Σχέδιο για την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, που λαμβάνουν περίπου 670.000 συνταξιούχοι, οι οποίοι για αυτόν τον λόγο στερήθηκαν ήδη τρεις αυξήσεις (2023, 2024, 2025) και κινδυνεύουν να αποκλειστούν και από τις επόμενες, επεξεργάζεται η κυβέρνηση.
Σύμφωνα τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής, η ολοσχερής εξαφάνιση της προσωπικής διαφοράς βρίσκεται στο τραπέζι του οικονομικού επιτελείου ως ένα από τα μέτρα που μαζί με τις μειώσεις φόρων για τα μεσαία εισοδήματα και ενδεχομένως με ένα ή δύο ακόμη εμβληματικά μέτρα θα αποτελέσουν το νέο πακέτο μόνιμων μέτρων στήριξης των πολιτών για τα επόμενα χρόνια.
Δείτε επίσης Έρχεται ο ΕΝΦΙΑ 2025 – Τι πρέπει να προσέξουν οι ιδιοκτήτες
Ορόσημο για το πακέτο των μέτρων αυτών θα είναι η επόμενη ΔΕΘ το φθινόπωρο του 2025.
Το σχέδιο που εξετάζεται για την προσωπική διαφορά είναι η πλήρης κατάργησή της για όλους τους συνταξιούχους που εξακολουθούν να την έχουν ως «βαρίδι» από τον Νόμο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016) και εξαιτίας της έχουν στερηθεί τις αυξήσεις που δόθηκαν στις συντάξεις το 2023 με ποσοστό 7,75%, το 2024 με ποσοστό 3% και το 2025 με ποσοστό 2,4%.
Στην πράξη, οι συνταξιούχοι έχουν στερηθεί μία σωρευτική αύξηση εισοδήματος κατά 13,15% μέσα σε μία τριετία, και μάλιστα η απώλεια αυτή ήρθε σε συνθήκες εκτός Μνημονίων!
Αν παραμείνει η κατάσταση όπως έχει, τότε θα υπάρξουν συνταξιούχοι που θα εξακολουθήσουν να είναι αποκλεισμένοι για πολλά χρόνια ακόμη από κάθε αύξηση επειδή θα κουβαλούν ακόμη την προσωπική διαφορά.
Φαίνεται, λοιπόν, πως όλα αυτά έπαιξαν ρόλο στις κυβερνητικές αποφάσεις και πλέον θεωρείται ώριμο, αλλά, κυρίως, δίκαιο, να τερματιστεί η προσωπική διαφορά από τις συντάξεις και να αρχίσουν να παίρνουν αυξήσεις από το 2026 οι περίπου 670.000 συνταξιούχοι που έχουν χάσει μέχρι στιγμής αυξήσεις συντάξεων 13,15% για τα έτη 2023, 2024 και 2025.
Το οικονομικό επιτελείο μελετά την εξάλειψη της προσωπικής διαφοράς από τις συντάξεις με βάση το κόστος του μέτρου, αλλά και το αντισταθμιστικό κέρδος που θα έχει από τη διακοπή ή τον περιορισμό στο ελάχιστο και μόνο για όσους έχουν μεγάλη ανάγκη των έκτακτων επιδομάτων που καταβάλλει την περίοδο των γιορτών.
Το κόστος από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς είναι ότι από το 2026 θα προστεθούν άλλοι 670.000 συνταξιούχοι στους δικαιούχους των ετήσιων αυξήσεων που αποφασίζει η κυβέρνηση. Φέτος, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει ο «Ε.Τ.» της Κυριακής, πήραν αυξήσεις 1,9 εκατ. συνταξιούχοι, με κόστος 440 εκατ. ευρώ για τον Προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ σε κάθε συνταξιούχο. Αν προστεθούν και οι 670.000 συνταξιούχοι που έχουν προσωπική διαφορά, με μια μέση ετήσια αύξηση κατά 232 ευρώ, τότε το κόστος των αυξήσεων ανεβαίνει κατά 155 εκατ. ευρώ (670.000 Χ 232€=155,4 εκατ. €). Αυτά τα 155-160 εκατ. ευρώ θα είναι το κόστος που θα προκαλέσει η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς κατά την πρώτη χρονιά (2026) που θα πάρουν αυξήσεις οι 670.000 συνταξιούχοι.
