Στην Αθήνα ο Επίτροπος Ενέργειας
Ο κεντρικός ρόλος της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου, αναγνωρίστηκε κατά τη διάρκεια της συνάντησης του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, με τον Επίτροπο Ενέργειας Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, συζητήθηκε η εκμετάλλευση και ανάπτυξη των πλεονεκτημάτων της χώρας, με προεξάρχουσα τη στρατηγική γεωγραφική θέση της, με επενδύσεις και ανάπτυξη των ενεργειακών υποδομών.
Σε αυτήν την κατεύθυνση εκφράστηκε η στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε επενδυτικά σχέδια της κυβέρνησης και στην αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων.
Συνάντηση με Πρόεδρο της Δημοκρατίας
Ενεργειακά θέματα αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης του Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου με τον Επίτροπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιο για θέματα Δράσης για το Κλίμα και Ενέργειας, Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ο κ. Παυλόπουλος διαβεβαίωσε τον Ευρωπαίο επίτροπο ότι η Ελλάδα στήριξε, στηρίζει και θα στηρίζει πάντοτε την επίτευξη των στόχων της ευρωπαϊκής πολιτικής που υπάγονται στον τομέα του χαρτοφυλακίου του και έκανε ειδική αναφορά σε τρεις τομείς.
Όπως σημείωσε «ο πρώτος είναι η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας. Ο δεύτερος είναι η μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και ο τρίτος τομέας είναι η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ιδίως μέσα από τη μείωση των αέριων ρύπων και, κυρίως, των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Άλλωστε, σας είναι γνωστό ότι η Ελλάδα πρωτοστάτησε πάντοτε στις συμφωνίες εκείνες που αφορούσαν την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής».
Από την πλευρά του ο κ. Κανιέτε, αφού ευχαρίστησε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τη θερμή υποδοχή, ανέφερε ότι «η Επιτροπή έχει πλήρη επίγνωση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της Ελλάδας και θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε απολύτως και πλήρως τις προσπάθειες που καταβάλλει η χώρα σας για σταθερότητα».
Μάλιστα, σημείωσε ότι «η ενέργεια ως τομέας μπορεί να ενισχύσει ως δυναμικό της την Ελλάδα καθώς μπορεί να προσφέρει επενδύσεις, να προσφέρει ανάπτυξη και απασχόληση και η σχετική ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακριβώς θέτει ένα πλαίσιο ευνοϊκό για την επίτευξη των προαναφερθέντων».
Παρατήρησε, επίσης, ότι, όσον αφορά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας υπάρχει τεράστιο περιθώριο και δυνατότητες για την Ελλάδα και πρόσθεσε: «Μπορούμε βεβαίως όλα αυτά να τα στηρίξουμε και να τα προάγουμε μέσω της ολοκλήρωσης των ενεργειακών αγορών. Δεδομένης λοιπόν της στρατηγικής θέσεως της Ελλάδας, καθώς βρίσκεται στο σημείο που συναντώνται τρεις ήπειροι, η Ελλάδα μπορεί σε θέματα φυσικού αερίου αλλά και ηλεκτρικής ενέργειας να λειτουργήσει ως πολύ σημαντικός κόμβος».
Καταλήγοντας, εξέφρασε την πεποίθηση ότι και «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι διατεθειμένη και απολύτως έτοιμη να συνεργαστεί με την Ελλάδα, ώστε να εκμεταλλευτούμε στο μέγιστο δυνατό περιθώριο, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, αυτές τις δυνατότητες. Και μάλιστα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ήθελε να πραγματοποιήσουμε ένα βήμα επιπλέον. Ένα βήμα παραπέρα σ’ αυτήν τη συνεργασία. Προτείνουμε την δημιουργία μιας δομής, ενεργειακού διαλόγου, στον οποίον θα συμμετέχουν η ελληνική κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Όπως εξήγησε «αυτή η δομή θα εστιάσει σε τρεις τομείς: Πρώτον, η ανάπτυξη της Ελλάδας ως περιφερειακού κόμβου για θέματα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Δεύτερον, η απόλυτη αξιοποίηση του δυναμικού των δυνατοτήτων της Ελλάδας σε θέματα ενεργειακής αποδοτικότητας και ανανεώσιμων πηγών. Και τρίτον, θέματα διασφάλισης της εφαρμογής της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Τέλος, υπογράμμισε ότι «δίχως αμφιβολία επίσης θα διευκολύνουμε θέματα πρόσβασης σε χρηματοδότηση. Αυτός ακριβώς είναι και ο στόχος του Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων που έχουμε συγκροτήσει εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ευελπιστώ, λοιπόν, ότι όλα αυτά θα καταστούν εφικτά μέσω και των βημάτων που πραγματοποιεί η Ελλάδα με σκοπό τη μεταρρύθμιση του ενεργειακού τομέα. Και βεβαίως επιθυμούμε να υπάρξει ένας νέος βαθμός συνεργασίας σε ενεργειακά ζητήματα. Αυτό επιδιώκουμε. Δεδομένων όλων αυτών, θα καταβάλλουμε τη μέγιστη προσπάθεια ούτως ώστε να υπάρξουν επενδύσεις, απασχόληση και έργα στην ελληνική οικονομία».