«Αυτός ο άνθρωπος είναι επικίνδυνος για αυτό απευθύνθηκα στην αστυνομία. Θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι πολύ κακό στο παιδί μου».
«Μου είπε δεν κατάλαβε τι έκανε κι ότι νόμιζε πως το παιδί είχε συνοδεία διότι δίπλα του καθόταν ένας ενήλικος»… Για το περιστατικό που συνέβη στον 11χρονο γιο του την περασμένη Πέμπτη, όταν το παιδί αναγκάστηκε να αποβιβαστεί από λεωφορείο των ΚΤΕΛ κοντά στην περιοχή του Μελισσοχωρίου, στον δήμο Ωραιοκάστρου, επειδή δεν φορούσε προστατευτική μάσκα, μίλησε στην εκπομπή Check in στα γεγονότα της TV100, ο πατέρας του ανηλίκου, Βασίλης Τριανταφυλλίδης.
Όπως είπε, μετά την έκταση που έλαβε το θέμα αλλά και τη μήνυση που υπέβαλε ο ίδιος, σήμερα επικοινώνησε μαζί του ο οδηγός του λεωφορείου του ΚΤΕΛ, ο οποίος του ζήτησε συγγνώμη και του ανέφερε ότι δεν είχε καταλάβει ότι ο 11χρονος ήταν ασυνόδευτος.
«Εγώ αναγκάστηκα να κάνω μήνυση επειδή στο σταθμαρχείο με το οποίο επικοινώνησα ήταν αγενείς και μου είπαν με ύφος “εάν θέλεις κάνε μήνυση”. Ο οδηγός ο οποίος ταλαιπωρήθηκε αρκετά, μου ζήτησε μετανιωμένος συγγνώμη» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τριανταφυλλίδης.
Σε βάρος του οδηγού ασκήθηκε από τον εισαγγελέα ποινική δίωξη για το αδίκημα της έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο και ο άνδρας παραπέμφθηκε να δικαστεί με την αυτόφωρη διαδικασία αύριο Τρίτη.
Ο πατέρας του 11χρονου δηλώνει ότι δεν θα αποσύρει τη μήνυση, ζητά ωστόσο, την επιείκεια του δικαστηρίου.
«Έκανα μήνυση γιατί οι άνθρωποι από το αμαξοστάσιο ήταν άξεστοι. Ο οδηγός κινδυνεύει να χάσει τη δουλειά του και αυτό είναι άδικο. Θα ζητήσουμε επιείκεια» κατέληξε πατέρας του ανήλικου.
Η εκδοχή του οδηγού και το χρονικό της υπόθεσης
Τη δική του εκδοχή για το περιστατικό με τον 11χρονο μαθητή που κατέβηκε από το αστικό λεωφορείο γιατί δεν είχε μαζί του μάσκα προστασίας για τον κορωνοϊό και χρειάστηκε να περπατήσει μόνος του, μέσα στη ζέστη, για τέσσερα χιλιόμετρα, έδωσε νωρίτερα ο οδηγός.
Το περιστατικό σημειώθηκε το μεσημέρι της Πέμπτης, στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης και όλα ξεκίνησαν όταν ο 11χρονος επιβιβάστηκε στο αστικό λεωφορείο λίγα μέτρα μακριά από το σπίτι του, προκειμένου να πάει σε κατάστημα συγγενικού του προσώπου. Λίγα χιλιόμετρα μακριά, ο οδηγός σταμάτησε το όχημα και ζήτησε από το ανήλικο αγόρι να φορέσει προστατευτική μάσκα κατά του κορωνοϊού. Ο 11χρονος απάντησε πως δεν είχε μαζί του μάσκα και τότε, σύμφωνα με την οικογένεια του παιδιού, ο οδηγός τού ζήτησε να κατέβει από το λεωφορείο.
Ο 11χρονος που υπάκουσε στον οδηγό, κατέβηκε από το λεωφορείο φοβισμένος και στη συνέχεια ξεκίνησε να περπατάει στον επαρχιακό δρόμο και με πολύ υψηλή θερμοκρασία, μέχρι τελικά να εντοπιστεί από τους γονείς του, οι οποίοι αγνοούσαν την τύχη του για περισσότερο από μία ώρα!
