Ανοικτή πληγή η αναντιστοιχία του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας – Το «άνοιγμα» των πανεπιστημίων συγκρούστηκε με την πραγματικότητα της κρίσης
Οι πτυχιούχοι ΑΕΙ είναι τα μεγαλύτερα θύματα της πολυετούς οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, με το συμπέρασμα που ακολουθεί να έρχεται να διαψεύσει κάθε «ηχηρή» πολιτική εξαγγελία των τελευταίων ετών στη χώρα μας: το άνοιγμα των πανεπιστημίων και οι πολιτικές διεύρυνσής τους οδηγούν σε περισσότερους ανέργους! Την τελευταία δεκαετία οι πτυχιούχοι ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας έχουν αυξηθεί θεαματικά (έφτασαν το 2017 στον αριθμό των 2,12 εκατομμυρίων ατόμων έναντι 1,18 εκατομμυρίων το 2001), κάτι που κρίνεται ως ένας από τους λόγους που έχουν οδηγήσει στην τεράστια αύξηση των ανέργων νέων με πτυχία στη χώρα μας.
Τα παραπάνω προκύπτουν από την έρευνα που παρουσίασε χθες το ΙΟΒΕ με θέμα τη σχέση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας. Παράλληλα βέβαια η ίδια έρευνα δείχνει ότι οι τίτλοι σπουδών οδηγούν σε αύξηση των αποδοχών όσων τελικά εργάζονται, ειδικά δε για τις γυναίκες όπου η καλύτερη εκπαίδευση οδηγεί σε υψηλότερες αποδοχές από ό,τι στους άνδρες (οι οποίοι όμως βρίσκονταν ήδη σε ανώτερο επίπεδο). Το πτυχίο πανεπιστημίου οδηγεί σε αύξηση 4,1% σε σχέση με αποφοίτους ΤΕΙ. Στον ιδιωτικό τομέα βέβαια οι αμοιβές είναι λίγο πάνω από τα 800 ευρώ, με τον δημόσιο λίγο πάνω από τα 1.250 ευρώ. Στο κέντρο των ανέργων πτυχιούχων τοποθετούνται οι απόφοιτοι των Ανθρωπιστικών Σπουδών.
«Υπάρχει αναντιστοιχία του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας. «Η σχέση αυτή ήταν προβληματική και πριν από την κρίση. Εντάθηκε όμως, ιδίως στο επίπεδο της ανώτατης εκπαίδευσης, και μέσα στην κρίση, όταν συσσωρεύθηκε ένας πολύ αυξημένος αριθμός πτυχιούχων που είχε κατευθυνθεί σε ειδικότητες κατάλληλες για τον δημόσιο τομέα αλλά χωρίς δεξιότητες που θα ταίριαζαν σε έναν εξωστρεφή και παραγωγικό ιδιωτικό τομέα. Αν δεν υπάρξει αλλαγή στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, με μεγαλύτερη αυτονομία αλλά και λογοδοσία, υπάρχει ο κίνδυνος η υψηλή ανεργία να λάβει μόνιμα χαρακτηριστικά» καταλήγει.
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τη μελέτη, μεταξύ 2000-2009:
1. Οι άνεργοι πτυχιούχοι ανώτατης εκπαίδευσης ανέρχονται σε 240.000 και οι άνεργοι με μεταπτυχιακές ή διδακτορικές σπουδές σε 20.000. (Οι αριθμοί αυτοί αντιστοιχούν στο μέγεθος μιας ολόκληρης πόλης όπως η Πάτρα, η τρίτη δηλαδή μεγαλύτερη πόλη της χώρας.)
2. Παρά το γεγονός ότι στο σύνολο των ανέργων το υψηλότερο μερίδιο καταλαμβάνουν οι απόφοιτοι μέσης εκπαίδευσης στο Λύκειο – παραμένοντας σχεδόν αμετάβλητο τις τελευταίες δύο δεκαετίες -, η μεγαλύτερη αύξηση μεριδίου, κατά 5 μονάδες, μετά την έναρξη της κρίσης, σημειώθηκε στους αποφοίτους ανώτατης εκπαίδευσης (από 19% σε 24%). Ωστόσο τα ποσοστά ανεργίας των πτυχιούχων, αν και υπερδιπλασιάστηκαν (από 7% σε 17,1% το 2017), παραμένουν τα χαμηλότερα μεταξύ των επιπέδων εκπαίδευσης, λόγω και της φυγής πολλών στο εξωτερικό.
3. Στον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκε το μερίδιο των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης στους απασχολουμένους (από 14% σε 18%) και των αποφοίτων Λυκείου (από 29% σε 34%), ενώ στον δημόσιο τομέα αυξήθηκε το μερίδιο των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης (από 57% σε 64%) και των κατόχων μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών (από 1% σε 4%), ενώ μειώθηκαν τα μερίδια του Λυκείου (από 26% σε 21%), του Δημοτικού (από 8% σε 3%) και του Γυμνασίου (4%). Οι σημαντικότεροι κλάδοι απασχόλησης των αποφοίτων του πανεπιστημιακού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης ήταν στην Ελλάδα η εκπαίδευση και η δημόσια διοίκηση, τομείς στους οποίους απασχολούνται αναλογικά περισσότεροι πτυχιούχοι σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ-28.
4. Τα ποσοστά ανέργων μειώθηκαν σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης, με εξαίρεση το Δημοτικό, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας διατηρήθηκε μεταξύ των αποφοίτων μεταδευτεροβάθμιας και μέσης εκπαίδευσης (Γυμνάσιο ή Λύκειο). Σε αντίθεση με άλλες αναπτυγμένες χώρες όπου γενικά ισχύει ότι όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης των ατόμων τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό ανεργίας, στην Ελλάδα οι απόφοιτοι ανώτατης εκπαίδευσης είχαν περίπου ίσο ποσοστό ανέργων με τους αποφοίτους χαμηλής εκπαίδευσης στο Δημοτικό.