Το τελικό κόστος, όμως, θα είναι στην πραγματικότητα κατά πολύ μικρότερο και αυτό γιατί τα 100 από τα 155 εκατ. ευρώ είναι ποσό που, έτσι κι αλλιώς, καταβάλλεται στους συνταξιούχους που έχουν προσωπική διαφορά ως επίδομα επειδή δεν μπορούν να έχουν αύξηση. Αν, λοιπόν, καταργηθεί η προσωπική διαφορά, το επιπλέον ποσό που θα χρειαστεί να συμπληρώσει ο Κρατικός Προϋπολογισμός για τις αυξήσεις θα είναι μόλις 55 εκατ. ευρώ, αφού, έτσι κι αλλιώς, τα 100 εκατ. ευρώ τα δίνει (έδινε) ως επίδομα!
Το κόστος, λοιπόν, από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς είναι απόλυτα ρεαλιστικό και καλύπτεται χωρίς καμία δυσκολία. Για αυτόν τον λόγο και η εξάλειψη της προσωπικής διαφοράς από τις συντάξεις έχει σχεδόν «κλειδώσει» στα υποψήφια μόνιμα μέτρα που μελετά η κυβέρνηση.
Το μόνο σημείο που μπορεί να χρειάζεται και μια «δεύτερη ανάγνωση» είναι το κόστος σε μακροοικονομικό επίπεδο και κατά πόσο θα διαταραχθεί μακροπρόθεσμα ο στόχος για συγκράτηση των συνταξιοδοτικών δαπανών, ώστε η αύξησή τους να μην ξεπερνά το 2,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του φετινού Προϋπολογισμού, η αύξηση των συντάξεων είναι στο 1,9% του ΑΕΠ, που σημαίνει ότι υπολείπεται κατά πολύ από το 2,5% που προβλέπει ο νόμος ως «ρήτρα» βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος. Εξάλλου, η αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών πρέπει να βρίσκεται κατά μέσο όρο στο 2,5% σε μια περίοδο που ξεκινά από το 2010 και φτάνει έως το 2070. Σε αυτήν την περίοδο οι συντάξεις είχαν μια 12ετία μόνο μειώσεις, λόγω των Μνημονίων, που σημαίνει ότι ο στόχος του 2,5% πολύ δύσκολα θα ξεπεραστεί από τις αυξήσεις των επόμενων ετών.
Ποιοι ωφελούνται με αυξήσεις που θα έπαιρναν έπειτα από 12 χρόνια
Πριν από τις αυξήσεις προσωπική διαφορά είχαν περίπου 1,2 εκατ. συνταξιούχοι, εκ των οποίων 350.000 συνταξιούχοι με 30 έτη ασφάλισης και άνω τη μηδένισαν με τον δεύτερο επανυπολογισμό συντάξεων που έγινε με τα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης του Νόμου Βρούτση. Από τους υπόλοιπους 900.000 συνταξιούχους περίπου οι 230.000 μηδένισαν την προσωπική διαφορά με τις αυξήσεις των ετών 2023-2025 και έχουν απομείνει περίπου 670.000 συνταξιούχοι, που για να μηδενίσουν την προσωπική διαφορά θα χρειαστεί να περιμένουν από 2 έως 5 χρόνια, ενώ πολλοί είναι αυτοί που έχουν προσωπική διαφορά η οποία θα ισοφαριστεί με αυξήσεις 10 ή και 12 ετών, που σημαίνει πρακτικά ότι δεν θα δουν ποτέ αύξηση στη σύνταξή τους.
Για τους συνταξιούχους που η προσωπική διαφορά φτάνει να «καταργεί» τις αυξήσεις των επόμενων ετών, τίθεται και θέμα αντισυνταγματικότητας, καθώς η μη χορήγηση αυξήσεων για τόσο μεγάλο διάστημα συνιστά απώλεια εισοδήματος, που οδηγεί σε δυσμενέστερη διαβίωση τους συνταξιούχους, η οποία απαγορεύεται από το Σύνταγμα.
Για παράδειγμα, ένας συνταξιούχος που λαμβάνει σύνταξη 1.500 ευρώ, εκ των οποίων τα 1.100 ευρώ είναι η σύνταξη και τα 400 είναι το ποσό της προσωπικής του διαφοράς, θα πρέπει να περιμένει μέχρι το 2037, για να καλύψει τα 400 ευρώ με ετήσιες αυξήσεις 2,4%. Το πρόβλημα που δημιούργησε στους συνταξιούχους η προσωπική διαφορά είναι ότι οι αυξήσεις που δίδονται συμψηφίζονται με την προσωπική διαφορά και δεν περνάνε στην τσέπη έως ότου το ποσό της προσωπικής διαφοράς μηδενιστεί, έως ότου δηλαδή οι αυξήσεις φτάσουν αν είναι όσο και η προσωπική διαφορά.
