: H τοποθέτηση της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ζέττας Μ. Μακρή, στην Ολομέλεια της Βουλής, την Τρίτη 9/02/2021 για το νέο σχέδιο νόμου «Εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις

 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Είναι συνετό και υγιές, για μία σοβαρή και υπεύθυνη κυβέρνηση, που έχει εκλεγεί, ώστε να εφαρμόσει μεγάλες, ουσιαστικές, απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, να επενδύσει στην παιδεία. Να θωρακίσει την νέα γενιά και την χώρα, ώστε να μην την χαρακτηρίζει η πλημμελής γνώση, η απουσία παιδείας, που καθόλου δεν μας τιμά, μας απομονώνει, διεθνώς, μας καθιστά ουραγούς σε κάθε καινοτομία, διχάζοντας και ταλαιπωρώντας, συγχρόνως, τους Έλληνες πολίτες. Και, νομίζω, ότι η υπό συζήτηση νομοθετική πρωτοβουλία, ακριβώς σε αυτό στοχεύει, αυτόν τον σκοπό υπηρετεί, αυτή την προεκλογική δέσμευση υλοποιεί.

Συζητούμε, λοιπόν, σήμερα, πολιτικά, για την παιδεία, που είναι η καρδιά της δημοκρατίας, που χρειάζεται δραστική επανεκκίνηση, που απαιτεί μεγάλη αλλαγή, ώστε οι θεσμοί να λειτουργούν κανονικά και η αίσθηση ασφάλειας, συνεργασίας, και εννοείται ορθής εκπαίδευσης, να κυριαρχεί στα πανεπιστήμια.

Μεγάλη συζήτηση έγινε για τους «» και σωστά, γιατί, κατά την λήξη της ακαδημαϊκής χρονιάς 2018-2019, από τους 668.734 εγγεγραμμένους προπτυχιακούς φοιτητές, 282.588 ήταν αιώνιοι. Δεν έχουν ξεπεράσει μόνο τον προβλεπόμενο χρόνο σπουδών αλλά και την δικαιολογημένη διετή προσαύξηση. Τα στοιχεία είναι της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης και αποδεικνύουν ότι περίπου το ένα τρίτο των φοιτητών ανήκουν στην ως άνω διάσημη κατηγορία. Ο αντίλογος των αντιδρούντων ότι οι «αιώνιοι φοιτητές» δεν κοστίζουν χρήματα, ακυρώνεται από το πραγματικό κόστος της κακής, ή, εν πάσει περιπτώσει, άδικης αξιολόγησης των δομών. Ούτε επιτρέπει, επίσης, σωστό καταμερισμό των πόρων λόγω της παρουσίας αδρανών φοιτητών. Η μεγάλη δε μερίδα των σπουδαστών, που πραγματικά ενδιαφέρεται να μορφωθεί και όχι, απλώς, να πάρει το «χαρτί», βρίσκεται αντιμέτωπη με την ζοφερή πραγματικότητα της μειωμένης αποδοχής και αναγνώρισης, διεθνώς, αλλά και στην «αγορά», του πτυχίου της. Η διαπίστωση του Γιώργου Μαυρωτά ότι “τα πανεπιστήμια είναι κέντρα δημιουργίας και μετάδοσης της γνώσης και όχι ένα «πολυετές parking» των καλύτερων νέων μυαλών μας, που υπνωτίζονται από το γεγονός ότι, άπαξ και μπήκαν, αργά ή γρήγορα, θα βγουν νομοτελειακά με το πολυπόθητο χαρτί στο χέρι» εκφράζει, απολύτως, την φιλοσοφία της σχετικής ρύθμισης με την επιβεβλημένη πρόνοια για τους εργαζόμενους και για όσους σπουδαστές έχουν οι ίδιοι ή συγγενικά τους πρόσωπα, προβλήματα υγείας. Σε καμία περίπτωση, όμως, για εκείνους, που παρατείνουν την φοιτητική τους ζωή, χωρίς να συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις, αλλά για άλλους, όχι ακαδημαϊκούς λόγους.

Για αυτό και η «» αλλά και οι μεταρρυθμιστικές προβλέψεις για την συμπλήρωση του αλλά και την δυνατότητα συμπλήρωσης παράλληλου για τα δημόσια ΙΕΚ είναι, απολύτως, επιβεβλημένες. Γιατί μία μεγάλη μερίδα των φοιτητών, που δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές, έχει μπει «από λάθος» σε μία σχολή, που δεν τους ενδιέφερε, παγιδεύθηκε σε αυτήν, και αποφάσισε να μην τις ολοκληρώσει, αυξάνοντας τον αριθμό των καταγεγραμμένων σπουδαστών δυσκολεύοντας την ορθή αξιολόγηση, ουσιαστικά, εκφυλίζοντας, άδικα, το κύρος πτυχίων και δομών.

