Ουραγός σε πολλές πτυχές της απασχόλησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν η Ελλάδα το περασμένο έτος, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία της Eurostat, με τη χώρα μας να είναι η μοναδική όπου λιγότερες από τις μισές γυναίκες δούλευαν αλλά και η τελευταία στη συμμετοχή μεγάλων ηλικιών στην αγορά εργασίας.
Μόλις το 57,8% του πληθυσμού μεταξύ 20 και 64 ετών απασχολούνταν το περασμένο έτος στην Ελλάδα, που συνιστά μακράν το χαμηλότερο ποσοστό ανάμεσα στα 28 κράτη-μέλη, σχεδόν πέντε μονάδες χειρότερα από την προτελευταία Ιταλία. Ο μέσος όρος απασχόλησης στο σύνολο της ΕΕ ανέρχεται στο 72,2%.
Μολονότι η Ελλάδα βελτίωσε το επίπεδο απασχόλησης κατά 1,6 μονάδες σε σχέση με το 2016, απέχει ακόμα αισθητά από τον στόχο για απασχόληση της τάξης του 70% που προβλέπει το κοινοτικό πρόγραμμα «Ευρώπη 2020».
Ανισότητα των φύλων
Τα στοιχεία της Eurostat προδίδουν ακόμα βαθύ χάσμα ανάμεσα στην απασχόληση ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα.
Ενώ η απασχόληση στους άνδρες 20 έως 64 ετών άγγιξε το 68%, στις γυναίκες ήταν 19,7 μονάδες χαμηλότερα και διαμορφώθηκε μόλις στο 48%, ήτοι το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.
Η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα όπου λιγότερες από τις μισές γυναίκες σε ηλικίες κατάλληλες για εργασία δεν απασχολούνταν. Η μοναδική που προσεγγίζει το ποσοστό της Ελλάδας ήταν η Ιταλία, με 52,5%.
Οι πίνακες της Eurostat αντανακλούν επίσης το βαθύ δημογραφικό και ασφαλιστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, λόγω της πρόωρης απόσυρσης μεγάλου του πληθυσμού από την αγορά εργασίας.
Από τα 55 και μετά φεύγουμε
Μόλις το 38,3% των ανθρώπων ηλικίας 55 έως 64 ετών απασχολούνταν στη χώρα μας πέρυσι – το χαμηλότερο στην ΕΕ – με το ποσοστό για τις γυναίκες να ανέρχεται μάλιστα στο 28%.
Αντίθετα, ο μέσος όρος συμμετοχής στην ΕΕ είναι 57,1%, ενώ σε χώρες όπως η Σουηδία, η Γερμανία, η Δανία και η Εσθονία πάνω από τα δύο τρίτα των ανθρώπων 55 έως 64 ετών παραμένουν απασχολούμενοι.
Ο μακρύς εργασιακός βίος θεωρείται ζήτημα-κλειδί για την αντιμετώπιση των χρόνιων δημογραφικών πιέσεων που αντιμετωπίζει η Γηραιά Ήπειρος.
Τους τελευταίους δύο μήνες τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τα όλο και χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής στην αγορά εργασίας και τους επακόλουθους δημοσιονομικούς κινδύνους.
Ειδικά το ΔΝΤ τόνισε πως οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα πρέπει να αναθεωρήσουν τη μεταναστευτική πολιτική τους ώστε να προσελκύσουν εργαζόμενους από το εξωτερικό. Προειδοποίησε αντίθετα ότι από το 1985 κι έπειτα πολιτικές όπως οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και τα μεγάλα επιδόματα ανεργίας έχουν αποθαρρύνει την απασχόληση.