Οι ειδικοί  επισημαίνουν ότι ακόμα το κύμα δεν έχει φτάσει στην κορύφωση του. Όπως εκτιμούν, αυτό θα πραγματοποιηθεί προς τα μέσα Φεβρουαρίου.

Ιδιαίτερα ευαίσθητα είναι τα. Είναι χαρακτηριστικό άλλωστε ότι οι παιδιατρικές κλινικές ασφυκτιούν τον φετινό χειμώνα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.

Ειδικοί, τονίζουν ότι με την .

Την ίδια ώρα, ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης, Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, υποστηρίζει ότι περιμένουμε έως και 16.000 κρούσματα την ημέρα από τα μέσα Φλεβάρη, σημειώνοντας πάντως πως σημαντική είναι η ανοσία που έχει αποκτήσει πλέον το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. «Η ανοσία είτε από προηγούμενη νόσηση είτε και κυρίως από εμβολιασμό, έχει δουλέψει πάρα πολύ καλά» εξήγησε ο ίδιος.

«Η εποχή που θα μας ενδιαφέρει περισσότερο σε επίπεδο αριθμών για αύξηση λοιμώξεων θα είναι από τα μέσα Φλεβάρη και έπειτα» σημείωσε ο κ. Σαρηγιάννης και πρόσεθεσε μιλώντας στην ΕΡΤ: «Στην Ελλάδα συνήθως από τα μέσα Μαρτίου και μετά ο καιρός αλλάζει, γίνεται πολύ πιο ζεστός. Βγαίνουμε πολύ έξω, άρα οι συνθήκες είναι πιο δυσοίωνες για τον κορωνοϊό και για όλες τις λοιμώξεις. Θα έχουμε μια αύξηση των κρουσμάτων κορωνοϊού, περίπου διπλασιασμού, αλλά όχι μια αύξηση η οποία θα είναι εκτός ορίων, όπως αυτή που ζήσαμε πριν από δύο χρόνια».

Από την άλλη, η αύξηση κρουσμάτων στη Κίνα και η νέα μεταδοτική υποπαραλλαγή του κορωνοϊού, γνωστή ως «Kraken» ανησυχεί τους επιστήμονες στην Ευρώπη.

Οι κυβερνήσεις λαμβάνουν προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της έξαρσης Covid-19 στην Κίνα και οι επιστήμονες παρακολουθούν τις εξελίξεις, καθώς η πιθανότητα να προκύψει νέα μετάλλαξη του SARS-CoV-2 από την μόλυνση εκατομμυρίων ανθρώπων στην Κίνα δεν είναι μηδαμινή, αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Τζανάκης καθηγητής Πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης.

«Από την έξαρση των μολύνσεων στην Κίνα αυτό που προβληματίζει είναι το ενδεχόμενο εμφάνισης νέου στελέχους του SARS-CoV-2, η πιθανότητα είναι μικρή αλλά όχι μηδενική» λέει ο κ. Τζανάκης, ο οποίος θεωρεί δικαιολογημένη την αυξημένη επιτήρηση που επιδιώκεται από διάφορες χώρες, τονίζοντας όμως ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην γονιδιωματική επιτήρηση του SARS-CoV-2 σε λύματα αεροπλάνων που αφορούν απευθείας πτήσεις από την Κίνα. Εκτιμά ότι ο διαγνωστικός έλεγχος (αντιγονικό τεστ ταχείας ανίχνευσης, ή μοριακού ελέγχου) όλων των ταξιδιωτών των απευθείας πτήσεων από Κίνα, 48 ώρες πριν την αναχώρησή τους δεν θα προσφέρει κάτι, καθώς μπορεί να επωάζουν, το τεστ να βγει αρνητικό και στη συνέχεια να νοσήσουν.

«Η τακτική των “μηδενικών κρουσμάτων” που εφάρμοσε η Κίνα ήταν αποτυχία και αυτή δημιούργησε το πρόβλημα που υπάρχει τώρα στη χώρα», σημειώνει ο καθηγητής. Σχετικά με την ανοσία που πρόσφερε το κινέζικο εμβόλιο αναφέρει ότι εξαιτίας της έλλειψης επιδημιολογικών στοιχείων, νοσηλείες, διασωληνώσεις, θάνατοι, δεν μπορούμε να πιθανολογήσουμε τι συμβαίνει και πόσο αποτελεσματικό είναι. «Φαίνεται όμως ότι ήταν χαμηλής αποτελεσματικότητας. Δεν έχει υποστεί τη βάσανο των υπολοίπων εμβολίων που κάναμε εμείς».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025