Σε μια μάχη η οποία θα κριθεί περί το τέλος του 2018 έχει επιδοθεί η πολιτεία, η οποία θα επιχειρήσει να θεσπίσει ένα ισχυρό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, καθώς αυτή λήγει με τη σημερινή της μορφή μαζί με τη δυνατότητα των πολιτών να ενταχθούν στον νόμο Κατσέλη μετά το τέλος του έτους.
Είναι σαφές πως οι θεσμοί δεν θέλουν προστασία στο επίπεδο που αυτή υπάρχει σήμερα, καθώς η εκτίμησή τους είναι πως το θεσμικό πλαίσιο δεν βοηθά τις τράπεζες να εξυγιανθούν, ενώ αντιθέτως προστατεύουν τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Ο νέος νόμος θα παρέχει και πάλι προστασία, σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη, αλλά θα αφορά τη μετά την κρίση εποχή, όπως δήλωσε χθες ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, οι θεσμοί επιθυμούν και αυτοί να επανέλθει το καθεστώς της προστασίας στην προ κρίσης εποχή. Σε εκείνη λοιπόν την περίοδο αυτό το οποίο συνέβαινε είναι πως οι πραγματικά έχοντες ανάγκη κατέφευγαν στα δικαστήρια και σταματούσαν τα δικαστικά μέτρα εναντίον τους.
Η κυβέρνηση ωστόσο διά στόματος αντιπροέδρου διαβεβαιώνει πως θα υπάρχει σύστημα προστασίας της πρώτης κατοικίας όπως και εάν αυτό ονομάζεται.Το βέβαιο είναι πως η ένταξη σε αυτό το σύστημα θα γίνεται με κριτήρια αυστηρότερα, ενώ οι προτάσεις των τραπεζών επιθυμούν το όριο προστασίας να κατέλθει πολύ από αυτό που είναι σήμερα, δηλαδή να υποχωρήσει στις 100.000 ευρώ. Σε αυτήν την πρόταση η κυβέρνηση διατηρεί τις αντιρρήσεις της. Φαίνεται πως η γραμμή της είναι να προστατεύονται τελικώς οι αδύναμοι με κριτήρια, όχι όμως να κατέλθει το όριο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Τα όρια αυτά σήμερα ξεκινούν και τις 180 χιλιάδες για τον άγαμο και φτάνουν στις 280 χιλιάδες για ζευγάρι με παιδιά.
Όπως σημειώνει σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση, ο σχεδιασμός και η κοινή θέση των συζητήσεων με τους θεσμούς το καλοκαίρι ήταν να υπάρξουν καταρχήν τα αποτελέσματα από την άρση του απορρήτου των λογαριασμών όσων εντάχθηκαν στον νόμο Κατσέλη και να φανεί τι προκύπτει πριν ληφθούν οι αποφάσεις.
Η κυβέρνηση πάντως διαβεβαιώνει πως με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα προστατέψει πολιτικά την πρώτη κατοικία.
Οι τράπεζες από την άλλη πλευρά διαθέτουν ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων με σημαντικές καλύψεις, τις οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις μπλοκάρονται στο να τις χρησιμοποιήσουν, αφού ο νόμος δεν επιτρέπει να προχωρήσουν οι τράπεζες σε ενέργειες ρευστοποιήσεων των καλύψεων αυτών.
Από την άλλη πλευρά, οι πλειστηριασμοί κατοικιών, ιδιαίτερα πρώτων κατοικιών, πέρα από τα σημαντικά κοινωνικά προβλήματα που θα δημιουργήσουν συγχρόνως θα φέρουν και μια σειρά άλλων προβλημάτων, ιδιαίτερα σημαντικών στην ίδια την αγορά ακινήτων, πιέζοντας δραστικά τις τιμές.