Ένας και µοναδικός τρόπος για να αποφύγουν οι φορολογούµενοι τα αναγκαστικά µέτρα είσπραξης είναι να προχωρήσουν σε ρύθµιση των οφειλών τους. Σήµερα, λίγο πριν από το τέλος του 2019, οι δυνατότητες ρυθµίσεων που δίνονται από τη φορολογική διοίκηση είναι πολύ συγκεκριµένες. Η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραµµα ρύθµισης των διατάξεων του άρθρου 98 του Μέρους Β’ «Ρύθµιση οφειλών προς τη φορολογική διοίκηση» του ν. 4611/2019 µπορούσε να υποβληθεί µέχρι και την 7η Οκτωβρίου 2019.
Πλέον δεν µπορούµε να ρυθµίσουµε σε 120 δόσεις, µια διαδικασία πάρα πολύ ευνοϊκή για όλους, ιδιαίτερα κατόπιν των αλλαγών που δέχτηκε, καθώς η ελάχιστη δόση µειώθηκε από τα 30 ευρώ στα 20 ευρώ και το επιτόκιο µειώθηκε από το 5% στο 3%. Άλλες δυνατότητες της ρύθµισης των 120 δόσεων ήταν όλα τα νοµικά πρόσωπα µε βασική οφειλή µέχρι 1 εκατοµµύριο ευρώ να µπορούν να ρυθµίσουν την οφειλή τους µέχρι 120 δόσεις, που µέχρι σήµερα συνέβαινε µόνο για τα φυσικά πρόσωπα. Επίσης, είχαµε αποδέσµευση των κατασχεµένων τραπεζικών λογαριασµών.
∆όθηκε το δικαίωµα σε όσους είχαν υπαχθεί στη ρύθµιση του ν. 4611/2019 να υπαγάγουν τα χρέη τους στη νέα αυτή ρύθµιση και να επωφεληθούν από τους πιο ευνοϊκούς όρους της. Και φυσικά, η διαδικασία της αίτησης ήταν απλή, καθώς γινόταν µέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρµας υποβολής.
Ο απολογισμός
Ιδιαίτερα θετικός θεωρήθηκε ο απολογισµός της νοµοθετικής πρωτοβουλίας όσον αφορά τη ρύθµιση των 120 δόσεων για τις ληξιπρόθεσµες οφειλές προς την Εφορία. Σύµφωνα µε τα στοιχεία του υπουργείου Οικονοµικών, οι πολίτες έσπευσαν µαζικά να υπαχθούν στη ρύθµιση. Χαρακτηριστικό είναι ότι υποβλήθηκαν συνολικά αιτήσεις ρύθµισης σε 120 δόσεις από 722.109 οφειλέτες, για συνολικές οφειλές ύψους 7,1 δισ. ευρώ. Συνολικά, ένας στους τρεις οφειλέτες έχει υπαχθεί στη ρύθµιση, µε ληξιπρόθεσµες οφειλές µεγαλύτερες από 1.500 ευρώ.
Η επιτυχία αυτή καθίσταται ακόµα µεγαλύτερη αν ληφθεί υπόψη ότι το 70% του συνόλου των οφειλετών αντιστοιχεί σε µικροοφειλέτες µε χρέος έως 500 ευρώ, οι οποίοι δεν είχαν ουσιαστικό λόγο να ενταχθούν στη ρύθµιση, καθώς και σε οφειλέτες µε χρέη παλαιών ετών, των οποίων η είσπραξη είναι ιδιαιτέρως δύσκολη, όπως αναφέρει το υπουργείο Οικονοµικών. Συνολικά πάνω από 310.000 ΑΦΜ υπέβαλαν αίτηση υπαγωγής στη ρύθµιση.
Αλλά, όπως είπαµε, η δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθµιση αυτή δεν είναι πλέον ενεργή. Κατά συνέπεια, όσοι κατάφεραν να ρυθµίσουν σε έως 120 δόσεις θα πρέπει τώρα να πράξουν τις απαιτούµενες ενέργειες προκειµένου να διατηρήσουν τη ρύθµιση. Αν η ρύθµιση χαθεί, τότε έρχεται υποχρεωτική άµεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύµφωνα µε τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης αυτής της οφειλής, και άµεση επιδίωξη της είσπραξής της µε όλα τα προβλεπόµενα από την ισχύουσα νοµοθεσία µέτρα.
Η ρύθµιση χάνεται και ο φορολογούµενος επανέρχεται στην προηγούµενη της ρύθµισης κατάσταση αν δεν καταβάλει δύο συνεχόµενες µηνιαίες δόσεις της ρύθµισης των 120 δόσεων ή αν καθυστερήσει την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθµισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστηµα, εάν δεν υποβάλει τις προβλεπόµενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήµατος και του φόρου προστιθέµενης αξίας, καθ’ όλο το διάστηµα της ρύθµισης των οφειλών του και µέχρι την εξόφλησή τους, εντός τριών µηνών το αργότερο. Επίσης, θα χαθεί η ρύθµιση σε περίπτωση που δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόµιµο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθµισης, εντός διµήνου και µόνο, και, τέλος, αν υποπέσει σε παραβάσεις µετά την υπαγωγή στη ρύθµιση.
Οφειλές του 2019: Μόνο 12 ή 24 δόσεις για τα φετινά «ανοίγµατα»
Να επισηµάνουµε για ακόµη µία φορά ότι η ρύθµιση των 120 δόσεων αφορούσε οφειλές έως 31/12/2018. Οποιαδήποτε οφειλή δηµιουργήθηκε µέσα στο 2019 και βεβαιώθηκε το 2019 πρέπει να ρυθµιστεί ή να πληρωθεί εφάπαξ, µόνο σε 12 ή 24 δόσεις (ανάλογα µε το είδος της οφειλής), ώστε να µην απολέσει ο φορολογούµενος και τη ρύθµιση των 120 δόσεων και όλες τις ευνοϊκές συνέπειες αυτής. Η αίτηση για υπαγωγή σε πρόγραµµα ρύθµισης των διατάξεων του ν. 4152/2013 υποβάλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η ρύθµιση αυτή, η λεγόµενη Ρ2, υπάρχει στο Τaxisnet, στην εφαρµογή «Επιλογή Ρύθµισης», και µας δίνει τη δυνατότητα για ρύθµιση σε έως 24 ή έως 12 δόσεις.
Αίτηση στα Taxisnet
Επιλέγοντας το πρόγραµµα ρύθµισης σε έως 24 δόσεις µπορείτε να ρυθµίσετε οφειλές που προέρχονται µόνο από έκτακτη αιτία. Στη συνέχεια µπορείτε να υποβάλετε την αίτηση στο Τaxisnet και να πληρώσετε την πρώτη δόση -µε την ταυτότητα οφειλής που θα σας δοθεί από το σύστηµα- στην τράπεζα.
Εάν έχετε οφειλές που δεν µπορούν να υπαχθούν σε 24 δόσεις, δηλαδή δεν προέρχονται από έκτακτη αιτία, τότε η µόνη σας επιλογή είναι η ρύθµιση Ρ2 – 12 δόσεις (και σε αυτήν την περίπτωση υποβάλλετε την αίτησή σας ηλεκτρονικά).
Η πρώτη δόση της ρύθµισης πληρώνεται στην τράπεζα εντός τριών εργάσιµων ηµερών µε την ταυτότητα ρυθµισµένης οφειλής που θα σας δώσει και πάλι το σύστηµα. Οι επόµενες δόσεις της ρύθµισης θα πληρωθούν οµοίως, µε την ίδια ταυτότητα οφειλής, έως την τελευταία εργάσιµη ηµέρα εκάστου µηνός. Οι οφειλές οι οποίες υπάγονται στη ρύθµιση του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 είναι οι βεβαιωµένες οφειλές που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του ΚΦ∆. ∆ηλαδή, τέτοιες οφειλές είναι, για παράδειγµα, ο φόρος εισοδήµατος ΦΠ και ΝΠ, ο ΦΠΑ, ο ΕΝΦΙΑ κ.λπ. Στις οφειλές αυτές συγκαταλέγονται και τυχόν συµβεβαιωµένες υπέρ τρίτων, ΝΠ∆∆ κ.λπ.
Οπως λοιπόν έγινε σαφές, η µόνη δυνατότητα ρύθµισης σήµερα είναι η πάγια µε τις έως 12 ή έως 24 δόσεις. Αυτή είναι η µόνη ενεργή επιλογή διευθέτησης των φορολογικών οφειλών, η οποία όµως σύντοµα θα βελτιωθεί από µια ευνοϊκότερη ως προς τον αριθµό των δόσεων ρύθµιση, δηλαδή οι δόσεις θα γίνουν 24 ή 48 αντίστοιχα, σε επόµενο χρονικό διάστηµα, µε ταυτόχρονη πρόσθεση και εισοδηµατικών κριτηρίων, που µέχρι σήµερα δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν στη γνωστή σε όλους µας πάγια ρύθµιση.
