Μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητα των φορολογουμένων φέρνει το νέο νομοσχέδιο για τον πτωχευτικό κώδικα και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές που κατατέθηκε στη Βουλή και προβλέπει τη σύνδεση του αφορολόγητου με τη χρήση πλαστικού χρήματος

Πλέον κατά τον υπολογισμό του φόρου οι δαπάνες απαιτείται να έχουν πραγματοποιηθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής σύμφωνα με την παρακάτω κλίμακα:

Εισόδημα (σε ευρώ)Ποσοστό ελάχιστης δαπάνης με ηλεκτρονική συναλλαγή και μέσα πληρωμής με κάρτα (Προοδευτική εφαρμογή)

1-10.00010%

10.000,01-30.00015%

30.000,01 και άνω20% και μέχρι 30.000 ευρώ

Έτσι ανάλογα με το εισόδημα ο κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να έχει και τις ανάλογες ηλεκτρονικές αποδείξεις. Αν δεν καλύπτεται το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό της παραπάνω κλίμακας, τότε ο φόρος προσαυξάνεται κατά το ποσό που προκύπτει από τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου και του δηλωθέντος ποσού, πολλαπλασιαζόμενης με συντελεστή 22%

Ωστόσο υπάρχει ορισμένες κατηγορίες φορολογουμένων που σε πρώτη φάση εξαιρούνται από το χτίσιμο του αφορολόγητου με πλαστικό χρήμα, ενώ επιπλέον κατηγορίες θα προστεθούν μελλοντικά με απόφαση του υπουργού Οικονομικών.

Από την αρχή λοιπόν εξαιρούνται από την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικών ηλεκτρονικών συναλλαγών:

Οι υπάλληλοι του Υπουργείου Εξωτερικών

Οι στρατιωτικοί, εφόσον υπηρετούν στην αλλοδαπή

Οι υπηρετούντες στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας

Όσοι μένουν σε ψυχιατρικό κατάστημα και

οι φυλακισμένοι.

Με απόφαση του υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι εξαιρούμενες δαπάνες, οι κατηγορίες των φορολογουμένων που εξαιρούνται από την υποχρέωση πραγματοποίησης δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, καθώς και τα επιπλέον κίνητρα για φορολογούμενους οι οποίοι υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα ποσοστά ελάχιστης δαπάνης.

Σημειώνεται ότι στις σκέψεις του υπουργείου Οικονομικών ήταν αρχικά η εξαίρεση και άλλων κατηγοριών πολιτών, ωστόσο αυτό ενδεχομένως να γίνει με απόφαση που θα εκδοθεί μετά την ψήφιση του νόμου. Από τα μέτρα αυτά αναμένεται να εξαιρεθούν ηλικιωμένοι άνω των 75 ετών, αλλά και όσοι ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές και σε χωριά κάτω των 3.000 κατοίκων όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα χρήσης ίντερνετ.