Ιδιαίτερο βάρος στην εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού από τους πρώτους κιόλας μήνες του έτους καλείται να ρίξει η ελληνική κυβέρνηση. Τα περιθώρια αποκλίσεων είναι πολύ μικρά, καθώς έχει προβλεφθεί «παραγωγή» πρωτογενούς πλεονάσματος 6,945 δισ. ευρώ έναντι επίσημου μνημονιακού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 6,746 δισ. ευρώ.
Το περιθώριο των 199 εκατ. ευρώ κρίνεται ως πολύ μικρό, δεδομένου ότι η χρονιά είναι γεμάτη από απρόβλεπτους παράγοντες: την πιθανή επίπτωση των πολλαπλών εκλογών στην εισπραξιμότητα των φόρων, τη μαζική θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος μετά την ενεργοποίηση της νέας ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία, τις επιπτώσεις στον προϋπολογισμό από την αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά και τις πιθανές συνέπειες από τις δικαστικές αποφάσεις επί των αναδρομικών διεκδικήσεων που έχουν εγείρει μισθωτοί του Δημοσίου και συνταξιούχοι.
Η εκτέλεση του 2018
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2018 έχει ολοκληρωθεί χωρίς προβλήματα, κάτι που θα φανεί -σε μεγάλο βαθμό- και στα αναλυτικά στοιχεία γενικής κυβέρνησης που θα ανακοινωθούν μέσα στην εβδομάδα. Το τελικό ποσοστό του πρωτογενούς πλεονάσματος θα ανακοινωθεί τον Απρίλιο, αλλά εκτιμάται ότι το ποσοστό που θα ανακοινωθεί από την Ελληνική Στατιστική Αρχή και τη Eurostat δεν θα απέχει από το +4% που είχε προϋπολογιστεί από τον περασμένο Νοέμβριο κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού.
Όσον αφορά την υστέρηση που αποτύπωσαν τα στοιχεία της κεντρικής κυβέρνησης έναντι του ετήσιου στόχου για το 2018, αυτή έχει χαρακτηριστεί ως συγκυριακή και αποδίδεται εξ ολοκλήρου στο γεγονός ότι δεν εισπράχθηκε μέσα στον Δεκέμβριο το τίμημα από την παράταση της σύμβασης παραχώρησης του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος». Όλα αυτά δείχνουν ότι από τον προϋπολογισμό του 2018 δεν θα προκύψει κάποιο «βαρίδι» για την τρέχουσα χρήση. Το αντίθετο: το πιθανότερο είναι ότι θα υπάρξει υπερπλεόνασμα (παρά τη διανομή του έκτακτου μερίσματος και των αναδρομικών), το οποίο θα κινηθεί στην περιοχή των 700-900 εκατ. ευρώ.
Αστάθμητοι παράγοντες
Όλο το ενδιαφέρον εστιάζεται στα γεγονότα της φετινής χρονιάς τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Τα κυριότερα από αυτά τα γεγονότα είναι τα εξής:
1 Η εισπραξιμότητα των φορολογικών εσόδων. Τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δείχνουν ότι το ποσοστό εισπραξιμότητας παρέμεινε περίπου στα ίδια επίπεδα για όλη την περίοδο από το 2016 μέχρι και φέτος (80,88% το 2016, 80,67% το 2017 και 80,68% φέτος τουλάχιστον μέχρι και τον Νοέμβριο). Την τελευταία προεκλογική χρονιά (το 2015 οπότε οι κάλπες στήθηκαν δύο φορές) ο συντελεστής εισπραξιμότητας είχε υποχωρήσει στο 76,77%. Βέβαια, το 2015 ήταν μια ιδιαίτερη χρονιά λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας που επικράτησε κατά το πρώτο εξάμηνο, της επιβολής των capital controls κ.λπ. Ωστόσο, για το επίσης προεκλογικό 2019 δεν υπάρχουν περιθώρια να καταγραφεί οποιαδήποτε μείωση. Τα στοιχεία εκτέλεσης του Ιανουαρίου (ανακοινώνονται το 2ο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου) αναμένονται με ενδιαφέρον, καθώς μέχρι και την 31η Ιανουαρίου έπρεπε να πληρωθεί ταυτόχρονα η τελευταία δόση του ΕΝΦΙΑ αλλά και ο ΦΠΑ του Δεκεμβρίου (για τις μεγάλες επιχειρήσεις) ή του τελευταίου τριμήνου του 2018 (για τις μικρότερες) όπου ενσωματώνεται και ο τζίρος των Χριστουγέννων. Ο βασικός προβληματισμός έχει να κάνει με το κατά πόσον θα υποχωρήσουν οι εμπρόθεσμες πληρωμές, κάτι που είναι συνηθισμένο να παρατηρείται και να εντείνεται όσο πλησιάζουμε στις εκλογές. Μάλιστα, φέτος, υπάρχει και ένας πρόσθετος παράγοντας αβεβαιότητας που είναι οι προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί για μια νέα ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η πρόσφατη δήλωση κυβερνητικού αξιωματούχου, ότι ακόμη δεν έχει τεθεί επισήμως αίτημα της ελληνικής πλευράς για ρύθμιση οφειλών σε έως και 120 δόσεις, έχει παρατείνει την αγωνία και πολύ σύντομα θα φανεί αν επηρεάζει και τα έσοδα.