Οφειλές του 2020: Θα αυξηθούν οι δόσεις, αλλά µε εισοδηµατηκά κριτήρια
Η νέα, βελτιωµένη πάγια ρύθµιση θα τεθεί σε ισχύ από 1/1/2020 και θα προβλέπει περισσότερες δόσεις, 24 ή 48, ανάλογα µε το είδος της οφειλής αλλά και µε βάση αυστηρά εισοδηµατικά κριτήρια. ∆υστυχώς, η νέα αυτή ρύθµιση θα αφορά οφειλές που θα γεννηθούν από 1/1/2020 και µετά. Για παράδειγµα, εάν ένας φορολογούµενος έχει οφειλές που βεβαιώθηκαν τον Αύγουστο του 2019 στην Εφορία και δεν τις έχει ρυθµίσει µέχρι σήµερα, και ταυτόχρονα δηµιουργήσει νέες οφειλές το 2020, τότε οι µεν παλιές οφειλές (του Αυγούστου 2019) θα ρυθµιστούν σε 12 δόσεις, οι δε νέες (του 2020) µπορούν -εφόσον ο φορολογούµενος θα πληροί τα εισοδηµατικά κριτήρια- να ρυθµιστούν σε 24 δόσεις.
Η σηµαντική διαφορά, όπως καταλαβαίνουµε, είναι ότι οι ληξιπρόθεσµες οφειλές προς την Εφορία σήµερα ρυθµίζονται σε 12 δόσεις χωρίς κανένα εισοδηµατικό κριτήριο, ενώ για τις περισσότερες δόσεις πάνω από τις 12 και έως τις 24 θα ενεργοποιούνται εισοδηµατικά κριτήρια. Ο αριθµός των δόσεων που θα δικαιούται ο φορολογούµενος στη νέα διαδικασία της ρύθµισης των έως 24 δόσεων θα εξαρτάται πλέον από το ατοµικό δηλωθέν εισόδηµα της προηγούµενης χρονιάς από την υποβολή της αίτησης για ρύθµιση. Για τους φόρους από έκτακτη αιτία, όπως είναι ο φόρος κληρονοµιάς, οι δόσεις από 24 που είναι σήµερα θα αυξηθούν σε 48 µε την ίδια ακριβώς διαδικασία. Το επιτόκιο της πάγιας ρύθµισης θα διατηρηθεί στο επίπεδο του 5%, όσο είναι και σήµερα.
Με γνώµονα πάντα τη φωνή των οφειλετών που προσπαθούν να επιβιώσουν από το θηρίο των κατασχέσεων, πρέπει να σκεφτούµε ποιο θα ήταν το µέγιστο όφελος στον τρόπο διεκπεραίωσης των οφειλών, ώστε και οι πολίτες να µπορέσουν να ανταποκριθούν και το κράτος να καταφέρει να επιβιώσει. Θα ήταν, λοιπόν, ωφέλιµο ένα διευρυµένο σχήµα πάγιας ρύθµισης, που θα συνεχίσει να είναι ελεύθερης ένταξης, στο πλαίσιο ενός µόνιµου και αρκετά δίκαιου συστήµατος. Ετσι, θα πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά προς την ανάγκη καταφυγής σε µηχανισµούς έκτακτων ρυθµίσεων για τις ληξιπρόθεσµες οφειλές, οι οποίες επιδρούν αρνητικά στα δηµόσια έσοδα.
Στόχος πρέπει να είναι η εξεύρεση ενός τρόπου αντιµετώπισης της απώλειας της ρύθµισης όσων φορολογουµένων δυσκολεύονται µε την πληρωµή της µηνιαίας δόσης και βλέπουν το ποσό της συνολικής οφειλής να αυξάνεται εξαιτίας των τόκων των ληξιπρόθεσµων οφειλών. Εννοείται ότι απαιτείται η διασφάλιση των εσόδων για τα δηµόσια ταµεία, έτσι ώστε να µη συνεχιστεί η αυξητική πορεία των οφειλών προς το ∆ηµόσιο. Υπάρχει αναγκαιότητα περιορισµού των κατασχέσεων, ώστε οι πολίτες να νιώθουν ότι βρίσκονται σε ένα κράτος δικαίου και όχι αφαίµαξης. Κοντολογίς, φροντίστε να ρυθµίζετε τις οφειλές σας όσο πιο άµεσα γίνεται και αν παρουσιαστεί κάτι πιο ευνοϊκό, προχωρήστε στο πιο ευνοϊκό µέτρο – ως τότε, όµως, µην αφήνετε τίποτα στην τύχη του. Με αυτόν τον τρόπο θα αλλάξει το κλίµα στους επιχειρηµατίες και στους εµπόρους της καθηµερινότητας, οι σχέσεις µεταξύ κράτους και αγοράς θα γίνουν οµαλές και οι άνθρωποι θα µπορούν να συµπορεύονται.