Ουραγός στην ΕΕ η Ελλάδα, καθώς καταγράφει τις χαμηλότερες τιμές στους βασικούς δείκτες ανάπτυξης, σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Για το 2017, η Ελλάδα κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 1,4%, όταν ο μέσος όρός στην Ευρωζώνη, κυμαίνεται στο 2,3%.
Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας σε τρέχουσες τιμές και ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης για το 2016 (το τελευταίο έτος που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία ) έφτασε 19,9 χιλιάδες ευρώ έναντι 31,7 χιλιάδων ευρώ που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη.
Το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ είχε το Λουξεμβούργο με 77,6 χιλιάδες ευρώ. Στο αξιοσημείωτα είναι ότι το ετήσιο εισόδημα του Ιρλανδού που βγήκε και αυτός από μνημονιακό πρόγραμμα ανέρχεται στα 54.600 ευρώ, στην μεταμνημονιακή Πορτογαλία το μέσο εισόδημα ανέρχεται στα 23.100 ευρώ, έναντι 18.100 ευρώ προ κρίσης και στην Κύπρο το μέσο εισόδημα είναι 24.600 ευρώ έναντι 29.900 ευρώ προ κρίσης. Στην Ελλάδα το ετήσιο εισόδημα προ κρίσης είχε ανέλθει στα στα 21.200 ευρώ.
Σε χαμηλότερα επίπεδα από την Ελλάδα σε κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ευρωζώνη βρίσκεται μόνο η Λιθουανία με 19,4 χιλ. ευρώ.
Στα Βαλκάνια στη Βουλγαρία το ετήσιο εισόδημα ανέβηκε στα 14.600 ευρώ, στυη Ρουμανία, στα 17.700 ευρώ και στην Κροατία 18.000 ευρώ.
Σημαντική είναι και η υστέρηση στην ιδιωτική κατανάλωση όπου η Ελλάδα παραμένει στην τελευταία θέση της ΕΕ, καθώς το 2017 ενισχύθηκε μόλις κατά 0,1% έναντι της μέσης ανόδου 1,6% στην ευρωζώνη και 1,9% στην ΕΕ.
Η απασχόληση
Σύμφωνα με την έκθεση, η απασχόληση στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 2,1% το 2017 έναντι αύξησης 1,6% στην Ευρωζώνη, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας μειώθηκε 0,8% έναντι αύξησης 0,7% στην Ευρωζώνη. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε 0,9% πέρυσι, όσο και στην Ευρωζώνη, ενώ η μέση αμοιβή των εργαζομένων αυξήθηκε 0,1% έναντι 1,6% στην Ευρωζώνη.
Το χρέος των ελληνικών (μη χρηματοπιστωτικών) επιχειρήσεων το 2016 ήταν χαμηλότερο από το αντίστοιχο της Ευρωζώνης (63,9% του ΑΕΠ έναντι 107,7% του ΑΕΠ), ενώ το χρέος των ελληνικών νοικοκυριών για το ίδιο έτος ήταν λίγο υψηλότερο από της Ευρωζώνης (60,7% έναντι 58,2%). Το ποσοστό αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών το 2016 ήταν αρνητικό (-6,8% του ΑΕΠ) έναντι 12,1% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό των νοικοκυριών της Ευρωζώνης.
Η Ελλάδα είχε το 2016 πλεόνασμα 0,5% του ΑΕΠ στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης έναντι ελλείμματος 1,5% που είχε η Ευρωζώνη, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας ανήλθε στο 3,7% του ΑΕΠ έναντι 0,6% της Ευρωζώνης. «Μετά το κλείσιμο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) για την Ελλάδα και την Πορτογαλία το 2017 και καθώς η Γαλλία αναμένεται να διορθώσει το υπερβολικό δημοσιονομικό της έλλειμμα το 2017, η Ισπανία θα είναι η μόνη χώρα της ζώνης του ευρώ που παραμένει σε καθεστώς ΔΥΕ το 2018», σημειώνει η έκθεση της ΕΚΤ.
Το μέσο κόστος δανεισμού των ελληνικών (μη χρηματοπιστωτικών) επιχειρήσεων διαμορφώθηκε το 2017 στο 4,51% έναντι 1,76% στην Ευρωζώνη και το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων ελληνικών νοικοκυριών ανήλθε σε 2,78% έναντι 1,86% στην Ευρωζώνη. Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις μειώθηκαν πέρυσι κατά 0,1% έναντι αύξησης 3,1% στην Ευρωζώνη. Μεγαλύτερη ήταν η μείωση των δανείων προς τα νοικοκυριά, που ανήλθε στο 1,9% έναντι αύξησης 2,9% στην Ευρωζώνη.
Ο σταθμισμένος ως προς το ΑΕΠ μέσος όρος των αποδόσεων των δεκαετών κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκε σε 1,0% στις 29 Δεκεμβρίου 2017, παραμένοντας αμετάβλητος σε σχέση με το μέσο επίπεδο που είχε καταγραφεί τον Δεκέμβριο του 2016. «Η διαφορά αποδόσεων μεταξύ των δεκαετών κρατικών ομολόγων των επιμέρους χωρών της ζώνης του ευρώ και του γερμανικού δεκαετούς Bund μειώθηκε, ιδίως για την Πορτογαλία και την Ελλάδα, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της πιστοληπτικής διαβάθμισης των χωρών αυτών στη διάρκεια του 2017», σημειώνει η έκθεση.