Για παράδειγμα, σε σύνταξη 1.100 ευρώ με 400 ευρώ προσωπική διαφορά και σύνολο 1.500 ευρώ, η αύξηση 2,4% για το 2025 θα πάει στα 1.100 ευρώ και σημαίνει ότι η σύνταξη ανεβαίνει στα 1.126 ευρώ, ενώ η προσωπική διαφορά μειώνεται στα 374 ευρώ. Το σύνολο, όμως, παραμένει στα 1.500 ευρώ όσο υπάρχει υπόλοιπο προσωπικής διαφοράς. Με αύξηση 2,4% και το 2026, η σύνταξη θα ανεβεί στα 1.153 ευρώ και η προσωπική διαφορά θα μειωθεί στα 347 ευρώ με το σύνολο της σύνταξης να παραμένει στα 1.500 ευρώ. Για να φτάσει η σύνταξη στα 1.500 ευρώ θα χρειαστούν ετήσιες αυξήσεις 2,4% μέχρι το 2037, γιατί τότε θα έχει μηδενιστεί η προσωπική διαφορά.
Ποιοι συνταξιούχοι και πόση αύξηση πήραν από 1/1/2025
1. Συντάξεις που εξαιρούνται του επανυπολογισμού (ΟΓΑ κ.ά.) | Συνταξιούχοι |
Ποσοστό αύξησηςαπό 0,01% έως 2,39% | 29.149 |
Ποσοστό αύξησης 2,4% | 210.098 |
Ποσοστό αύξησης άνω του 2,4% (*) | 162.621 |
2. Επανυπολογισμένες συντάξεις (άνω 30ετίας) πριν από το 2016 | |
Ποσοστό αύξησης από 0,01% έως 2,39% | 75.542 |
Ποσοστό αύξησης 2,4% | 750.006 |
Ποσοστό αύξησης άνω του 2,4% (*) | 9.134 |
2. Νέες συντάξεις με απονομή μετά το 2016 | |
Ποσοστό αύξησης από 0,01% έως 2,39% | 27.834 |
Ποσοστό αύξησης 2,4% | 768.364 |
Ποσοστό αύξησης άνω του 2,4% (*) | 13.929 |
Σύνολο συνταξιούχων που πήραν αύξηση | 2.046.677 |
Πηγή: Πληρωμές ΕΦΚΑ.
Σε πόσα έτη θα μηδενιστεί η προσωπική διαφορά αν μείνει όπως είναι σήμερα
ΤΑΜΕΙΑ | Σύνταξη Ιαν. 2025 με αύξηση 2,4% | Υπόλοιπο πρ. διαφοράς | Πόσα έτη θα απαιτηθούν για να μηδενιστεί η πρ. διαφορά με αυξήσεις (*) |
ΔΗΜΟΣΙΟ | 1.083€ | 68€ | 3 |
ΤΑΠ-ΟΤΕ | 1.126€ | 31€ | 2 |
ΟΑΕΕ | 887€ | 221€ | 10 |
ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ | 1.240€ | 100€ | 4 |
ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ | 1.284€ | 181€ | 6 |
ΟΑΠ-ΔΕΗ | 1.317€ | 11€ | 1 |
ΤΣΠ-ΕΤΕ | 1.122€ | 128€ | 5 |
ΤΣΠ-ΑΤΕ | 933€ | 134€ | 6 |
ΠΡΩΗΝ ΙΟΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ | 1.262€ | 81€ | 3 |
ΕΤΑΠ ΜΜΕ-ΤΣΠΕΑΘ | 1.313€ | 25€ | 1 |
(*) Ετήσια αύξηση 2,4%. Ενδεικτικά ποσά συντάξεων με 35 έτη. Πηγή: ΕΦΚΑ.
Τι θα γίνει με τα όρια ηλικίας
Η δημογραφική κρίση πλησιάζει με ταχύτητα, προκαλώντας ραγδαία αύξηση των αιτήσεων για συνταξιοδότηση και αναγκάζοντας την πολιτεία να εξετάσει πιθανές αλλαγές στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης από το 2026. Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απορρέουν από το δημογραφικό πρόβλημα είναι η δυσμενής εξέλιξη της σχέσης μεταξύ ασφαλισμένων και συνταξιούχων. Σήμερα, η αναλογία αυτή βρίσκεται στο 1 προς 1,66, ωστόσο μέχρι το 2040 αναμένεται να υποχωρήσει στο 1,25. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως αντί για 166 ασφαλισμένους που σήμερα στηρίζουν 100 συνταξιούχους, στο μέλλον ο αριθμός αυτός θα μειωθεί σε μόλις 125, θέτοντας σοβαρές προκλήσεις στο ασφαλιστικό σύστημα.
Έρευνες διεθνών οργανισμών, όπως η Eurostat, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο ΟΟΣΑ, επισημαίνουν ότι το ζήτημα αυτό απαιτεί άμεση παρέμβαση. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, από το 2027 τα ηλικιακά όρια για τη συνταξιοδότηση θα συνδέονται άμεσα με το προσδόκιμο ζωής και θα αναπροσαρμόζονται κάθε τρία χρόνια, ανάλογα με την αύξηση του μέσου όρου επιβίωσης μετά το 65ο έτος. Συγκεκριμένα, το προσδόκιμο ζωής στους άνδρες στα 65 εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από τα 18,7 έτη το 2022 στα 23,9 το 2070, ενώ για τις γυναίκες από τα 21,7 στα 26,7 χρόνια. Η προοπτική αυτών των μεταβολών έχει ήδη οδηγήσει σε κύμα πρόωρης συνταξιοδότησης, καθώς πολλοί ασφαλισμένοι σπεύδουν να κατοχυρώσουν τα ισχύοντα όρια πριν τις αναμενόμενες αλλαγές.
Η έκδοση νέων συντάξεων παρουσιάζει επίσης αυξητικές τάσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος «Άτλας», κατά το πρώτο δεκάμηνο του 2024 ολοκληρώθηκαν 190.235 αιτήσεις για κύριες συντάξεις, εκ των οποίων 158.584 εγκρίθηκαν, 12.980 απορρίφθηκαν και 18.671 παραμένουν σε εκκρεμότητα, χωρίς σαφή απόφαση. Οι αλλαγές στα όρια ηλικίας προβλέπεται να εξεταστούν εκ νέου εντός του 2026, και αν το υπολογιστικό μοντέλο που συνδέει το προσδόκιμο ζωής με τα όρια ηλικίας το απαιτήσει, τότε από το 2027 οι ηλικιακές προϋποθέσεις θα τροποποιηθούν.
Μέχρι το 2026, οι ασφαλισμένοι έχουν τη δυνατότητα να συνταξιοδοτηθούν είτε στα 62 έτη με 40 χρόνια ασφάλισης είτε στα 67 έτη με τουλάχιστον 15 χρόνια εισφορών. Ωστόσο, από το 2027, ενδέχεται να υπάρξουν αυξήσεις, εάν το προσδόκιμο ζωής παρουσιάσει ανοδική τάση. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής, μεταξύ 2027 και 2030, το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση με 40 χρόνια ασφάλισης θα μεταβληθεί από τα 62 στα 63 έτη και 5 μήνες, ενώ το γενικό όριο των 67 ετών θα ανέλθει στα 68,5 έτη.
Η ελληνική νομοθεσία, και συγκεκριμένα ο ασφαλιστικός νόμος 3863/2010, προβλέπει ότι η αύξηση των ορίων ηλικίας θα εφαρμόζεται αυτόματα, ακολουθώντας την αύξηση του προσδόκιμου ζωής μετά το 65ο έτος. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν υπάρξει αλλαγές λόγω της πανδημίας, η οποία επηρέασε το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, η επόμενη επανεξέταση, που αναμένεται στο τέλος του 2026, θα καθορίσει τις εξελίξεις στη συνταξιοδοτική πολιτική. Ο Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνος Τσακλόγλου, επιβεβαίωσε πως έως το 2027 τα όρια ηλικίας θα παραμείνουν αμετάβλητα και θα επανεξεταστούν σύμφωνα με τα δεδομένα του δημογραφικού προβλήματος και την πορεία του προσδόκιμου ζωής.
Δείτε επίσης Μεγάλες αλλαγές στα ταξίδια στη Βρετανία: Τι θα απαιτείται – Τι ισχύει για τους Έλληνες