Την άμεση προτεραιοποίηση για έλεγχο όλων των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων που παραγράφονται στις 31-12-2016 ζήτησε με έγγραφό του προς όλες τις φοροελεγκτικές υπηρεσίες της χώρας ο εκτελών χρέη γενικού διευθυντή Φορολογικής Διοίκησης Ε. Σαΐτης.
Οι υποθέσεις που θα πρέπει να ελεγχθούν κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τον έγγραφο είναι αυτές για τις οποίες έχουν εκδοθεί εισαγγελικές παραγγελίες μέχρι και τις 31-12-2015 και αφορούν τα έτη 2000-2010, δηλαδή 11 συνολικά χρήσεις. Σε αυτές υπάγονται οι περισσότερες από τις υποθέσεις που περιλαμβάνονται στις λίστες μεγαλοκαταθετών (65 cd, λίστα Λαγκάρντ, λίστα Μπόργιανς κ.λπ.). Επίσης στις παραγραφόμενες υποθέσεις περιλαμβάνονται και οι ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ και λοιπών φορολογικών που αφορούν στη χρήση του έτους 2010.
Tεράστια καθυστέρηση
Το σύστημα ελέγχων έχει «στομώσει» από τις εκατοντάδες χιλιάδες εντολές ελέγχου που σωρηδόν εκδίδονται στα τελευταία χρόνια (για λίστες και CD φοροδιαφυγής, ανοίγματα τραπεζικών λογαριασμών, εισαγγελικές παραγγελίες, μεταφορά υποθέσεων κλπ) και, σύμφωνα με πληροφορίες, στην Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων αναζητούν επειγόντως λύσεις –έως την ερχόμενη Δευτέρα το αργότερο- για ελέγχους κατά προτεραιότητα, προκειμένου να μην παραγραφούν υποθέσεις «υψηλού ενδιαφέροντος».
Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, σε ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε προ ημερών, με την συμμετοχή και συνδικαλιστών του υπουργείου Οικονομικών, διαπιστώθηκε ο κίνδυνος παραγραφής χιλιάδων σημαντικών υποθέσεων στο τέλος του έτους. Η εξέλιξη αυτή, εκτός της απώλειας δημοσίων εσόδων, επισύρει ακόμα και κυρώσεις ή διώξεις που για πρώτη φορά από φέτος ο νόμος επιβάλλει (άρθρο 26 του ν.4174/2013) για τους ελεγκτές που δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν ελέγχους και παραγράφησαν οι επίμαχες υποθέσεις.
Επισήμως κανείς στο υπουργείο Οικονομικών δεν μιλά για αναστολή της παραγραφής, που θα μετέθετε το πρόβλημα για λίγους μήνες ή έως και ένα χρόνο όπως γινόταν στο παρελθόν.
Οι ενέργειες αυτές προφανώς δείχνουν πανικό και προσπάθεια μετάθεσης ενδεχόμενων ευθυνών στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, επειδή περίπου 100.000 υποθέσεις των ετών 2010 και πριν, παραγράφονται στο τέλος αυτής της χρονιάς. Και ο φόβος όλων προφανώς είναι μην «σκάσουν» εκ των υστέρων αποκαλύψεις πως το δημόσιο έχασε (από την 1η Ιανουαρίου 2017 λόγω παραγραφής φορολογικών χρήσεων του παρελθόντος) το δικαίωμά του να ασκήσει έλεγχο σε «καραμπινάτες» υποθέσεις επωνύμων ή πολιτικών προσώπων, εταιριών. ΜΚΟ κλπ, που ελέγχονται για φοροδιαφυγή και σκάνδαλα πολλών εκατομμυρίων ευρώ.
Μια σειρά από ατυχείς συγκυρίες όμως έχουν δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα:
-Η λίστα με τις «προτεραιοπημένες» υποθέσεις εκδίδεται πλέον κεντρικά και μαζικά από το σύστημα ELENXIS με βάση κριτήρια κινδύνου και όχι δεν επιλέγονται κατ’αρχήν από τους ίδιους τους εφόρους. Αυτό έπρεπε να είχε γίνει κανονικά από τον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο του 2016, αλλά τότε δεν είχε καν αναλάβει ακόμα ο νέος Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων κύριος Γιώργος Πιτσιλής, αφού η ΓΓΔΕ παρέμενε ακέφαλη μετά την «εκπαραθύρωση» της κυρίας Κατερίνας Σαββαΐδου.
-Το καλοκαίρι επιστρατεύτηκαν 2.188 εφοριακοί που έφυγαν από τις ΔΟΥ για να κάνουν προληπτικούς ελέγχους. Αυτοί απέδωσαν εξαιρετικά αποτελέσματα στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής, αλλά το προσωπικό εγκατέλειψε τις υποθέσεις που ήλεγχε.