Όπως ανέφερε στο Πρώτο Θέμα, ο δικηγόρος του 58χρονου οδηγού, Αναστάσιος Γιακουμής, ο εντολέας του ακολούθησε τον νόμο και την υποχρέωση που είχε από την εργοδοσία και έκανε συστάσεις σε όλους τους επιβάτες του λεωφορείου για τη χρήση προστατευτικης μάσκας, καθώς ήταν υποχρεωμένοι να φοράνε εντός του οχήματος.
Ο οδηγός υποστήριξε ότι όλα ξεκίνησαν όταν το λεωφορείο 84Β έφτασε στον τερματικό σταθμό. Εκεί επιβιβάστηκαν και αποβιβάστηκαν κάποιοι επιβάτες, ενώ μόλις ο οδηγός γύρισε πίσω και είδε κάποια άτομα να μη φορούν προστατευτική μάσκα για τον κορωνοϊο προχώρησε σε συστάσεις προς όλους, όπως ήταν υποχρεωμένος.
«Σηκώθηκε από τη θέση του και είπε σε όλους τους επιβάτες, όχι μόνο στον 11χρονο, να φορέσουν μάσκα διαφορετικά θα πρέπει να κατέβουν από το λεωφορείο. Ο οδηγός από την πρώτη στιγμή υποστηρίζει ότι δεν υπέδειξε το συγκεκριμένο παιδί, καθώς κι άλλοι έμειναν χωρίς μάσκα μέσα στο λεωφορείο και εκείνος συνέχισε το δρομολόγιό του. Επίσης, κάνεις δεν τον ενημέρωσε ότι ο 11χρονος δεν συνοδεύεται από κάποιον και δεν μπορούσε να το ξέρει ο οδηγός του λεωφορείου, ο οποίος είναι υπεύθυνος μόνο για να μπουν και να βγουν με ασφάλεια οι επιβάτες στο λεωφορείο και να φτάσουν επίσης ασφαλείς στον προορισμό τους. Αν κάποιος ανήλικος συνοδεύεται ή όχι, δεν είναι κάτι που μπορεί να το δει ένας οδηγός λεωφορείου», σημείωσε ο κ. Γιακουμής.
«Τον βρήκαμε μιάμιση ώρα μετά, κατά κόκκινο και με δάκρυα στα μάτια»
Νωρίτερα, ο πατέρας του 11χρονου ξέσπασε, περιγράφοντας όσα έγιναν εκείνη την ημέρα και τις στιγμές αγωνίας που βιώσαν καθώς το παιδί περιπλανιόταν μόνο του σε έναν επαρχιακό δρόμο για μιάμιση ώρα, χωρίς να μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί του.
«Το πρωί της Πέμπτης, στις 11.40, ο μικρός ξεκίνησε από το σπίτι μας στον Δρυμό για να πάει έως το συνεργείο του κουμπάρου μου στην Λητή, καθώς θέλει να γίνει μηχανικός και από την ημέρα που έκλεισαν τα σχολεία του αρέσει να πηγαίνει για να βοηθάει και να βλέπει πως βάφει. Είχε πάει και την Τετάρτη με το λεωφορείο, χωρίς να φοράει μάσκα και δεν έγινε κάτι. Την Πέμπτη ανέβηκε στο λεωφορείο, το οποίο είχε μόνο τέσσερις επιβάτες και τα δύο ήταν παιδάκια, έκοψε κανονικά εισιτήριο και έκατσε μαζί με έναν φίλο του. Έφτασαν στο Μελισσοχώρι και κάποια στιγμή το λεωφορείο έστριψε προς Λητή, για να συνεχίσει τη διαδρομή του, ωστόσο είχε ένα όχημα της οδικής βοήθειας και δε μπορούσε να περάσει. Ο οδηγός κοίταξε προς τα πίσω και λέει στον γιό μου «μικρέ φόρα μάσκα» και ο μικρός σήκωσε την μπλούζα του να την βάλει στο πρόσωπο, καθώς δεν είχε μάσκα μαζί του. “Μη σηκώνεις τη μπλούζα σου ρε, αν δεν έχει μάσκα κατεβαίνεις”, του είπε ο οδηγός, ενώ στη συνέχεια άνοιξε την πόρτα και κατέβηκε ο μικρός στο Μελισσοχώρι», περιγράφει ο πατέρας.
