Το αποτελεί μια σημαντική και ιδιαίτερα κρίσιμη πολιτική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι από τις λίγες αποφάσεις της Ε.Ε. που δίνουν ένα στίγμα πολιτικής ενοποίησης, αφού αντιμετωπίζεται η πανδημία και η οικονομική ύφεση ως κοινό πρόβλημα όλων των χωρών – μελών της, ως στοιχείο κοινής προσπάθειας για την υπέρβαση της κρίσης, για την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

Του Νίκου

Για τη χώρα μας το πεδίο αυτό δεν είναι μόνο βαθιά πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό. Είναι μείζον εθνικό ζήτημα, αφού η πορεία της χώρας μας για την επόμενη δεκαετία θα κριθεί κυρίως από την έκβαση αυτής της τόσο σημαντικής χρηματοδότησης.

Ποια είναι όμως η αφετηρία για ένα τόσο κρίσιμο πολιτικό πεδίο; Ποιο στίγμα δίνει η κυβέρνηση της Ν.Δ. και πώς οργανώνει το όλο σχέδιο; Δυστυχώς, το κόμμα αυτό δεν μπορεί να εκσυγχρονιστεί στοιχειωδώς. Είναι δέσμιο της βαθιά συντηρητικής αντίληψής του, που θεωρεί την άσκηση της διακυβέρνησης της χώρας ως μοναδική ευθύνη του δικού της κομματικού μηχανισμού.

Παράλληλα, διαμορφώνει ένα σκηνικό ακραίας νεοφιλελεύθερης πολιτικής, στην οποία ο ιδιωτικός τομέας θα λάβει τη μερίδα του λέοντος μέσα από την πρακτική των δήθεν επενδύσεων. Τέλος, η μονομερής νοοτροπία ότι η όλη διαχείριση των πόρων αυτών είναι δική μου και μόνο υπόθεση, δείχνει με σαφή τρόπο ότι εντάσσει την όλη αυτή διαχείριση ως προεκλογικό εργαλείο.

Και έτσι φτάνουμε στο εξής σημείο. Να μην κάνει κανέναν προκαταρκτικό διάλογο με τα πολιτικά κόμματα, τους κοινωνικούς φορείς, την αυτοδιοίκηση, τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μας. Το Κίνημα Αλλαγής έδωσε με σαφή τρόπο το πώς η Ελλάδα θα αξιοποιήσει τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Έπρεπε να είναι το καταστάλαγμα ενός ανοιχτού εθνικού διαλόγου, τόσο με όλα τα πολιτικά κόμματα, όσο και με τις παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις της χώρας. Γιατί μόνο με την συνεργασία όλων θα πετύχουν οι στόχοι: Η παραγωγική ανασυγκρότηση, η προσαρμογή στην ψηφιακή εποχή, η οριστική έξοδος από την κρίση. Η Κυβέρνηση δεν το έπραξε.

Φυσικά, η διαδικασία διαμόρφωσης του όλου κλίματος της διαχείρισης των πόρων αυτών δεν είναι καθόλου διαδικαστικό θέμα, αλλά αφορά την ουσία των πραγμάτων. Και αυτό γιατί δεν ενσωματώνει το σύνολο των προσεγγίσεων της ελληνικής πολιτείας (κομμάτων, φορέων κλπ όπως προαναφέρθηκαν), θεσμών και φορέων που δεν μπορούν να είναι παθητικοί δέκτες ή απλοί παρατηρητές του μονομερούς κομματικού σχεδιασμού της Ν.Δ. Εν τη γενέσει του λοιπόν το σχέδιο αυτο-υπονομεύεται.

Αλλά και ποια είναι τελικά η λογική του όλου σχεδιασμού; Το βασικό του περιεχόμενο δίνεται από την Πρόεδρο του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά. “Η πρόταση της κυβέρνησης για το Ταμείο Ανάκαμψης δεν αφορά τους πολλούς αλλά τους λίγους. Απουσιάζει ουσιαστική αναφορά για τις κοινωνικές υποδομές και την αντιμετώπιση των ανισοτήτων. Η ΝΔ δεν δίνει λύσεις με προοπτική”.

Αντιμετωπίζοντας λοιπόν έναν τόσο απαράδεκτο σχεδιασμό αλλά και μια πρακτική στενά κομματική, που δεν έχει καμιά σχέση ούτε με τις ανάγκες των καιρών ούτε και με τις προκλήσεις τους, οι ευθύνες μας γίνονται ακόμα πιο επιτακτικές. Και αυτές αφορούν και την πολύ συστηματική παρακολούθηση της διαχείρισης των πόρων και της διαφάνειας αλλά και το κατά πόσο οι επιλογές αποτελούν στοιχεία κοινωνικής και οικονομικής προτεραιότητας.

Υ.Γ.

Θα υπάρχει συνεχής αναφορά στο όλο ζήτημα με σειρά άρθρων, που στη συνέχεια θα εστιάσουν στον χώρο της εκπαίδευσης.