Φορολογούμενοι με δηλωθέντα εισοδήματα πάνω από 16.000 ευρώ είναι αυτοί οι οποίοι θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν στο μέγιστο το φορομπόνους του 40% εφόσον πραγματοποιήσουν δαπάνες για τη λήψη υπηρεσιών αισθητικής, λειτουργικής και ενεργειακής αναβάθμισης των ακινήτων τους συνολικού ύψους 16.000 ευρώ. Σε αυτή τη ζώνη εισοδημάτων, ο φόρος ανέρχεται στα 1.600 ευρώ για μισθωτούς και συνταξιούχους.
Οι ψηφισμένες διατάξεις αφήνουν να εννοηθεί ότι θα πρέπει να προκύπτει φόρος τουλάχιστον ίσος με την έκπτωση που δικαιούται ο φορολογούμενος με ανώτατο όριο τα 1.600 ευρώ ώστε ο φόρος να σβήσει στο σύνολό του. Αν ο φόρος εισοδήματος είναι μικρότερος από την προβλεπόμενη έκπτωση, φοροτεχνικοί επισημαίνουν πως από τις διατάξεις δεν προκύπτει επιστροφή φόρου.
Η διάταξη νόμου έχει ήδη ψηφιστεί, αλλά η εφαρμοστική απόφαση η οποία θα πρέπει να εκδοθεί έως το τέλος του έτους θα έρθει να απαντήσει στις «ανησυχίες» φοροτεχνικών που επισημαίνουν ότι για να εξασφαλίσει κάποιος φορολογούμενος τη μέγιστη έκπτωση φόρου των 6.400 ευρώ θα πρέπει να οφείλει φόρο εισοδήματος τουλάχιστον 1.600 ευρώ για τα εισοδήματά του κάθε χρόνο από το 2021 έως και το 2024. Στην αντίθετη περίπτωση το όφελος περιορίζεται.
Οι διατάξεις του άρθρου 16, όπως ψηφίστηκαν στη Βουλή ορίζουν ότι «οι δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν για τη λήψη υπηρεσιών που σχετίζονται με την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων, τα οποία δεν έχουν ήδη ενταχθεί ή δεν θα ενταχθούν σε πρόγραμμα αναβάθμισης κτιρίων, μειώνουν ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο τεσσάρων ετών, σε ποσοστό 40% του ύψους τους, το φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, μέχρι του αναλογούντος για κάθε φορολογικό έτος φόρου, με ανώτατο συνολικά όριο δαπάνης τις δεκαέξι χιλιάδες (16.000) ευρώ».
Από τις διατάξεις αυτές, φοροτεχνικοί ξεχωρίζουν τη διατύπωση «μέχρι του αναλογούντος για κάθε φορολογικό έτος φόρου». Αυτό σημαίνει ότι αν ο φόρος που αναλογεί στο δηλωθέν εισόδημα είναι 700 ευρώ, αλλά η δαπάνη που έχει γίνει θα μπορούσε να επιφέρει μείωση φόρου 1.600 ευρώ, η διαφορά δεν συνεπάγεται επιστροφή φόρου. Ότι «περισσεύει» χάνεται.
Το όριο των 16.000 ευρώ οδηγεί σε μέγιστη μείωση φόρου 6.400 ευρώ , η οποία με τη σειρά της επιμερίζεται σε τέσσερα χρόνια, οδηγώντας σε μέγιστη έκπτωση φόρου εισοδήματος 1.600 ευρώ το χρόνο.
Επιπρόσθετα, παράγοντες της αγοράς ακινήτων επισημαίνουν ότι το όριο των 16.000 ευρώ από την ώρα που αφορά μόνο δαπάνες για λήψη εργασιών και όχι για αγορά υλικών, έρχεται να αποδυναμώσει περαιτέρω το μέτρο.
Ένας ακόμα «κόφτης» στην αποδοτικότητα του μέτρου είναι σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς η απαραίτητη προϋπόθεση της απόδειξής τους «με νόμιμα παραστατικά του ν. 4308/2014 και η εξόφλησή τους με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών». Πρακτικά, ο μάστορας ο οποίος θα κάνει για παράδειγμα τον ελαιοχρωματισμό του σπιτιού ή την τοποθέτηση των κουφωμάτων, θα πρέπει να διαχωρίσει το κόστος των εργασιών του από το κόστος των υλικών, να εκδώσει απόδειξη και επιπλέον να πληρωθεί την αμοιβή του μέσω POS ή γενικότερα με πλαστικό χρήμα.
Η ενεργοποίηση του μέτρου αναμένεται στις αρχές του 2020, όπως έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση παρ’ ότι στο ψηφισθέν νομοσχέδιο δεν υπάρχει σχετική αναφορά, προκαλώντας σύγχυση για ενδεχόμενη ενεργοποίηση απευθείας μετά την ψήφιση του νόμου.
Ο νόμος ορίζει ότι «με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Διοικητή της ΑΑΔΕ, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»