Αύξηση του ορίου των απολύσεων από 5% σε 10%, κατάργηση του σημερινού συστήματος της εκ των προτέρων έγκρισης των ομαδικών απολύσεων από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας και αντικατάστασή του από ένα «διοικητικό σύστημα» εκ των υστέρων ελέγχου, αλλά και αλλαγές στη διαδικασία προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) προκειμένου να μην είναι εύκολη η μονομερής προσφυγή (κυρίως των εργαζόμενων) ζήτησαν οι δανειστές, χωρίς μάλιστα να δίνουν στην ελληνική κυβέρνηση ως «αντάλλαγμα» ούτε ένα από τα αιτήματά της για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Οι απαιτήσεις των θεσμών στο αρχικό κείμενο που κατατέθηκε στην ελληνική κυβέρνηση το Σαββατοκύριακο, φωτογραφίζει το απόλυτο αδιέξοδο που κατεγράφη στη συνέχεια. Έτσι εξηγείται άλλωστε και η νέα πολύωρη διαπραγμάτευση που πραγματοποιήθηκε με νέο πλέον, διορθωμένο κείμενο που όμως δεν στάθηκε ικανό να γεφυρώσει τις διαφορές.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών, όχι μόνο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά και οι Ευρωπαίοι, ζητούν τόσο την αύξηση του επιτρεπόμενου ορίου απολύσεων από 5% σε 10%, όσο και την κατάργηση της διοικητικής προέγκρισης των ομαδικών απολύσεων που διατηρεί ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας. Παράλληλα, δεν δέχονται την επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο ρύθμισης και της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, που θέτει το υπουργείο Εργασίας.
Το θέμα των ομαδικών απολύσεων αποδεικνύεται το πλέον ακανθώδες, καθώς στο αρχικό προσχέδιο του συμπληρωματικού Μνημονίου, οι θεσμοί ζητούν από την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας:
1. Να ευθυγραμμίσει τα κατώτατα όρια με την υπάρχουσα κοινοτική οδηγία (98/59/ΕΚ)
2. Να αντικαταστήσει το σημερινό σύστημα της εκ των προτέρων έγκρισης των ομαδικών απολύσεων από τον υπουργό Εργασίας, με ένα διοικητικό σύστημα κοινοποίησης του πλάνου ομαδικών απολύσεων μέσω του οποίου θα εξασφαλίζεται η συμμόρφωση της επιχείρησης με τα όσα προβλέπει ο νόμος για πληροφόρηση και διαβούλευση με τους εργαζόμενους. Στην πράξη, ζητείται η μετάβαση από την εκ των προτέρων έγκριση στον εκ των υστέρων έλεγχο νομιμότητας.
Ο εργοδότης, βάσει της πρότασης των θεσμών, θα υποχρεούται επίσης να ενημερώνει εγγράφως την Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ) για τις σχεδιαζόμενες ομαδικές απολύσεις, οι οποίες θα μπορούν να γίνουν εντός τριών μηνών από την κοινοποίησή τους.
Μεταξύ άλλων, ο εργοδότης θα πρέπει να ενημερώνει το ΑΣΕ για τις διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζόμενους, που θα περιλαμβάνουν την περιγραφή των «αντικειμενικών λόγων» που οδήγησαν στην απόφαση για ομαδικές απολύσεις, καθώς και εάν αναζητήθηκαν τρόποι αποφυγής τους, αλλά και τα κριτήρια που ακολουθήθηκαν για την επιλογή των εργαζομένων που απολύονται.
Επιπλέον, η εταιρεία θα πρέπει να υποβάλλει ένα «κοινωνικό σχέδιο» στο οποίο θα περιγράφει τα πιθανά συνοδευτικά, όχι όμως υποχρεωτικά, μέτρα.
3. Στο θέμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφήνουν μόνο ένα παράθυρο ανοικτό για μελλοντικές παρεμβάσεις επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «οι αρχές θα συνεχίσουν να διερευνούν με τους κοινωνικούς εταίρους περαιτέρω μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις γίνονται στην Ελλάδα σύμφωνα με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές». Αφήνουν σε εκκρεμότητα τα θέματα της επέκταση των συμβάσεων και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, ενώ δεν δέχονται την κατάργηση των «Ενώσεων Προσώπων».
4. Εως τον Σεπτέμβριο του 2017, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης, να έχει συμφωνήσει ως «βασικό παραδοτέο μέτρο», στην αλλαγή της διαδικασίας μεσολάβησης και διαιτησίας, ώστε να είναι «αντικειμενική και αμερόληπτη».
Μάλιστα, η τρόικα αναγνωρίζει ότι υπάρχει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας στην Ελλάδα που έκρινε αντισυνταγματική την κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ, και για το λόγο αυτό ζητεί την κατάρτιση μιας ανεξάρτητης νομικής γνωμοδότησης έως τον Ιούνιο του 2017, προκειμένου να νομοθετήσει τις αλλαγές έως το Νοέμβριο του 2017.
Η πολιτική πρόνοιας
Αναδιάρθρωση των οικογενειακών επιδομάτων, εξορθολογισμό και κατάργηση όσων αλληλοκαλύπτονται αλλά και νέα μεγαλύτερη μεταρρύθμιση στο μέλλον περιλαμβάνει μεταξύ άλλων το αρχικό κείμενο, στο επίσης επίμαχο θέμα της Προνοιακή Πολιτικής και της εφαρμογής του Κοινωνικού Επιδόματος Αλληλεγγύης (ΚΕΑ).
Μεταξύ άλλων, το αρχικό κείμενο αφήνει ανοικτά προς διαπραγμάτευση μια σειρά από θέματα, όπως η ριζική αναμόρφωση του συστήματος οικογενειακών επιδομάτων, με στόχο να υπάρχει ισότητα μεταξύ των παιδιών, η κατάργηση των επιδομάτων που αλληλοκαλύπτονται με το ΚΕΑ ή των οικογενειακών επιδομάτων με στόχο συγκεκριμένη απόδοση (που δεν προσδιορίζεται στο προσχέδιο του Μνημονίου), αλλά και τον επανασχεδιασμό ή την κατάργηση του επιδόματος θέρμανσης με συγκεκριμένο στόχο εξοικονόμησης από το 2018.
Προβλέπεται επίσης η δημιουργία ενός πιλοτικού σχεδίου για τα επιδόματα αναπηρίας αλλά και μέτρα που προσδιορίζει η Παγκόσμια Τράπεζα, όπως κατάργηση φοροαπαλλαγών, χωρίς όμως να αναφέρεται ρητά στην μείωση του αφορολογήτου ορίου.
Ακόμη, υπάρχει η πρόβλεψη για νέα αναδιάρθρωση, ώστε να αναπτυχθούν επιδόματα που θα καλύπτουν το σύνολο της επιδοματικής πολιτικής.