Η συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού αναπροσανατόλισε την οικονομική πολιτική σε ρεαλιστικές κατευθύνσεις και «ήταν η μόνη λύση απέναντι στους μεγάλους κινδύνους, που το καλοκαίρι του 2015 ήταν προ των πυλών», τόνισε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδα μιλώντας στο συνέδριο του ΣΕΤΕ.
Ο κ. Στουρνάρας κατέγραψε μια σειρά από θετικά στοιχεία που διαμορφώθηκαν από την έστω και «βραδείς ρυθμούς» υλοποίηση του προγράμματος. Μεταξύ αυτών:
* Η επαναφορά του waiver, η σταθεροποίηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα και η μείωση του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες από τις αρχές Ιουνίου 2016 έως σήμερα κατά 16,3 δισ. ευρώ συνολικά, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί σε 51,8 δισ. ευρώ.
* Η σταδιακή βελτίωση της οικονομίας αρχίζει να απεικονίζεται και στην πορεία αρκετών μακροοικονομικών δεικτών όπως η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 2% σε ετήσια βάση το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2016, η άνοδος του δείκτη όγκου λιανικών πωλήσεων κατά 9,7% τον Ιούλιο του 2016 σε ετήσια βάση, ενώ ο εποχικά διορθωμένος δείκτης όγκου λιανικών πωλήσεων αυξήθηκε κατά 4,9% τον Ιούλιο του 2016, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και η (σύμφωνα με την Εργάνη) δημιουργία 237.817 νέων θέσεων εργασίας.
«Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ανάκαµψη της οικονοµικής δραστηριότητας που ξεκινά από το β’ εξάµηνο του 2016 και συνεχίζεται τα έτη 2017 και 2018», τόνισε ο Γ. Στουρνάρας.
«Συγκεκριμένα, το 2016 αναµένεται µικρή µείωση του ΑΕΠ, της τάξεως του 0,3%, και ανάπτυξη 2,5% και 3% για το 2017 και 2018 αντίστοιχα. Οι προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις, που έχει συμφωνήσει η ελληνική κυβέρνηση με τους θεσμούς, θα υλοποιηθούν και θα ολοκληρωθεί εγκαίρως η εκταμίευση των σχετικών δόσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς και στο ότι θα συνεχιστεί η διευκολυντική νοµισµατική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)».
Οι κίνδυνοι
Ο διοικητής της ΤτE στάθηκε όμως και στους κινδύνους που υπάρχουν. «Τυχόν καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και ιδιαίτερα στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση της αβεβαιότητας».
«Παράλληλα, εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι και αβεβαιότητα για την πορεία της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στη σχεδιαζόμενη έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), καθώς και σε ενδεχόμενη επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης. Επίσης, κίνδυνοι ελλοχεύουν από ενδεχόμενη έξαρση του προστατευτισμού, καθώς και πιο απλουστευτικές προσεγγίσεις σε περίπλοκα προβλήματα και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, που εδράζονται στον απομονωτισμό και όχι στη συνεργασία και το συντονισμό».
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτE τρία στοιχεία θα θωρακίσουν την οικονομία:
1ον Επιτάχυνση της εφαρμογής του προγράμματος. «Το πρώτο και σημαντικότερο είναι η προσήλωση στους στόχους του προγράμματος και κυρίως η επιτάχυνση του ρυθμού εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, που έχουν αποφασισθεί. Στις αμέσως επόμενες μέρες, αρχίζει η δεύτερη αξιολόγηση, που περιλαμβάνει μια σειρά ουσιώδεις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με προσδοκώμενα οφέλη για την οικονομική δραστηριότητα. Η αξιολόγηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί χωρίς καθυστερήσεις. Αν συμβεί αυτό, οι θετικές επιπτώσεις θα γίνουν γρήγορα αισθητές και θα ισχυροποιηθεί η πρόβλεψη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας με επιταχυνόμενους ρυθμούς από το 2017 και μετά».
2ον Η διαχείριση των κόκκινων δανείων . «Η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της πιστωτικής επέκτασης αλλά και για την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων και τομέων της οικονομίας».
Ως προς αυτό πέραν από τις κινήσεις της ΤτE ο Γ. Στουρνάρας τονίζει ότι «απαιτείται πιο ενεργητική πολιτική διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, από την πλευρά των τραπεζών, με έμφαση σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις, συντονισμένη αντιμετώπιση των κοινών πιστούχων και στην αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων, με τη συμμετοχή των μετόχων».
3ον Η ελάφρυνση του χρέους. «Η τρίτη σημαντική πρόκληση που θα αντιμετωπίσουμε άμεσα είναι η έναρξη ουσιαστικών συζητήσεων με τους εταίρους για την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους. Η ελάφρυνση του χρέους είναι εξαιρετικής σημασίας όχι μόνο μακροπρόθεσμα, αλλά και βραχυπρόθεσμα. Διότι, εάν το ελληνικό χρέος δεν κριθεί βιώσιμο, η προβλεπόμενη έξοδος στις αγορές το 2018 δεν είναι εφικτή. Πρέπει, συνεπώς, οι συνομιλίες να αρχίσουν τώρα και να ολοκληρωθούν όσο το δυνατόν συντομότερα. Άλλωστε, η συζήτηση για το χρέος συνιστά δέσμευση των εταίρων από το 2012, η οποία επαναλήφθηκε τον περασμένο Μάιο, αλλά δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί».