«Η επιβίωση και η εν γένει προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης εξαρτώνται όχι μόνον από την οικονομική και τη νομισματική πρόοδο, αλλά πρωτίστως από την αντοχή των θεσμών του ευρωπαϊκού οικοδομήματος», υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, κατά την ομιλία του στη Νομική Σχολή της Ποντγκόριτσα με θέμα «Κράτος Δικαίου και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση», στο πλαίσιο της διήμερης επίσημης επίσκεψής του στο Μαυροβούνιο.
Ο κ. Παυλόπουλος τόνισε ότι για να καταστεί εφικτή η ευρωπαϊκή ενοποίηση -άρα και η συνακόλουθη, εκ φύσεως, νομισματική και οικονομική ενοποίηση- πρέπει να παραμείνουν όρθιες οι θεμελιώδεις θεσμικές αντηρίδες, πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Ευρωπαϊκή Ένωση και τάχθηκε υπέρ της προοπτικής δημιουργίας μιας ενωμένης Ευρώπης υπό όρους Ομοσπονδίας και αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Διαφορετικά, παρατήρησε, «αν η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν επιτευχθεί, η συνακόλουθη στασιμότητα θα οδηγήσει επίσης νομοτελειακώς στον κίνδυνο διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρχής γενομένης από τον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη».
Όπως σημείωσε, η πεμπτουσία του ευρωπαϊκού κράτους δικαίου -καθώς και του κράτους δικαίου γενικώς- έγκειται στην ύπαρξη κανόνων δικαίου οι οποίοι οριοθετούν την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών οργάνων, περαιτέρω, δε, τις έννομες συνέπειες κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών και τόνισε ότι το σύμπτωμα της θεσμικής «αφάνειας» του Eurogroup, με τις επέκεινα συνέπειες, αποκαλύπτει ένα διόλου αμελητέο κενό του Ευρωπαϊκού κράτους δικαίου, το οποίο πλήττει ευθέως την ομαλή πορεία προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση.
«Δοθέντος ότι η εντεύθεν προκύπτουσα επικυριαρχία του “οικονομικού” επί του “θεσμικού”, αποδεικνύει ότι οι αρμοί του Ευρωπαϊκού Κράτους Δικαίου δεν είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσουν αποτελεσματικώς τους ενδεχόμενους -και ήδη ορατούς- κινδύνους από τις παρεμβάσεις μιας θεσμικώς ανεξέλεγκτης οικονομικής παγκοσμιοποίησης», πρόσθεσε ο κ. Παυλόπουλος.
Επισήμανε, παράλληλα, ότι η σημερινή δυσοίωνη συγκυρία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιστά ακόμη πιο απαραίτητη τη θεσμική και πολιτική συνοχή του όλου ευρωπαϊκού οικοδομήματος, την οποία μόνον η οριστική ευρωπαϊκή ενοποίηση μπορεί να διασφαλίσει.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι η μορφή, την οποία θα πάρει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μετά το πέρας της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι, σε γενικές τουλάχιστον γραμμές, δεδομένη και έγκειται στη δημιουργία μιας ομοσπονδιακής σύνδεσης των κρατών-μελών, που εδράζεται στην, υπαρξιακή για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αρχή της Αλληλεγγύης, με μια διακυβέρνηση, η οποία θα στηρίζεται στον σεβασμό της Δημοκρατικής Αρχής μέσω των θεσμικών αντηρίδων της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
Τέλος, υποστήριξε, ότι το θεσμικό αυτό πρότυπο της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ιδίως την εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, την εμπέδωση του κράτους δικαίου και της συνακόλουθης αρχής της νομιμότητας, οπωσδήποτε, δε, τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου.