Εμείς, οι Έλληνες, ξέρουμε πως ό,τι σημαντικό δημιουργήσαμε το πετύχαμε ενωμένοι. Ξέρουμε το κόστος του διχασμού, ξέρουμε ότι μας στοίχισε ακόμη και κομμάτια του εθνικού μας κορμού. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, σας διαβεβαιώ, να επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος», διαμήνυσε ο Πρόεδρος Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος από την Κεφαλονιά.
Ο κ. Παυλόπουλος, ο οποίος κήρυξε, το απόγευμα, τις εργασίες της 19ης ετήσιας συνάντησης αποδήμων Κεφαλλήνων και Ιθακησίων «Οδυσσεύς», χωρίς απόδοση τιμών εξαιτίας το πένθους για την τραγωδία στην Ανατολική Αττική, άνοιξε την ομιλία του με αναφορά στην εθνική τραγωδία:
«Ο κόσμος μας έχει αλλάξει και πρέπει να το καταλάβουν και οι ισχυροί της Γης και να το καταλάβουμε κι εμείς στο ευλογημένο τόπο όπου ζούμε. Πρέπει να κάνουμε τα πάντα ώστε να μην ξαναζήσουμε παρόμοιες τραγωδίες» τόνισε και προσέθεσε: «Το μεγάλο πένθος είναι νωπό, και η σκέψη μας αυτές τις στιγμές μένει αμετακίνητα προσηλωμένη στην μνήμη των συνανθρώπων μας που χάθηκαν τόσο άδικα και στον αγώνα ζωής που δίνουν οι τραυματίες στο κρεβάτι του πόνου. Στην εκπλήρωση αυτού του χρέους μάς καλεί και το ίδιο το πνεύμα της σημερινής συνάντησης, αν αναλογισθεί κανείς την μεγάλη και συγκινητική συμπαράσταση, ηθική και υλική, της ανά τον κόσμο Διασποράς μας προς όσους επλήγησαν από την φονική πυρκαγιά».
Στη συνέχεια απευθύνθηκε προς τους αποδήμους λέγοντας «είμαστε υπερήφανοι για εσάς, υπερήφανοι για την πρόοδό σας και το κύρος σας εκεί που ζείτε και δραστηριοποιείσθε», ενώ αναφέρθηκε και στη ψήφο των αποδήμων, δηλώνοντας ότι οι απόδημοι είναι αυτοί στους οποίους στηριζόμαστε για να πάει μπροστά ο τόπος.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνέχισε με αναφορά στα εθνικά θέματα, κάνοντας «έναν απολογισμό του τι έχει συμβεί ως σήμερα και τι πρέπει να υπερασπισθούμε».
Όπως επισήμανε ο Πρόεδρος, η Ελλάδα αποτελεί -και αυτό είναι πια οριστικό και αμετάκλητο- μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της ευρωζώνης. Και επίσης ένας συνεπής σύμμαχος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. «Άρα τα εθνικά μας θέματα τα υπερασπιζόμαστε μέσα στο πλαίσιο του διεθνούς και του ευρωπαϊκού Δικαίου. Και τα υπερασπιζόμαστε με τους κανόνες του διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού Δικαίου. Γι΄ αυτό σας είπα πως όταν τα υπερασπιζόμαστε αυτά, υπερασπιζόμαστε ταυτόχρονα και το διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό Δίκαιο», τόνισε και αναφέρθηκε «στα τρία βασικά μας θέματα», το Κυπριακό, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις της σχέσεις της Ελλάδας με την ΠΓΔΜ.
«Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, τη δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, ιδίως δε αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης» σημείωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Συνεχίζοντας ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε ότι «επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας», προσθέτοντας πως αυτό «προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του ευρωπαϊκού κεκτημένου και του συνόλου του διεθνούς Δικαίου». «Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λοζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 -οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες- πρέπει να γίνονται απ΄ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως ισχύει με βάση την Συνθήκη του Montego Bay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ΄ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου», επισήμανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Τέλος, αναφερόμενος ως προς το ζήτημα με την γειτονική μας χώρα, την ΠΓΔΜ σημείωσε: «Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως προς αυτό, όμως, υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό -όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το ΝΑΤΟ και από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών- πρέπει η γειτονική μας χώρα να φέρει τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, και πρωτίστως στο σύνταγμά της. Γιατί το σύνταγμά της, ως έχει σήμερα, δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις προϋποθέσεις. Και πράγματι, ανέλαβαν αυτή την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωσή της. Μόνον όταν τελειώσει οριστικά -δεν πρόκειται σ΄ αυτό να υπάρξουν εκπτώσεις- όλη αυτή η διαδικασία και αφού διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις, για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατόν να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και ουσιαστική έναρξη συζητήσεων, σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τότε, και μόνο τότε, είναι δυνατό να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων».
Τελειώνοντας την ομιλία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να υπάρχουν και που είναι θεμιτές σε μια πραγματική Δημοκρατία, όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, θα μείνουν ως το τέλος ενωμένες. Γιατί εμείς, οι Έλληνες, ξέρουμε πως ό,τι σημαντικό δημιουργήσαμε το πετύχαμε ενωμένοι. Ξέρουμε το κόστος του διχασμού, ξέρουμε ότι μας στοίχισε ακόμη και κομμάτια του Εθνικού μας Κορμού. Και δεν είμαστε διατεθειμένοι, σας διαβεβαιώ, να επαναλάβουμε λάθη του παρελθόντος».
Στη 19η ετήσια συνάντηση αποδήμων Κεφαλλήνων και Ιθακησίων «Οδυσσεύς» παραβρέθηκαν μεταξύ άλλων ο υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τον Απόδημο Ελληνισμό, Τέρενς Κουίκ, ο περιφεριάρχης Ιονίων Νήσων Θεόδωρος Γαλατσάτος, ο δήμαρχος Κεφαλληνίας Αλέξανδρος Παρίσης, ο μητροπολίτης Κεφαλληνίας Δημήτριος, η πρώην υπουργός και πρώην πρόεδρος της ΕΕΤ, σύζυγος του αείμνηστου Γεράσιμου Αρσένη, Λούκα Κατσέλη, καθώς και η βουλευτής Κεφαλληνίας του ΣΥΡΙΖΑ Αφροδίτη Θεοπεφτάτου και η πρώην υπουργός, με καταγωγή από την Κεφαλονιά, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου.
Ο δήμαρχος Κεφαλληνίας Αλέξανδρος Παρίσης, κατά την ομιλία του στη συνάντηση τόνισε ότι «οι απόδημοι Κεφαλλήνες στα πέρατα του κόσμου δόξασαν τη χώρα μας και την ιδιαίτερη πατρίδα τους», εξήρε το έργο του Γ. Αρσένη στην οικονομία την άμυνα και την παιδεία, ενώ έστειλε τα συλλυπητήρια όλης της Κεφαλονιάς στις οικογένειες των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς.
Από την πλευρά του, περιφεριάρχης Ιονίων Νήσων Θεόδωρος Γαλατσάτος μίλησε για την αξία της εθνικής μας ομοθυμίας και αναφέρθηκε στις τραγικές στιγμές για την Ελλάδα από την εθνική τραγωδία, λέγοντας ότι στους Κεφαλλήνες θυμίζει το φονικό σεισμό του 1953 και τις μετέπειτα σεισμικές καταστροφές.
Αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Γ. Αρσένη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας: Θα εκπροσωπεί πάντα το πρότυπο του πατριώτη πολιτικού, που υπηρέτησε τον τόπο, με “όνειρο” αλλά και με “λογισμό”
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αμέσως μετά την ομιλία του στη 19η ετήσια συνάντηση αποδήμων Κεφαλλήνων και Ιθακησίων έκανε, στο Αργοστόλι, τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Κεφαλλήνα πολιτικού Γεράσιμου Αρσένη.
«Η Κεφαλονιά έχει την ξεχωριστή τύχη να είναι, διαχρονικώς, κοιτίδα και λίκνο μεγάλων ανθρώπων, το ανάστημα και η δημιουργική δύναμη των οποίων ξεπέρασε, και μάλιστα κατά πολύ, όχι μόνον τα δικά της όρια αλλά και τα όρια της πατρίδας μας εν γένει. Ανάμεσα σε αυτούς, και μάλιστα κατέχοντας περίοπτη, κυριολεκτικώς, θέση, συγκαταλέγεται, κατά γενική ομολογία που διατρέχει -πράγμα σίγουρα σπάνιο για τα δεδομένα του τόπου μας- όλο το φάσμα του δημοκρατικού πολιτικού χώρου και ανεξάρτητα από επιμέρους πολιτικές διαφορές, ο Γεράσιμος Αρσένης», υπογράμμισε ο Προκόπης Παυλόπουλος στην τοποθέτησή του για τον Κεφαλλήνα πολιτικό.
