Η Ελλάδα είναι στην πρωτοπορία της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη μετάβαση από πιο «βρώμικα» υλικά σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, επεσήμανε επίσης.
«Φωτογραφία από το μέλλον» χαρακτήρισε το πείραμα της Αστυπάλαιας ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Άκης Σκέρτσος, με τελικό στόχο, «μέσα σε πέντε χρόνια το 80% της παραγόμενης ενέργειας σε αυτό το νησί να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», δήλωσε σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Πρόγραμμα».
Η Ελλάδα είναι στην πρωτοπορία της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη μετάβαση από πιο «βρώμικα» υλικά σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, επεσήμανε επίσης. Την ίδια λογική υπηρετεί και η σημερινή εκδήλωση στη Γλυφάδα, με ομιλητή τον πρωθυπουργό, και θέμα, την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου: 22 χιλιόμετρα πεζοδρόμων – ποδηλατοδρόμων θα είναι στη διάθεση των Αθηναίων, στο πλαίσιο συνολικού σχεδίου 100 χιλιομέτρων στην Αττική, επεσήμανε ο κ. Σκέρτσος, με αφορμή και τη, σημερινή, Παγκόσμια Ημέρα Ποδηλάτου.
Ξεκινώντας από την εκδήλωση που έγινε την Τετάρτη στο εν λόγω νησί του Αιγαίου ο κ. Σκέρτσος είπε: «Είναι μια φωτογραφία από το μέλλον αυτό το οποίο έγινε χθες στην Αστυπάλαια, είναι το πρώτο βήμα για τη μετάβαση σε μια πιο καθαρή χρήση της ενέργειας, από τη χώρα μας αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
«Ως κυβέρνηση, ως χώρα, έχουμε θέσει πολύ υψηλούς και φιλόδοξους στόχους για το πρασίνισμα της οικονομίας, για την αποκάθαρση του ενεργειακού μας μείγματος από το λιγνίτη, που ξέρουμε πόσο μεγάλη συμβολή έχει στην εκπομπή ρύπων», επεσήμανε εισαγωγικώς ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ εξειδικεύοντας στη συνέχεια:
Η συμφωνία που επετεύχθη τους προηγούμενους μήνες με τον Όμιλο της Volkswagen συμβάλλει στο «να φέρουμε την ηλεκτροκίνηση πιλοτικά σε ένα μικρό νησί, όπως είναι η Αστυπάλαια, και στη συνέχεια και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αλλά όχι μόνο την ηλεκτροκίνηση, να δημιουργήσουμε και το ενεργειακό δίκτυο που θα τροφοδοτεί τα αυτοκίνητα με καθαρή ενέργεια. Είναι το πρώτο βήμα και μια εικόνα του πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε αυτές τις συνθήκες και σε άλλες περιοχές της χώρας».
Στο σημείο αυτό ο Α. Σκέρτσος αναφέρθηκε και σε ένα συμβολισμό: η Αστυπάλαια έχει το σχήμα της πεταλούδας, η οποία προέρχεται από το μεταξοσκώληκα, για να τονίσει, «αυτό το μετασχηματισμό προσπαθούμε να κάνουμε και στην οικονομία μας (…) να μεταβούμε από πιο βρώμικα υλικά και πόρους σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, αυτό είναι το ζητούμενο. Είμαστε στην πρωτοπορία της Ευρώπης, έχουμε θέσει πολύ πιο φιλόδοξους στόχους από τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουμε το Εθνικό Σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης και την επόμενη προγραμματική περίοδο, όπου το 35% – 40% των δημόσιων πόρων θα κατευθυνθούν στο να πρασινίσουμε την οικονομία. Είμαστε πολύ αισιόδοξοι ότι η Ελλάδα καταγράφεται πλέον ως μία χώρα – υπόδειγμα που μπορεί να κάνει αυτό το βήμα», συμπέρανε εξάλλου.