Όπως εξήγησε, ο οδηγός κατέβασε το παιδί 30 μέτρα από μία στάση, όμως στον συγκεκριμένο δρόμο είχε μόνο σπίτια και πουθενά μαγαζιά και το παιδί δε μπορούσε με κάποιον τρόπο να βρει μία μάσκα για να αγοράσει, ενώ επάνω του είχε μόλις άλλα 0,50 ευρώ για να κόψει εισιτήριο της επιστροφής. «Ο μικρός έπαθε σοκ. Άρχισε να κλαίει και να αναρωτιέται τι θα κάνει. Ο κουμπάρος που τον περίμενε στο συνεργείο ανησύχησε όταν το παιδί άργησε να εμφανιστεί και κάλεσε την μητέρα του. Τον πήρε τηλέφωνο η μαμά του και το παιδί ήταν μέσα στα κλάματα και της είπε όσα έγιναν στο λεωφορείο. Η μητέρα του κάλεσε έναν φίλο μας για να πάει να τον πάρει, αλλά ο μικρός έβαλε το τηλέφωνο στο τσαντάκι και ξεκίνησε να γυρίζει με τα πόδια πίσω», αναφέρει.
Όπως είπε στη συνέχεια, όταν ο φίλος της οικογένειας έφτασε στην στάση που τον άφησε, το παιδί είχε αποχωρήσει. «Άρχισε να περπατάει μέσα στο κλάμα σε έναν επαρχιακό δρόμο μέσα στα αυτοκίνητα με χίλιους δυο κινδύνους. Περπατούσε μέσα στον καύσωνα, χωρίς νερό και με κίνδυνο να του συμβεί κάτι σοβαρό. Η σύζυγός μου ξεκίνησε να τον αναζητεί με το αυτοκίνητο, ψάχνοντας στους δρόμους. Κάποια στιγμή, περίπου μιάμιση ώρα μετά, τον εντόπισαν κατακόκκινο και με δάκρυα στα μάτια σε ένα φανάρι του Δρυμού. Είχε περπατήσει πάνω από τέσσερα χιλιόμετρα», σημείωσε ο πατέρας του παιδιού.
Ο ίδιος μόλις πληροφορήθηκε όσα πέρασε ο γιος του επικοινώνησε με το αμαξοστάσιο. «Δεν μου ζήτησαν ποτέ συγνώμη, αντιθέτως μου απάντησαν απαξιωτικά, λέγοντας ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Κάλεσα και άλλες φορές και μου το έκλειναν ενώ μετά ανέφερα το συμβάν στην αστυνομία», είπε ο πατέρας, ο οποίος αναρωτιέται γιατί ο οδηγός εξάντλησε όλη την αυστηρότητά του σε ένα 11χρονο παιδί και τον άφησε μόνο του με κίνδυνο να του συμβεί κάτι σοβαρό.
«Αυτός ο άνθρωπος είναι επικίνδυνος για αυτό απευθύνθηκα στην αστυνομία. Θα μπορούσε να είχε συμβεί κάτι πολύ κακό στο παιδί μου και ευτυχώς γλιτώσαμε τα χειρότερα. Δεν μου ζήτησε κανείς ούτε μία συγνώμη. Θα μπορούσε ο οδηγός να ειδοποιήσει την αστυνομία ότι έχει αφήσει μόνο του ένα ανήλικο παιδί στον δρόμο και να με ειδοποιήσουν. Ούτε καν αυτό δεν έκανε, παράτησε το παιδί, αδιαφόρησε και έφυγε», είπε οργισμένος ο πατέρας.