είναι κατηγορηματική, τα επιμέρους στοιχεία της είναι διαπραγματεύσιμα. Η πρόταση προβλέπει τη λήψη των προληπτικών μέτρων 2% του ΑΕΠ σε δύο ισόποσες δόσεις των 1,8 δισ. ευρώ με τη διαφορά ότι για την πρώτη ζητείται νομοθέτηση τώρα, ενώ για τη δεύτερη μετά το 2018 και εφόσον υπάρξει απόκλιση από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ. Τα επώδυνα μέτρα περιλαμβάνουν μείωση του αφορολογήτου περίπου στα 6.000 € από του χρόνου και σταδιακή περικοπή της προσωπικής διαφοράς των παλαιών συνταξιούχων από το 2019. Ωστόσο, η δέσμευση και για το δεύτερο πακέτο θα είναι απολύτως σαφής και δεν θα χρειάζεται νέα διαπραγμάτευση. Τα προληπτικά μέτρα δεν θα εφαρμόζονται όσο επιτυγχάνονται οι στόχοι.
Η ίδια πηγή υπογράμμιζε ότι το ποσό των 3,6 δισ. ευρώ θα μπορούσε να μειωθεί λόγω της υπεραπόδοσης των δημοσιονομικών στόχων του 2016 και σε αυτή τη διεκδίκηση η κυβέρνηση έχει στο πλευρό της την Κομισιόν. Η κατάληξη σε ένα ποσό γύρω στα 2,5-2,7 δισ. ευρώ θεωρείται πιθανή.
Στο «τραπέζι» βρίσκεται και το θέμα του καθορισμού της διάρκειας των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ. Η πρόταση των θεσμών προβλέπει 5 χρόνια, ενώ η κυβέρνηση επιδιώκει να το φέρει στην τριετία και στη συνέχεια να υπάρξει μείωση του ποσοστού στη ζώνη του 2%.
Μέτρα για χρέος
Σε ό,τι αφορά τις δεσμεύσεις των Ευρωπαίων δανειστών, το ΔΝΤ ζητάει μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, όπως και η ΕΚΤ για να αποφασίσει την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Για το θέμα αυτό Γερμανοί και Ολλανδοί που έχουν εκλογές ναι μεν αποδέχονται να διευκρινίσουν περαιτέρω τις αποφάσεις της 25ης Μαΐου 2016 (Εurogroup) για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, ώστε να «διαβάζονται» καλύτερα, ωστόσο δεν θέλουν να λάβουν αποφάσεις ή συγκεκριμένες δεσμεύσεις στη διάρκεια των εκλογών, δηλαδή από τώρα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Μπορούν να δώσουν εγγυήσεις τόσο στο ΔΝΤ όσο και στην ΕΚΤ για διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μέσω των μεσοπρόθεσμων και αν χρειαστεί και μακροπρόθεσμων μέτρων.
Στο παρελθόν και οι δύο οργανισμοί είχαν δεχθεί παρόμοια εγγύηση του Εurogroup για την Ελλάδα.
Ποσοτική χαλάρωση
Αναφορικά με την ποσοτική χαλάρωση, αποκλειστικά αρμόδια να αποφασίσει είναι η ΕΚΤ. Πάντως, στη συνάντηση της Παρασκευής συμμετείχε για την ΕΚΤ και έχει πλήρη γνώση όσων ειπώθηκαν το εκτελεστικό μέλος της τράπεζας Μπενουά Κερέ. Ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι έχει πει ενώπιον της Ευρωβουλής ότι μόλις ολοκληρωθεί η αξιολόγηση η ΕΚΤ με βάση τη συμφωνία και τη δική της έκθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους θα αποφασίσει για την Ελλάδα.
Στη δήλωσή του μετά τη συνάντηση της Παρασκευής ο Γερούν Ντάισελμπλουμ είχε κάνει ειδική αναφορά στο γεγονός πως όλοι έχουν επίγνωση πως πρέπει να υπάρξει άμεσα συμφωνία.
Η κυβέρνηση τη χρειάζεται όχι μόνο για τις αποπληρωμές δανειακών αναγκών, όπου μεγάλο ποσό θα χρειαστεί τον Ιούλιο, αλλά κυρίως γιατί προς το παρόν οι αγορές δεν προτάσσουν το σενάριο του αδιεξόδου. Οσο περνάει ο καιρός και δεν κλείνει η αξιολόγηση το σενάριο της πολιτικής κρίσης θα κερδίζει πόντους, και ο κίνδυνος επανάληψης του 2015 θα αρχίσει να γίνεται υπαρκτός για τις αγορές.
Οι Ευρωπαίοι από την πλευρά τους επιθυμούν να κλείσει η αξιολόγηση γιατί δεν θέλουν να εμπλακεί το ελληνικό ζήτημα στις εκλογές της Ολλανδίας (15 Μαρτίου) και στη συνέχεια στη Γαλλία (δύο γύροι προεδρικών εκλογών και δύο βουλευτικών από τις 23 Απριλίου μέχρι τις 18 Ιουνίου) και στη Γερμανία (κρίσιμες τοπικές εκλογές τον Μάιο στο μεγαλύτερο κρατίδιο, δηλαδή τη Ρηνανία-Βεστφαλία και βουλευτικές στις 24 Σεπτεμβρίου).