Στο «γιατί» επελέγη η Αστυπάλαια για αυτό το πρώτο βήμα, εξήγησε ότι «είναι ένα μικρό νησί, είχε τις προϋποθέσεις για να υποδεχθεί τη νέα υποδομή» και υπογράμμισε το στόχο, «μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια να υπάρξει πλήρης υποκατάσταση του τρόπου με τον οποίο παράγεται η ενέργεια. Σήμερα υπάρχει ένα εργοστάσιο, το οποίο με ντίζελ παράγει ηλεκτρική ενέργεια, αυτό είναι πολύ ακριβό (…) και συμβάλλει πολύ στην εκπομπή ρύπων. Ως το 2023 θα εγκατασταθούν φωτοβολταϊκά, τα οποία θα παράγουν ένα μέρος της ενέργειας και ως το 2026 θα συμπληρωθούν από ένα υβριδικό σύστημα από ανεμογεννήτριες. Ο στόχος είναι μέσα σε πέντε χρόνια το 80% της παραγόμενης ενέργειας σε αυτό το νησί να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», ήταν το «διά ταύτα» του υφυπουργού για την Αστυπάλαια.
Ερωτηθείς για τις αντιδράσεις που έχουν καταγραφεί σε άλλα νησιά για τις ανεμογεννήτριες, ξεκαθάρισε ότι «δεν υπάρχει σχεδιασμός ή περίπτωση να εγκατασταθούν ανεμογεννήτριες σε περιοχές που δεν είναι έτοιμες να υποδεχθούν αυτή τη μορφή ενέργειας αλλά και σε περιοχές που δεν είναι σκόπιμο να γίνει αυτό. Τα πάντα θα γίνουν με σεβασμό στη φυσιογνωμία του κάθε νησιού, του κάθε τόπου, ο σκοπός δεν είναι να αλλοιώσουμε το φυσικό περιβάλλον, ο σκοπός είναι να ενισχύσουμε το ενεργειακό αποτύπωμα και την φιλοπεριβαλλοντική πολιτική σε κάθε περιοχή της χώρας».
Ρωτήθηκε όμως και για τη σημερινή εκδήλωση στη Γλυφάδα, και για την ομιλία του πρωθυπουργού, με αντικείμενο την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου. Αφορμή είναι η, σημερινή, Παγκόσμια Ημέρα Ποδηλάτου, και «θεωρούμε ότι είναι μια καλή ευκαιρία να αρχίζουμε να παρουσιάζουμε σταδιακά τα έργα που έχουν ενταχθεί στο Εθνικό Σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης, το “Ελλάδα 2.0″». Σχέδιο που ονομάστηκε έτσι, όπως επιχειρηματολόγησε ο Α. Σκέρτσος, γιατί «θεωρούμε ότι περιλαμβάνει παρεμβάσεις που θα οδηγήσουν σε μια νέα, καλύτερη εκδοχή της χώρας μας και θα αναβαθμίσουν την ποιότητα ζωής όλων μας».
Ένα από τα έργα αυτά είναι «η ενοποίηση του παραλιακού μετώπου στην Αττική, από το Φάληρο, το ΣΕΦ, έως και τη Βουλιαγμένη με ένα ενιαίο δίκτυο ποδηλατοδρόμων και πεζοδρόμων. Για 22 χιλιόμετρα θα μπορεί κάποιος απρόσκοπτα να περπατήσει, να τρέξει, να κάνει ποδήλατο. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει αυτό για την ποιότητα ζωής των ανθρώπων», σημείωσε με έμφαση ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Ο ίδιος αναφέρθηκε πάντως και σε μια δυσκολία που υπήρξε: το έργο περνά μέσα από οκτώ δήμους, «άρα ήταν δύσκολη η συνεργασία και η συμφωνία γύρω από ένα τέτοιο σχέδιο. Ωστόσο η συμφωνία υπάρχει, έχει γίνει μεταξύ της κυβέρνησης, της περιφέρειας και των οκτώ δήμων. Έχει ενταχθεί ως έργο και έχει πάρει την πρώτη έγκριση στο Ελλάδα 2.0, και σήμερα θα παρουσιάσουμε, με αφορμή την Ημέρα Ποδηλάτου, το συγκεκριμένο έργο αλλά και τη στρατηγική που έχουμε για το ποδήλατο», γνωστοποίησε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
«Θεωρούμε ότι είναι ένα μέσο μεταφοράς που πρέπει να επεκταθεί, η Ελλάδα μπορεί να το υποδεχθεί, έχει τις κατάλληλες καιρικές συνθήκες», είπε για το ποδήλατο, αλλά «πρέπει να αποκτήσει και τα κατάλληλα δίκτυα». Τούτου δοθέντος, «μέσα στην επόμενη προγραμματική περίοδο έχουμε σχεδιάσει πάνω από 100 χιλιόμετρα ποδηλατοδρόμων στην Αττική, αυτό είναι ένα τμήμα αυτού του δικτύου», αποκάλυψε επίσης.
Εν κατακλείδι, είπε, η σημερινή εκδήλωση μπορεί να γίνει αφορμή «για να αρχίσει να καταλαβαίνει ο κόσμος τι σημαίνει το εθνικό μας σχέδιο για την επόμενη, καλύτερη εκδοχή της χώρας μας».
Η συνέντευξη έκλεισε με το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, με τον Α. Σκέρτσο να υπογραμμίζει κατ’ αρχάς τη βασική κυβερνητική θέση: «Το νομοσχέδιο είναι φιλεργατικό, δεν είναι αντεργατικό». Θέση την οποία στήριξε στα πιο κάτω επιχειρήματα: Το νομοσχέδιο «περιέχει πάρα πολλές ρυθμίσεις που διευρύνουν τα δικαιώματα των εργαζομένων, κατοχυρώνουν νέα δικαιώματα που έχουν προκύψει μέσα από τις αλλαγές στις παραγωγικές διαδικασίες και τα οποία έως τώρα ήταν στο κενό, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιώδης προστασία της εργασίας στη χώρα μας».
«Χάρη σε αυτό το νομοσχέδιο», συνέχισε, «η Ελλάδα θα είναι μία από τις πρώτες χώρες που θα κυρώσει τη σύμβαση για την καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης στο χώρο της εργασίας». Επικαλούμενος δε, τις καταγγελίες για το #MeToo, συμπέρανε πως «δεν υπάρχει πλαίσιο αυτή τη στιγμή, θα υπάρξει χάρη στο νομοσχέδιο».
Εκτενής ήταν η αναφορά του και στην ψηφιακή κάρτα εργασίας, χάρη στην οποία θα μπορεί «να παρακολουθείται σε κάθε επιχείρηση ο πραγματικός χρόνος που απασχολείται ο εργαζόμενος. Αυτό είναι επαναστατικό, γιατί αυτό ουσιαστικά θα κατοχυρώσει τον εργαζόμενο αλλά και το εισόδημά του: εάν εργάζεται περισσότερο, θα πρέπει να πληρώνεται περισσότερο».
Στον αντίποδα, σήμερα «κανείς δεν γνωρίζει πότε μπαίνει και πότε βγαίνει ένας εργαζόμενος, με αποτέλεσμα να υπάρχουν καταστρατηγήσεις. Αυτό λύνεται με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και είναι μια από τις παρανοήσεις που σκοπίμως καλλιεργούν κάποιοι κύκλοι για να δημιουργούν την αίσθηση ότι είναι αντεργατικό. Επαναλαμβάνω, είναι το αντίθετο, είναι φιλεργατικό το νομοσχέδιο», επέμεινε.
Για την Επιθεώρηση Εργασίας επανέλαβε ότι αναβαθμίζεται σε ανεξάρτητη αρχή, γεγονός που θα της επιτρέψει «να κάνει καλύτερους, πιο στοχευμένους ελέγχους χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις», ενώ παράλληλα στηλίτευσε και «μια σειρά από πολιτικές υπερβολές γύρω από την κατάργηση του οκταώρου».
Άλλωστε, σημείωσε καταληκτικά, «όταν μια επιχείρηση συμφωνεί με τους εργαζόμενους, με το σωματείο, ότι για εποχικούς λόγους θέλει να διευρύνει το χρόνο εργασίας κατά μία ή δύο ώρες, γιατί έχει αντίστοιχες ανάγκες και χρειάζεται περισσότερο χρόνο εργασίας, αυτό είναι κατοχυρωμένο εδώ και 30 χρόνια».
Συμπέρασμα; «Χρειάζεται καλύτερη μελέτη του νομοσχεδίου», πρότεινε ο Α. Σκέρτσος απευθυνόμενους σε όσους αντιδρούν.