Έκανε εκτενή αναφορά στην προσωπικότητα και το έργο του Γεράσιμου Αρσένη λέγοντας:
«Αφού ολοκλήρωσε τις εξαιρετικές και πολύπλευρες σπουδές του, ξεκίνησε την σταδιοδρομία του, κατά τη δεκαετία του 1960, ως επίλεκτο στέλεχος του ΟΗΕ. Εκεί έγινε ευρύτερα γνωστός από τις επιμέρους εξειδικευμένες Εκθέσεις του, ιδίως όμως ως πρωτεργάτης της ίδρυσης της UNCTAD, της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Ανάπτυξη και το Διεθνές Εμπόριο. Η οποία σήμερα συνιστά εμβληματικό αυτόνομο Οργανισμό του ΟΗΕ, με έδρα την Γενεύη. Ήταν τότε που ηγήθηκε, ως μέλος της ομάδας του Raoul Prebisch στον ΟΗΕ, της εκστρατείας για τη “Νέα Διεθνή Οικονομική Τάξη”.
Μεταξύ 1967 και 1981, ως διευθυντής της UNCTAD, ανέπτυξε έντονη επιστημονική και διπλωματική δράση. Βασικός του στόχος υπήρξε η μεταρρύθμιση του Διεθνούς Νομισματικού Συστήματος, προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής χρηματοδότησης της ανάπτυξης, πρωτίστως για την καταπολέμηση των διευρυνόμενων παγκοσμίως ανισοτήτων με θύματα, κυρίως, τις Χώρες του Τρίτου Κόσμου. Στο ίδιο πλαίσιο, πρωτοστάτησε κατά την συγκρότηση της Ομάδας 24 Υπουργών από τον Τρίτο Κόσμο, αναγκάζοντας, στο τέλος, τις Χώρες της Δύσης να δεχθούν την σύσταση της «Επιτροπής των 20», στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Επιπλέον, αφενός συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις της «Λέσχης των Παρισίων» και προώθησε, με μεγάλη επιτυχία, την αναδιάρθρωση των χρεών πολλών αναπτυσσόμενων Κρατών. Και, αφετέρου, συμβούλευσε πολλές Κυβερνήσεις αναπτυσσόμενων Κρατών σε θέματα οικονομικής και νομισματικής πολιτικής. Σε αναγνώριση αυτής της τόσο σημαντικής προσφοράς του, η UNCTAD αφιέρωσε στην Μνήμη του την Ετήσια Έκθεση του 2016 για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη. Ήδη διεθνώς γνωστός λοιπόν γύρισε στην Ελλάδα, το 1981, με την προτροπή του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Η, intra muros, μετέπειτα πολιτική του διαδρομή υπήρξε εντυπωσιακή, καλύπτοντας όλο, σχεδόν, το φάσμα του κυβερνητικού έργου».
Αναφερόμενος στην πορεία του Γεράσιμου Αρσένη στο οικονομικό πεδίο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θύμισε πως ως Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, μεταξύ 1981-1984, και, ύστερα, τόσον ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας, μεταξύ 1982-1985, όσο και ως υπουργός Οικονομικών, μεταξύ 1984-1985, «συνέβαλε ουσιωδώς στον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού μας συστήματος», θεσμοθέτησε την κατάργηση της, «παρωχημένης πια, Νομισματικής Επιτροπής», ενώ «επιχείρησε τον εξορθολογισμό των επιτοκίων και την δανειοδότηση του κράτους με όρους αγοράς» και σημείωσε: «Ανεξάρτητα από την τελική έκβαση του όλου εγχειρήματος -ας μην ξεχνάμε τις ιδεολογικές και άλλες αγκυλώσεις της εποχής, ακόμη και μέσα στον δικό του κομματικό χώρο- πρέπει να του πιστωθεί από την μια πλευρά η προετοιμασία για την εισαγωγή στην έννομη τάξη μας και στο οικονομικό μας σύστημα του ΦΠΑ. Και, από την άλλη πλευρά, η προσπάθεια «κοινωνικοποίησης» των Δημόσιων Επιχειρήσεων, με βασικό στόχο να τεθεί τέλος στον ασφυκτικό κρατικό εναγκαλισμό τους».
Προσέθεσε πως στο πεδίο της Εθνικής Άμυνας, μεταξύ 1993-1996, ο Γεράσιμος Αρσένης, «με οραματικό στόχο την υπεράσπιση των εθνικών μας θεμάτων, επιχείρησε μια ριζοσπαστική οργάνωση της δομής και της λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Στο πολιτικό του «κεφάλαιο» θα προστίθεται πάντα η ανακήρυξη, το Νοέμβριο του 1993, του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας και Κύπρου. Είναι η πρωτοβουλία του αυτή η οποία παράγει, ως σήμερα, πολύτιμους καρπούς κυρίως ως προς την υπεράσπιση της μαρτυρικής Κύπρου. Κατ’ εξοχήν δε ως προς την δίκαιη και βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού υπό όρους πλήρους σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, που αποκλείουν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο «πολιτικό “κύκνειο άσμα”» του Γεράσιμου Αρσένη, το πέρασμά του, μεταξύ 1996-2000, από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. «Καθένας μπορεί, βεβαίως, να έχει τις επιφυλάξεις του ως προς τους άξονες πολιτικής που ο Γεράσιμος Αρσένης επέλεξε να υιοθετήσει. Ουδείς καλόπιστος όμως μπορεί να του αμφισβητήσει ότι γνώριζε καλά τα προβλήματα του συνόλου της Εκπαίδευσης, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας. Κι ακόμη περισσότερο, ότι είχε το θάρρος, σε πείσμα των καιρών, να προτείνει λύσεις και να τις υπερασπίζεται ως το τέλος, δίχως να υπολογίζει το λεγόμενο «πολιτικό κόστος». Υπό τα δεδομένα αυτά κυρίως ο τομέας της Παιδείας αποδεικνύει, ότι ο Γεράσιμος Αρσένης υπήρξε πάντα εχθρός του λαϊκισμού. Και ας μην ξεχνάμε ότι ο λαϊκισμός είναι ένας από τους πιο ύπουλους εχθρούς της πολιτικής μας ζωής και της αποστολής καθενός μας να υπηρετεί, με ανιδιοτέλεια και αυταπάρνηση, το συμφέρον του Λαού μας και του Έθνους μας».
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην προσφορά του Γεράσιμου Αρσένη στην αγαπημένη του Κεφαλονιά. «Προσφορά, που δείχνει εναργώς το “δέσιμό του” με την ιδιαίτερη πατρίδα του. Και η προσφορά αυτή υπήρξε πολύπλευρη, αφού εκδηλώθηκε σε πολλά πεδία, με κύρια εκείνα του Πολιτισμού και της Εκπαίδευσης. Το γεγονός ότι πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του εκτός Ελλάδας, εξηγεί και τον στενό δεσμό που ανέπτυξε με τους απόδημους Κεφαλλήνες. Ενώ η περιβαλλοντική του ευαισθησία κατέστη εμφανής πολλαπλώς, στον χώρο προστασίας των οικοσυστημάτων της Κεφαλονιάς, ιδίως δε ως προς την προστασία του Αίνου».
Και βέβαια θύμισε τη γνωστή αποστροφή του Γεράσιμο Αρσένη “Γιώργο χάσαμε”, λέγοντας ότι «τον χαρακτηρίζει ως προς τη νοοτροπία του και το χιούμορ του, πράγμα “εν ανεπαρκεία” στα πολιτικά μας δρώμενα» και σημειώνοντας ότι «ο Γεράσιμος Αρσένης θα εκπροσωπεί πάντα ένα πολιτικό πρότυπο: Εκείνο του πατριώτη πολιτικού, ο οποίος πρώτα καταξιώθηκε ως προσωπικότητα, και μάλιστα διεθνώς, και ύστερα υπηρέτησε τον τόπο, με “όνειρο” αλλά και με “λογισμό”, για να θυμηθούμε την αθάνατη ρήση του εθνικού μας ποιητή, του Επτανήσιου Διονυσίου Σολωμού».