Ξεκίνησε όσο πιο εποικοδομητικά γίνεται η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων από τα funds που έχουν ήδη προχωρήσει σε εξαγορές πακέτων από τις τράπεζες, ενώ τα περισσότερα εξ αυτών δηλώνουν παρουσία, αναλόγως της εξειδίκευσής τους, και στα νέα πακέτα που πωλούν οι τράπεζες. Επιχειρηματικά δάνεια με εξασφαλίσεις και χωρίς, ναυτιλιακά και οσονούπω και στεγαστικά δάνεια συγκεντρώνουν έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Δύο είναι οι μεγάλες κατηγορίες δανείων που διαχειρίζονται στην παρούσα φάση τα funds.
Η πρώτη κατηγορία είναι επιχειρηματικά με διασφαλίσεις και η δεύτερη καταναλωτικά και επιχειρηματικά χωρίς διασφαλίσεις.
Μεγάλη σημασία για τον τρόπο διαχείρισης των δανείων από τα funds έχει η τιμή στην οποία αγοράστηκαν τα δάνεια.
Σε ό,τι αφορά την πρώτη κατηγορία, ήδη καλούνται οι επιχειρηματίες από τα funds-αγοραστές, είτε για να συναινέσουν στην εκχώρηση των εγγυήσεων που είναι κυρίως ακίνητα, είτε να βρουν από κοινού κάποιον αγοραστή, είτε να προχωρήσουν σε πώληση με αγοραστή που έχει βρει ένα εκ των δύο μερών (ο επιχειρηματίας ή το fund).
Στις περιπτώσεις που υπάρχει διαφωνία μεταξύ των δύο μερών και αφού έχει εξαντληθεί και η διαμεσολάβηση, τα funds προχωρούν σε δικαστικές ενέργειες, προκειμένου να πλειστηριάσουν τα περιουσιακά στοιχεία ή σωστότερα να τα θέσουν προς πώληση μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας. Κάποια από αυτά έχουν δικές τους πλατφόρμες για τη διεξαγωγή των πλειστηριασμών και άλλα έχουν συνεργαζόμενες για τον σκοπό αυτόν πλατφόρμες.
Προκλήσεις
Τα καταναλωτικά δάνεια χωρίς εγγυήσεις είναι αυτά που έχουν το μεγαλύτερο δυνατό ενδιαφέρον, όπως παρατηρούν στελέχη που σχετίζονται με τη διαδικασία.
Τα δάνεια αυτά υφίστανται κούρεμα που φθάνει μέχρι και στο 90% της αξίας τους.
Πρόκειται για χορηγήσεις που έχουν αγοραστεί 4-5 σεντ στα 100. Έτσι, άλλη τόση εμφανίζεται να είναι η απαίτηση του fund, με δεδομένο μάλιστα πως πολύ λίγες είναι οι δικαστικές ενέργειες στις οποίες μπορούν να προβούν οι αγοραστές των δανείων για να εξαναγκάσουν τους υπερήμερους δανειολήπτες να πληρώσουν. Σε πολλά από αυτά τα δάνεια δεν υπάρχει δυνατότητα καν να βρεθεί ο δανειολήπτης, δεδομένου πως πρόκειται για ποσά που αφορούν πιστωτικές κάρτες και καταναλωτικά.
Σε κάποια υπάρχουν εγγυητές, ενώ σε κάποια άλλα υπάρχουν προσωπικές εγγυήσεις, χωρίς να υπάρχουν όμως περιουσιακά στοιχεία. Έτσι αναζητούνται λύσεις δέσμευσης κάποιου τμήματος του μισθού του δανειολήπτη κ.λπ. Με τον ίδιο τρόπο κινούνται τα funds σε ό,τι αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια με προσωπικές εγγυήσεις εφόσον δεν υπάρχει ακίνητη περιουσία.
Οι δυνατότητες που διαθέτουν οι αγοραστές των δανείων προκειμένου να απαιτήσουν κεφάλαιά τους εφόσον δεν υπάρχουν εγγυήσεις είναι περιορισμένες.
Συγχρόνως το κόστος για την ανεύρεση των δανειοληπτών και την άσκηση μέτρων ιδιαίτερα στα καταναλωτικά δάνεια τυγχάνει εξαιρετικά μεγάλο σε σχέση με την απαίτηση αλλά και την τιμή την οποία κατέβαλαν τα funds για την αγορά των συγκεκριμένων δανείων.
Στις περισσότερες περιπτώσεις εισπρακτικές εταιρείες -κυρίως δικηγορικά γραφεία- χρησιμοποιούνται με στόχο την ανεύρεση των δανειοληπτών και τη συμφωνία μαζί τους.
Μεγαλύτερη ευελιξία για επίτευξη συμβιβασμού
Είναι αρκετοί οι δανειολήπτες καταναλωτικών χωρίς εγγυήσεις που επιζητούν μια λύση με κάποιο fund, καθώς προσβλέπουν σε γενναιόδωρο «κούρεμα» αντί της οποιασδήποτε λύσης με τράπεζα, που φαίνεται και τελικώς είναι λιγότερο ευέλικτη. Ιδιαίτερη σημασία έχει πλέον τόσο για τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και για τους υπερήμερους δανειολήπτες ο τρόπος με τον οποίο θα κινηθούν οι τράπεζες σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια.
Η διαχείριση ανά περίπτωση είναι σημαντική και για τις τιμές της αγοράς, που καλό θα ήταν να μην υποχωρήσουν. Όσοι λοιπόν εκ των δανειοληπτών δεν δικαιούνται την προστασία της πρώτης κατοικίας τους και δεν έχουν επιτύχει με δικαστική συνδρομή προστασία, είναι πολύ πιθανόν να δεχθούν ελκυστικότερη πρόταση από την πλευρά των funds για την αποπληρωμή των δανείων τους από εκείνη που πιθανόν έχουν δεχθεί ήδη από τα πιστωτικά ιδρύματα.