Στο επιχείρημα ότι όποιος δεν μπαίνει στο με τρία θα μπορεί, χωρίς εξετάσεις, να πάει σε ιδιωτικά κολλέγια, η απάντηση είναι ότι όποιος φοιτά σε δημόσιο πανεπιστήμιο με βαθμό 3, επίσης, στην πραγματικότητα, δεν έχει εξετασθεί. Στο δε πρωτοφανές, κατά την γνώμη μου επιχείρημα, της υποστήριξης των φτωχών παιδιών που έχουν χαμηλή εισαγωγική βαθμολογία, η πραγματικότητα, δυστυχώς, αποδεικνύει ότι δεν αντιμετωπίζεται, απλώς αναβάλλεται η ανεργία, η κοροϊδία της πολιτείας και ο παροπλισμός, επιστημονικός και επαγγελματικός, των ίδιων των παιδιών.

Για την επιτήρηση της τάξης στα πανεπιστήμια, σε άλλη χώρα, δεν θα είχαμε να πούμε πολλά. Στην Ελλάδα, όμως, που κάποιοι πιστεύουν ότι είναι η χώρα της αμέλειας και της ήσσονος προσπάθειας, η χώρα της ανοχής της παρανομίας και της παραβατικότητας, η διάταξη και η πρόνοια αυτή απασχόλησε πολύ τον δημόσιο διάλογο, με εντάσεις, διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις, αντιδράσεις, που δεν αφορούν τον φοιτητόκοσμο. Ενδιαφέρει η τήρηση της τάξης στα πανεπιστήμια όσους υπέγραψαν την υπεράσπιση του Κουφοντίνα; Ενδιαφέρει, όμως, την συντριπτική πλειοψηφία των ακαδημαϊκών, που θέλουν να διδάσκουν, με ελευθερία και ασφάλεια, να διεξάγουν επιστημονική έρευνα. Ενδιαφέρει, εξίσου, και τους στοχοπροσηλωμένους φοιτητές. Ενδιαφέρει την κοινωνία, που αγωνιά για το πώς θα είναι η χώρα μετά τα πρώτα 200 χρόνια της ύπαρξής της. Και υπάρχει η πραγματική κοινωνική δυναμική. Η πλειονότητα μας δείχνει τον δρόμο.

Και οφείλω και μία απάντηση στους ισχυρισμούς ότι εξέχοντα στελέχη, που υπηρέτησαν την παράταξή μας αλλά και τον χώρο της Παιδείας, έχουν αντιρρήσεις για τις ομάδες προστασίας, που θα φυλάσσουν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Με προσοχή και σεβασμό τις άκουσα και τις διάβασα, αλλά θυμήθηκα τον εμπρησμό του Πολυτεχνείου και την καταστροφή μοναδικών έργων τέχνης, οργάνων και εργαστηρίων. Θυμήθηκα ότι οι ζημιές κόστισαν στους φορολογούμενους Έλληνες πολίτες μισό εκατομμύριο δραχμές. Θυμήθηκα ότι ο κανονισμός λειτουργίας, που θα απέτρεπε την καταστροφή, δεν εφαρμόσθηκε. Θυμήθηκα, επίσης, και την απαλλακτική απόφαση του δικαστηρίου, που δέχθηκε ότι ο κατηγορηθείς Πρύτανης δεν είχε ευθύνη για την φύλαξη και την προστασία του χώρου. Θα περίμενε, κανείς, μετά από τόσα χρόνια, όπου παράνομες συμπεριφορές όχι, απλώς, δεν εξέλειπαν αλλά γιγαντώθηκαν, εμπλουτίσθηκαν, «βελτιώθηκαν» για να μην πω «τελειοποιήθηκαν», που έγιναν συχνό φαινόμενο, ντροπιαστικό και καταδικαστέο, θα περίμενε, λοιπόν, κανείς ότι η αποδοχή του πνεύματος αλλά και της ουσίας του νομοσχεδίου για την εφαρμογή του νόμου στα πανεπιστημιακά ιδρύματα να είναι καθολική.

Εμείς θέλουμε να τελειώνουμε με την παρανομία και θέλουμε να τελειώνουμε με τρόπο αποτελεσματικό και απολύτως συμβατό με την φύση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Και δε θα τελειώσουμε ψηφίζοντας το νομοσχέδιο, θα τελειώσουμε εφαρμόζοντάς το!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025