Σε κάθε περίπτωση, αν η ρύθμιση οφειλών προχωρήσει προς το τέλος της άνοιξης (που είναι και το επικρατέστερο σενάριο αυτή τη στιγμή), είναι πιθανό να λειτουργήσει στη συνέχεια και θετικά για την πορεία των φορολογικών εσόδων, καθώς το να δοθεί διέξοδος σε 4,2 εκατομμύρια οφειλέτες εκτιμάται ότι θα αποτυπωθεί θετικά από τους πρώτους κιόλας μήνες της ρύθμισης στα έσοδα από φόρους παρελθόντων ετών. Αλλαγή που ενδέχεται να επηρεάσει τις εισπράξεις από τον φόρο εισοδήματος είναι και αυτή για την ατομική εκκαθάριση όλων των φορολογικών δηλώσεων, μεταξύ των οποίων και των παντρεμένων. Από φέτος, αν ο ένας εκ των δύο συζύγων δικαιούται επιστροφή φόρου, θα εισπράττει κανονικά τα χρήματα που του αναλογούν, ενώ ο έτερος σύζυγος θα πρέπει να πληρώσει μεγαλύτερο ποσό. Για το υπουργείο Οικονομικών, αυτό σημαίνει ότι μπορεί από τη μία να πληρώνει περισσότερα ποσά για τις επιστροφές και από την άλλη να μην εισπράττει αντίστοιχα λόγω του ότι ο συντελεστής εισπραξιμότητας του φόρου εισοδήματος είναι ούτως ή άλλως πολύ χαμηλός (σ.σ.: διαμορφώνεται περίπου στο 70%).
2 Η ρύθμιση των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία από τη μια δημιουργεί προσδοκίες για αυξημένα έσοδα (λόγω του ότι μερικές εκατοντάδες χιλιάδες οφειλετών θα βρουν μια διέξοδο για να τακτοποιήσουν τα χρέη τους), αλλά από την άλλη γεννά και την υποχρέωση για πρόσθετες δαπάνες, δεδομένου ότι από τους πρώτους κιόλας μήνες της ρύθμισης μερικές δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχων θα ανακτήσουν το δικαίωμα έκδοσης σύνταξης.
Ο αριθμός των υπό έκδοση νέων συντάξεων εκτιμάται σε περίπου 40.000-50.000, αλλά μένει να φανεί αν αυτή η έκδοση θα γίνει μέσα στο 2019 ώστε να επηρεαστεί η φετινή πορεία του προϋπολογισμού.
Αρμόδιες πηγές εκτιμούν ότι τουλάχιστον για φέτος η επίπτωση από τη ρύθμιση μπορεί να είναι και αρνητική για τον προϋπολογισμό, κάτι που σημαίνει ότι τα έσοδα από τη ρύθμιση μπορεί να υστερούν έναντι των δαπανών για τις νέες συντάξεις.
3 Πολύς λόγος έχει γίνει για τις αναδρομικές διεκδικήσεις των μισθωτών και των συνταξιούχων, αλλά στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι οι επιπτώσεις δεν θα φανούν στον φετινό προϋπολογισμό. Ακόμη δηλαδή και αν το ΣτΕ αποφανθεί ότι είναι αντισυνταγματική η κατάργηση των δώρων και των περικοπών στις συντάξεις, πληρωμές που θα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό αισθητά δεν θα γίνουν κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς.
4 Τέταρτος αστάθμητος παράγοντας είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού. Θεωρητικά, στην αγορά θα πέσει 1 δισ. ευρώ επιπλέον από την αύξηση του 10,92%. Μέρος αυτών των χρημάτων θα κατευθυνθεί στα ασφαλιστικά ταμεία υπό μορφή ασφαλιστικών εισφορών, ενώ υπάρχουν και πιθανότητες τόνωσης των φορολογικών εσόδων κυρίως από την έμμεση φορολογία.
Το «στοίχημα» είναι να μην υπάρξουν απολύσεις ή μετατροπές συμβάσεων από πλήρους σε μερικής απασχόλησης που θα ανατρέψουν αυτή την κατάσταση.
5 Ο πέμπτος αστάθμητος παράγοντας είναι ο διεθνής. Απότομη αλλαγή κλίματος στην Ευρωζώνη λόγω Brexit ή ύφεσης στις μεγάλες οικονομίες, δεν θα αφήσει ανεπηρέαστο τον κρατικό προϋπολογισμό λόγω της στενής οικονομικής σχέσης, σύμφωνα με τη naftemporiki.