«Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει» σκέφτονται στο υπουργείο Οικονομικών και ανασύρουν από το συρτάρι το σχέδιο Αλεξιάδη για πληρωμή του φόρου εισοδήματος με τον μήνα.

Και αυτό επειδή αναλογίζονται ότι σε δύο μήνες θα αρχίσει η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων και 2,5 από τα 6,1 εκατομμύρια φορολογούμενους θα δυσκολευτούν πολύ να πληρώσουν τα πάνω από 1.800 ευρώ που θα κληθεί, κατά μέσο όρο, να πληρώσει ο καθένας ως πρόσθετο φόρο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2017.

Φοβούνται δηλαδή ότι αν πρέπει τα νοικοκυριά να εξοφλήσουν το ποσό που θα αναγράφεται στα εκκαθαριστικά τους σε τρεις διμηνιαίες δόσεις των 600 και πλέον ευρώ, πολλά από αυτά θα λυγίσουν υπό το βάρος των υποχρεώσεων και θα σταματήσουν να πληρώνουν, εξέλιξη που θα τίναζε στον αέρα τον ετήσιο στόχο για είσπραξη 9,2 δισ. ευρώ από άμεσους φόρους.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στο οικονομικό επιτελείο «ζεσταίνουν» και πάλι το σενάριο για εξόφληση του πρόσθετου φόρου εισοδήματος που θα προκύψει από τα φετινά εκκαθαριστικά σε έξι μηνιαίες δόσεις. Ετσι, η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου έχει ενημερωθεί για την αλλαγή που ετοίμαζε ο προκάτοχός της Τρύφωνας Αλεξιάδης, η οποία δεν κατέστη εφικτό να εφαρμοστεί από πέρυσι.

Φέτος, όμως, ο λογαριασμός που θα δείξει η τελική εκκαθάριση των άμεσων φόρων εισοδήματος θα είναι κατά μέσο όρο αυξημένος 15%-20%, (σε οριακές περιπτώσεις μάλιστα θα φτάσει και το 100%), ενώ πολλοί θα κληθούν να πληρώσουν φόρους για εισοδήματα που λόγω κρίσης δεν έχουν πια.

Οι μεγαλύτερες επιβαρύνσεις θα προκύψουν για τους μισθωτούς και συνταξιούχους με χαμηλά και υψηλά εισοδήματα, τους φορολογούμενους που εισπράττουν εισοδήματα από ενοίκια, τους ελεύθερους επαγγελματίες με μεσαία και υψηλά εισοδήματα και τους φορο­λογούμενους που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, καθώς το 2017 θα πληρώσουν επιπλέον φόρο για τα εισοδήματά τους 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2016. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι θα πληρώσουν μεγαλύτερο φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης για τις φετινές αποδοχές τους όχι μόνο γιατί η εκκαθάριση θα γίνει με τα νέα κουρεμένα αφορολόγητα όρια και τις νέες κλίμακες για το σύνολο των αποδοχών του έτους 2016, αλλά κυρίως επειδή η μηνιαία παρακράτηση φόρου κατά τους πρώτους πέντε μήνες του 2016 (από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάιο) υπολογίστηκε με το αφορολόγητο όριο των 9.550 ευρώ και τις πιο ευνοϊκές κλίμακες που ίσχυαν ως τότε, ενώ τους επόμενους επτά μήνες (από τον Ιούνιο μέχρι τον Δεκέμβριο) έγινε η σωστή παρακράτηση φόρου με βάση το μειωμένο αφορολόγητο όριο και τις νέες φορολογικές κλίμακες.

Ετσι, όταν γίνει η τελική εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος, μετά την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων το 2017 που θα ξεκινήσει τον Απρίλιο, θα πληρώσουν τη διαφορά που προκύπτει με τις νέες κλίμακες και για το σύνολο των αποδοχών τους στους 12 μήνες του περασμένου έτους. Δηλαδή θα πληρώσουν μαζεμένους τους επιπλέον φόρους που προκύπτουν για τους πρώτους πέντε μήνες του 2016. Αν αυτό γίνει σε τρεις διμηνιαίες δόσεις, το βάρος θα είναι μεγαλύτερο στους μήνες όπου πέφτει και η πληρωμή των νέων φόρων. Ετσι, υπάρχει κίνδυνος να τιναχτεί στον αέρα ο οικογενειακός προϋπολογισμός εκατομμυρίων νοικοκυριών και κατά συνέπεια να κινδυνεύσει και ο κρατικός προϋπολογισμός. Αντιθέτως, αν η πληρωμή γίνει σε 6 ή 8 μήνες μέχρι το τέλος του έτους, οι υποστηρικτές του σχεδίου προβλέπουν ότι το ίδιο βάρος θα γίνει ευκολότερα ανεκτό, αφού κάθε καταβολή μειώνεται στο μισό ή και λιγότερο σε σχέση με το τι πρόκειται να συμβεί αν δεν υπάρξει έγκαιρη παρέμβαση και μετάθεση του χρόνου πληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων.

Τι θα συμβεί μετά τον Μάιο

Στο υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζουν να ανοίξει η εφαρμογή των δηλώσεων Ε1 τον Απρίλιο και να παραμείνει ανοιχτή έως τον Ιούνιο ενδεχομένως. Αν δεν αλλάξει κάτι, έως το τέλος του επόμενου μήνα (Ιούλιος) θα πρέπει να έχει καταβληθεί το 1/3 ως πρώτη δόση εισοδήματος, ενώ στη συνέχεια θα γίνουν άλλες δύο πληρωμές, τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025