-Με μεγάλη καθυστέρηση, στα μέσα Σεπτεμβρίου εκδόθηκε λίστα με περίπου 15.000 υποθέσεις που κατά προτεραιότητα θα έπρεπε να ελεγχθούν για να μην παραγραφούν. Επειδή όμως το σύστημα βγάζει και υποθέσεις προς έλεγχο που δεν έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, ζητήθηκε από τους εφόρους να κρίνουν αυτοί αν πρέπει να αναμορφωθεί η λίστα των ελέγχων, βάζοντας ή βγάζοντας υποθέσεις από μόνοι τους. Ωστόσο, αν άλλαζαν σημαντικά τη λίστα αυτή, αυτό θα θεωρείτο «ύποπτο» και, σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβαν τότε, ποσοστό 5% των εφόρων που θα επέφεραν μεγάλες τροποποιήσεις θα περνούσε δειγματοληπτικά από εσωτερικό έλεγχο για την επιλογή τους αυτή!
-Την ίδια περίοδο περίπου, «αποκεφαλίστηκαν» και οι διευθυντές των πιο μεγάλων ελεγκτικών κέντρων, του ΚΕΦΟΜΕΠ και του ΚΕΜΕΠ. Αυτές έχουν επιφορτιστεί και με χιλιάδες έρευνες με εισαγγελικές παραγγελίες. Εξ ορισμού δηλαδή, όλες οι υποθέσεις ήταν σημαντικές.
-Και ενώ επί 2 μήνες οι εφορίες κινούνταν με τις εντολές που είχαν πάρει ήδη, στις 10 Νοεμβρίου οι Κεντρικές Υπηρεσίες επανέρχονται και ζητούν πιεστικά από τους εφόρους να αποφασίσουν εκείνοι αν θα αλλάξουν την λίστα των υποθέσεων. Τους καθιστούν έτσι ουσιαστικά υπεύθυνους τυχόν σημαντικές υποθέσεις που μπορεί να παραγραφούν. Και το δίλημμα για αυτούς πλέον είναι αν θα λογοδοτήσουν επειδή ενέταξαν ή απένταξαν την υπόθεση του ενός ή του άλλου «επωνύμου», χάριν άλλων υποθέσεων με σοβαρό εισπρακτικό ενδιαφέρον για το δημόσιο, ενώ μπορεί να κατηγορηθούν και επειδή άλλαξαν την «προτεραιοποίηση» που έγινε από το υπουργείο, εφόσον αναμόρφωσαν την αρχική λίστα -για την οποία πάντως κανείς δεν λογοδοτεί αφού κανείς δεν γνωρίζει ποιος ακριβώς την βγάζει.
Το θέμα ανέδειξε με ερώτηση που κατέθεσε προς τον υπουργό Οικονομικών ο ανεξάρτητος βουλευτής κύριος Χάρης Θεοχάρης, παρότι αναγνωρίζει -και ως πρώην ΓΓΔΕ και ο ίδιος- την ανάγκη η εφορία να επικεντρώνεται σε «πρόσφατες υποθέσεις», μιλά και για «κίνδυνο συγκάλυψης υποθέσεων πολιτικών προσώπων» και τονίζει πως «στο ενδεχόμενο ύπαρξης υποθέσεων πολιτικών προσώπων που σχετίζονται με τις λίστες καταθετών που πρόκειται να οδηγηθούν σε παραγραφή λόγω παρέλευσης των προθεσμιών η αντιμετώπιση θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Το ίδιο ισχύει και για φορολογικές υποθέσεις πολιτικών προσώπων που παρέμειναν στο ΣΔΟΕ και δεν μεταφέρθηκαν στη ΓΓΔΕ» για τις οποίες δεν ισχύει η αναστολή παραγραφής ενός έτους που δόθηκε για όσες μεταφέρθηκαν.
Ακόμα και ο ανασχηματισμός όμως και το νομοθετικό κενό που προκαλεί η απομάκρυνση του κ. Τρύφωνα Αλεξιάδη και η μεταφορά αρμοδιοτήτων (από τον αναπληρωτή υπουργό στον υπουργό Οικονομικών και μετά στον υφυπουργό) μπορεί να δημιουργήσει εμπόδια σε διατάξεις νόμου ή αποφάσεις που θα έδιναν άμεσα λύσεις όπως πχ μια παράταση για να μην παραγραφούν έτη περασμένων ετών (παρότι η Τρόικα είναι «αλλεργική» στις παρατάσεις και θέλει να ολοκληρώνονται οι έλεγχοι εντός της 5ετίας που προβλέπει ο νόμος) ή τυχόν αναβολή στην εφαρμογή από φέτος των κυρώσεων και διώξεων για ελεγκτές οι υποθέσεις των οποίων έμειναν εκκρεμείς και παραγράφονται.